Πώς ζητάμε από τους άλλους, αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε για μας;

Πώς ζητάμε από τους άλλους, αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε για μας;(πηγή pixabay)

Κάποιες φορές στη ζωή μου, νιώθω σαν να ζω δύο διαφορετικές ζωές.

Η μία, είναι αυτή που βλέπουν όλοι. Η άλλη, είναι αυτή που βλέπω εγώ.

Αυτή που βλέπουν οι άλλοι, είναι η καθημερινή, αισιόδοξη, - όσο μου επιτρέπεται - πλευρά. Αυτή που βλέπω εγώ, είναι η ευαίσθητη, η μοναχική, η σιωπηλή. Αυτή τη δεύτερη πλευρά, τη φυλάω σαν πολύτιμο θησαυρό.

Είναι ιδιαίτερες πτυχές του ψυχισμού μου, που όσο μεγαλώνω, τόσο τις διαφυλάσσω. Μακριά από αδιάκριτα μάτια, τυπικές συναναστροφές που σκοπό έχουν απλώς να περάσει η ώρα ή να κοροϊδέψω λίγο το χρόνο. Επίσης, βλέπω πως όσο περνάνε τα χρόνια, τόσο πιο δύσκολα μου βγαίνει να μοιράζομαι πράγματα, με τη βαθύτερη σημασία.

Πόσες φορές βγάζουμε την πίκρα μας, την απογοήτευσή μας; Ελάχιστες!

Ακόμα και πίσω από την οθόνη του υπολογιστή, η “βιτρίνα”. Αποφεύγουμε! Όλοι μας!

Πάνω από όλα, αποφεύγουμε εμείς οι ίδιοι να αποδεχθούμε αυτό που νιώθουμε γιατί φοβόμαστε την απόρριψη των άλλων. Δε θέλουμε να δούμε ότι με αυτόν τον τρόπο, οι πρώτοι που απορρίπτουμε τον εαυτό μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Πώς, μετά, ζητάμε από τους άλλους, αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε εμείς για μας;

Ακούμε τη φωνή, μέσα μας και δεν την προσπερνάμε, μόνο όταν είναι αρεστή στ’ αυτιά μας. Αλλά αυτή τη φωνή, δεν μπορείς να την αγνοήσεις. Είναι τα συναισθήματα που δεν μπορείς να τους ξεφύγεις. Νομίζουμε ότι πράγμα θα φτιάξει, αναβάλλοντάς το. Δε φτιάχνει, όμως. Και μένουμε σε έναν διαρκή φόβο.

Φοβόμαστε να αφεθούμε, ακόμα και σε αυτούς τους λίγους δικούς μας.

Αναβάλλουμε και αφηνόμαστε να βαλτώνουμε στα ίδια λάθη, στις ίδιες τακτικές. Τα σύννεφα φεύγουν μόνο όταν δούμε τι προσπαθούμε να αναβάλλουμε. Έτσι φεύγει ο δισταγμός, έτσι προχωράμε, ακόμα κι αν αυτό το βήμα είναι μικρό. Ετσι ενώνονται οι ψυχές και μετά ακολουθούν όλα τα άλλα.