Γιατί γαμώτο να φύγεις τόσο νωρίς;

Γιατί γαμώτο να φύγεις τόσο νωρίς;

Ήσουν άνθρωπος που σε όλα έψαχνες το λόγο και δεν ησύχαζες αν δεν τον έβρισκες. Με τη διερευνητική σου ματιά βουτούσες στο βάθος των πραγμάτων κι αναζητούσες πάντα το «γιατί»…

Τίποτα λιγότερο δε σε ικανοποιούσε ποτέ και πάντα έλεγες πως όλα έχουν λόγο που συμβαίνουν...

Μπροστά στο μαρμάρινο «σπίτι»  σου, αναζητώ το λόγο του φευγιού σου, όπως και τόσους μήνες,  που θα γίνουν χρόνια κι εγώ ακόμη θα τον αναζητώ...

Είναι περίεργη αίσθηση να σε νιώθω να πλανάσαι έτσι αόριστα, «κάπου στον αέρα», τόσο δίπλα μου και τόσο μακριά μου ταυτόχρονα. Και να σ' ακούω, ενώ δε μιλάς...

Λένε πως δεν υπάρχεις, μα στ' αλήθεια δεν  το πίστεψα στιγμή!

Δεν υπάρχουν μόνο, όσοι φεύγουν απ' τις σκέψεις και τις καρδιές μας...

Υπάρχεις, μα και πάλι, λείπεις πολύ! Λείπει η αύρα σου, απ΄ τα πάντα! Απ' το καθετί που έμεινε πίσω...

Απ' το πιο απλό, ως το πιο περίπλοκο. Απ' το πιο εύκολο, ως το πιο δύσκολο. Απ’ το πιο ασήμαντο, ως το πιο σημαντικό. Απ’ το πιο αστείο, ως το πιο σοβαρό. Απ' το οτιδήποτε με κάνει  να σκεφτώ. τι θα έκανες και πως θα λειτουργούσες εσύ...αν ήσουν εδώ! Κι ας μην είσαι!

Το ξέρω πως υπάρχεις! Υπάρχεις, σε μια άλλη διάσταση, κατοικείς σε μια άλλη σφαίρα, ζεις στο φως, έχεις φτερά, πετάς, αλλά να σου πω κάτι;  Δε με παρηγορεί αυτό όλες τις στιγμές. Μερικές, δεν το αντέχω καν… Γιατί  γαμώτο, να φύγεις τόσο νωρίς; Γιατί;

Άφησα να περάσει καιρός, να γλυκάνει λίγο η πίκρα μου και να καταλαγιάσει  ο θυμός μου...κι ύστερα να 'ρθω να στα πω!

Τίποτα δε γλύκανε, και τίποτα δεν είναι ίδιο χωρίς εσένα, αλλά ήρθα να σου πω  πως  θύμωσα, μήπως και ξεθυμάνω.

Ναι, θύμωσα! Πρώτα απ' όλους,  με μένα και τη σιγουριά μου πως εσύ δε θα φύγεις έτσι εύκολα κι απλά,  γιατί αυτό δεν υπήρχε λόγος να συμβεί... Είχες μόνο λόγους για να μείνεις, έτσι νόμιζα και δεν οσμίστηκα την εγκατάλειψη που σε τύλιγε.

Θύμωσα και μ' όσους αντιμετώπισαν το φευγιό σου, ως «μοιραία κατάληξη» χωρίς ν' αναρωτηθούν το «γιατί».

Θύμωσα και με τη ζωή,  που παίρνει αδίστακτα χωρίς να ρωτάει, και χωρίς να νοιάζεται τι πόνο σκορπίζει στους εναπομείναντες θεατές στο έργο της, περιμένοντας μάλιστα με θράσος το χειροκρότημά τους σε κάθε αυλαία της...

Το ξέρω αν ήσουν εδώ, θα με μάλωνες και θα μου έλεγες πως δε παίρνει μόνο, δίνει κιόλας!  Θα της χάριζες κι ένα χειροκρότημα από καρδιάς και θα με παρότρυνες να κάνω το ίδιο κι εγώ...

Μα αναρωτιέμαι ρε γαμώτο, τι έδωσε σε σένα...για να τολμήσει να σε κλέψει έτσι αδίστακτα και να φτωχύνει τις ζωές μας!

Βυθίζομαι στα «γιατί»  που μένουν και θα μένουν αναπάντητα και στα γεγονότα που δεν είχαν λόγο να συμβούν...

Μια αβεβαιότητα μέσα μου τρέφεται λυσσασμένα  με αμφιβολίες και με τριβελίζει: Μήπως είχαν, τελικά;

Προσπαθώ...Προσπαθώ να μπολιάσω το κενό με τις αναμνήσεις που ξέχασες πίσω σου, μήπως και ξεφυτρώσει από μέσα του κάτι ζωντανό.

Μα  αυτή η μαρμάρινη πλάκα με τη φωτογραφία σου να χαμογελά παγωμένα, είναι πιο κρύα κι από κείνο το τελευταίο ανέκφραστο βλέμμα σου που κραύγαζε πως εγκατέλειψες, κι ας προσπαθούσες να το κρύψεις...

Εγκατέλειψες ναι...κι αυτό με θυμώνει πιο πολύ! Γιατί εσύ, δε γινόταν να εγκαταλείψεις!

Δε γινόταν, αν δεν είχες πρώτα εγκαταλειφθεί...κι αυτό είναι που με συνθλίβει πιο πολύ κι από την απουσία σου ακόμη...

Η αυλαία έπεσε! Η ζωή συνεχίζεται και ήδη ετοιμάζεται για την επόμενη παράστασή της...

Λυπάμαι. Δε μπορώ να χειροκροτήσω.

Σ' έναν άγγελο…(αφιερωμένο) .