Κανένας αριθμός δεν μπορεί να καθορίσει την ευτυχία

Κανένας αριθμός δεν μπορεί να καθορίσει την ευτυχία

Ένα: αριθμός περιττός.

Δύο: αριθμός πρώτος και άρτιος.

Έτσι μας μεγάλωσαν, να είμαστε δύο. Κι αν δεν είμαστε να ψάχνουμε να γίνουμε. Για να μην είμαστε περιττοί.

Δύο για να παντρευτούν.

Δύο για να κάνουν παιδί.

Δύο (τουλάχιστον) για να μιλήσουν.

Δύο χέρια να χειροκροτούν.

Δύο πόδια να περπατούν.

Δύο χέρια να αγκαλιάζουν.

Δύο κάλτσες ασορτί.

Παντού δύο, πάντα δύο.

Έτσι λειτουργεί καλύτερα ο κόσμος μας, λένε.

Εγώ από τον αριθμό δύο διαλέγω ένα δίλημμα. Διπλό και αυτό.

Είμαι άρτια ή περιττή;

Θέλω να είμαι άρτια ή θέλω να είμαι περιττή;

Θέλω να είμαι δύο και μάλλον άρτια;

Λέω μάλλον γιατί όπως καταλαβαίνετε έχει ένα οξύμωρο όλο αυτό.

Πώς γίνεται να είσαι άρτιος όταν εξαρτάσαι από άλλον ένα;

Πώς γίνεται να νιώθεις ολόκληρος και ολοκληρωμένος όταν η ίδια σου η ύπαρξη καθορίζεται και καθαγιάζεται από την ύπαρξη του άλλου;

Λάθος μας τα έμαθαν ή λάθος τα κατάλαβα εγώ;

Σου λένε να πατάς στα πόδια σου -δύο και αυτά- για να γίνεις ανεξάρτητος, αλλά τελικά σου μαθαίνουν να προσκολλάσαι σε κάποιον άλλο.

Σου λένε πως μόνο με τον αριθμό δύο ζεις.

Γιατί με τον αριθμό ένα είσαι μόνος, αβοήθητος και περιττός.

Αλλά εγώ έχω δει ανθρώπους να περπατάνε έχοντας ένα πόδι.

Έχω δει ανθρώπους να ζωγραφίζουν με το ένα χέρι.

Έχω δει ανθρώπους να χειροκροτούν με την καρδιά και ας μην έχουν χέρια.

Έχω δει ανθρώπους να φοράνε διαφορετικές κάλτσες (είμαι και γω ένας τέτοιος άνθρωπος).

Έχω δει ανθρώπους να ζουν μόνοι και κάποιος είπε πως ζουν ευτυχισμένοι, πως μπορούν να απολαύσουν τις μικροχαρές της ζωής.

Εγώ τι είμαι τελικά;

Είμαι ΕΝΑΣ άνθρωπος που δε φοβάται να είναι μόνος του, αλλά που συγχρόνως αγαπά να είναι ΔΥΟ, όχι όμως για να ζήσει καλύτερα ή ολοκληρωμένα αλλά γιατί και έτσι και αλλιώς μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Γιατί κανένας αριθμός δεν μπορεί να μου καθορίσει την ευτυχία μου.