Δεν ταιριάζει η μετριότητα στα θέλω και στα όνειρα

Δεν ταιριάζει η μετριότητα στα θέλω και στα όνειρα

Κάθισα για ώρες σαστισμένη, πάνω στις στοίβες από τα τσαλακωμένα όνειρα...Απ' το βάθος τους αναδύονταν μια ακαθόριστη, αποπνικτική δυσοσμία...

Δε ξέρω αν ήταν μούχλα ή σαπίλα και δε μ' ένοιαζε κιόλας να τη προσδιορίσω...Σημασία έχει,  ότι πια, δε μύριζαν φρεσκάδα..

Πελαγωμένη αναρωτήθηκα  τι να κάνω με δαύτα, που μαζεύτηκαν και οι στοίβες τους μου κλείνουν τους ορίζοντές μου.

Να μπω στη διαδικασία να τα αερίσω ή μήπως να τα πετάξω;

Να τα πετάξεις και να φτιάξεις άλλα, άκουσα μέσα μου μια άγνωστη φωνή και βιαστικά χωρίς σκέψη, τ' αγκάλιασα για να τα ρίξω στον κάδο,  να γλιτώσω από τη μυρωδιά τους και την ακαταστασία που προκαλούσαν γύρω μου, δίπλα μου, μέσα μου...

Θυμωμένη μαζί τους γιατί παραδόθηκαν στη λήθη και δεν ύψωσαν το ανάστημά τους ζητώντας την εκπλήρωσή τους, τα έκλεισα στην αγκαλιά μου, παρακαλώντας μέσα μου να μη με πληγώσει ο θρήνος της εγκατάλειψης που βίωναν από μένα.

Από μένα, που ήμουν αιτία της γέννησής τους, τροφοδότης της ύπαρξής τους και ηθικός αυτουργός της στυγνής καταδίκης τους...

Τα ένιωσα να προσπαθούν σπαρταρώντας να ξεγλιστρήσουν από την αγκαλιά μου για να γλιτώσουν... Τσαλακωμένα ήταν, όχι νεκρά...

Λίγο αέρα ήθελαν και ράντισμα με το άρωμα της ζωής για να μοσχοβολήσουν τον τόπο ξανά και ν' αρχίσουν να διεκδικούν δικαίωση... Χώρο στη ζωή μου. Στην καθημερινότητά μου.

Αυτό χρειάζονταν! Και αποδοχή!

Μια γωνίτσα στην άκρη στο πίσω μέρος του μυαλού, θα τους ήταν αρκετή και θα με απάλλασσε κι εμένα από τις τύψεις μου!

Στα δέκα βήματα μέχρι τον κάδο ένιωσα να διανύω όλα τα χιλιόμετρα της ζωής που «έζησα» κι αυτής που «ονειρεύτηκα» και τώρα ήμουν καθ’  οδόν να πετάξω...

Με την οδύνη που σέρνει μαζί του πάντα ένα «Δεν μπορώ»  να διαπερνά κάθε κύτταρό μου, κοντοστάθηκα!

Όχι, δε μπορώ να το κάνω αυτό, σε μένα και στα όνειρά μου!

Όλα τα μπορεί ο άνθρωπος αρκεί να θέλει… ξανάκουσα τη δαιμονισμένη φωνή συνειδητοποιώντας πως δεν την ξέρω!

Δε θέλω τότε, ακόμη κι αν μπορώ... όρθωσα το ανάστημά μου και στο επόμενο βήμα τα είχα σκορπίσει γύρω μου και καθόμουν καταγής ανάμεσά τους, περιμένοντας ν' αντιδράσουν και να μου δείξουν αυτά, τι να κάνω μαζί τους!

Κάποια άρχισαν να χορεύουν ζωηρά ισιώνοντας κάθε ίνα τους στα μάτια μου μπροστά, σαν να προσπαθούσαν να με πείσουν πως αξίζουν να τα κρατήσω...

Κάποια άλλα ήταν ταλαιπωρημένα κι είχαν αρχίσει να ξηλώνονται...Μάζεψα τις κλωστές τους, να «πλέξω»  άλλα στο ίδιο χρώμα,  πέταξα όσα είχαν παραδοθεί στη σαπίλα και στα υπόλοιπα έδωσα την υπόσχεση πως θα τους δώσω «φτερά!»

Σαν  «από μηχανής Θεό», άκουσα τότε τη μόνη φωνή που αναγνωρίζω να μου φωνάζει:

Ό,τι μοιάζει να πεθαίνει το σούρουπο, μαγικά ξαναγεννιέται την αυγή. Αρκεί να το πιστεύεις, να το κρατάς «ζεστό» και να μην το εγκαταλείπεις!

Ό,τι θες, να το θες δυνατά! Δεν ταιριάζει η μετριότητα στα θέλω και στα όνειρα! Τα κάνει να μοιάζουν μικρά κι ασήμαντα, ενώ δεν είναι!

Δεν υπάρχουν όνειρα μικρά ή μεγάλα, σημαντικά ή ασήμαντα!

Υπάρχουν όνειρα Μοναδικά! Ξεχωριστά! Ιδιαίτερα!

Όνειρα σε αναμονή προς εκπλήρωση… που αξίζουν να πολεμήσεις μέχρι να τους δώσεις «φτερά».