Εγώ γεννήθηκα για σένα

Εγώ γεννήθηκα για σένα

Το ήξερα από την πρώτη ίσως στιγμή. Τότε που έσκυψες πάνω στο μπαρ, ακούμπησες τα χέρια σου στο σαγόνι και έμεινες εκεί να με κοιτάζεις. Προσπάθησα να αποτραβηχτώ από το βλέμμα που με μαγνητίζει και να συγκεντρωθώ στην παρέα μου, μα δε με άφησες. Μεταξύ μας, καλά έκανες και δε με άφησες. Δε θέλησα ποτέ να με είχες αφήσει εκείνο το βράδυ στην ησυχία μου.

Η ιστορία μας απλή και το σενάριο γνωστό. Κορίτσι γνωρίζει αγόρι, αγόρι θαμπώνεται και κυνηγάει κορίτσι σαν ιππότης. Κορίτσι παθαίνει πανικό και ερωτεύονται και οι δύο για πρώτη τους φορά. Ζουν μόνο για λίγο μαζί, με ένταση, πάθος και προβλήματα. Αλλά και με ευτυχία, έρωτα και τελικά αγάπη. Μέχρι που κάποια μέρα για τους εκάστοτε λόγους τραβάνε και οι δύο διαφορετικούς δρόμους και ορκίζονται να αγαπάνε ο ένας τον άλλον για πάντα. Μέχρι εδώ πολύ καλά.

Στο παραμύθι της ζωής όμως, η μοίρα έχει άλλα σχέδια. Μερικές φορές μάλιστα δεν έχει καν σημασία ποιος πληγώνει και ποιος πληγώνεται. Μερικές φορές μετά από ένα σημείο ξεχνάς. Τα βαριά λόγια και τους τσακωμούς, τις προσβολές και τα λάθη που έχεις κάνει και που έχεις δεχθεί. Το κατακάθι που θα μείνει όταν γυρίσεις το φλιτζάνι της σχέσης μας όμως, δεν είναι μαύρο. Αυτό είναι το θέμα με εμάς μάτια μου. Δεν μπορώ να σου θυμώσω για πολύ και εσύ δεν μπορείς να με αφήσεις να φύγω. Μοιραίο πάθος, ή μοιραίο λάθος; Κανείς μας δεν ξέρει τώρα πια.

Είναι όμως μερικά πράγματα που μπορώ να στα πω με σιγουριά. Όσα χρόνια και αν περάσουν και όσες στιγμές, δεν έχουμε φύγει ο ένας από τον άλλον απόλυτα. Μπορεί να έχουμε βάλει και οι δύο διαφορετικούς ανθρώπους δίπλα μας στο τιμόνι της ζωής, μπορεί ακόμα να τους αλλάζουμε με ταχύτητες φωτός κατά καιρούς γιατί όλοι και όλες δεν είχαν μέχρι στιγμής αυτό το κάτι που θα μας γεμίζει. Δεν ξέρουμε τι είναι αυτό το κάτι που ψάχνουμε και πάντα δραπετεύουμε από τα πρόσκαιρα πλαίσια του εκάστοτε  προσδιορισμού μας από κάποιον άλλον. Έχουμε ξεφτιλιστεί μεταξύ μας, μα έχουμε δεχθεί πλέον με ωριμότητα και αξιοπρέπεια τις εξελίξεις της ζωής και μπορούμε να πούμε, με περηφάνια στους γύρω μας πως τα πάμε υπέροχα χωριστά και αγαπιόμαστε σαν άτομα.

Όμως αυτό που δεν ξέρει κανένας άλλος, είναι πως διαβάζω τα μάτια σου. Μπορεί να έχω μήνες να σε δω μα με ένα μόνο βλέμμα σου ξέρω αν είσαι καλά ή όχι. Μαζί σου ξυπνά η έκτη μου αίσθηση. Γνωρίζω πότε με χρειάζεσαι και στέκομαι με πείσμα κοντά σου ακόμα και όταν μου λες πως θα τα καταφέρεις μόνος σου. Εγώ είμαι εκεί σιωπηλά σε μια γωνία και σε επικροτώ. Να ξέρεις δεν το μετανιώνω. Γιατί όταν δεν έρχομαι σε εσένα, τότε εσύ με ζητάς. Σέβομαι τη ζωή και τα όριά σου και εσύ κάνεις το ίδιο με τα δικά μου. Μα στα δύσκολα ζητάμε ο ένας τον άλλον.

Όσα χρόνια και αν περάσουν, όταν μας βάλεις μαζί στον ίδιο χώρο θα μιλήσουμε σαν φίλοι από παλιά. Ξέρω πια πως μπορώ με σιγουριά να ακουμπήσω την καρδιά μου πάνω σου όταν σε έχω απέναντί μου. Ξέρεις ότι μπορείς να κάνεις το ίδιο οποιαδήποτε στιγμή. Ξέρω ότι κάνεις σαν παιδί ώρες ώρες και ξέρω πώς να σε συνεφέρω.
Μπορεί να μου έχει φύγει ο έρωτας του πρώτου καιρού.
Μπορεί να μην  μπορώ πια να ενθουσιαστώ από τα λόγια σου και να μην πιστέψω ποτέ ξανά με τόση ευκολία σε εσένα.
Αλλά μας ενώνει κάτι μαγικό.

Ούτε εγώ ξέρω τι είναι και πώς να το περιγράψω. Κρατάω όμως περήφανα την ζωή μου στα χέρια μου και την φέρνω για λίγο δίπλα σου, τόσο όσο θέλω και μπορώ εγώ. Δε θα την πάρω ποτέ απόλυτα από κοντά σου, ακόμα και αν δεν καταλήξουμε ποτέ μαζί. Ίσως να είναι και καλύτερα. Ίσως απλά να γεννήθηκα για εσένα και γι’ αυτό να είμαι πάντα εκεί.
Χωρίς μελοδραματισμούς και εντάσεις.