Εκείνες οι μάνες που αγάπησαν και μίσησαν μια θερμοκοιτίδα

Εκείνες οι μάνες που αγάπησαν και μίσησαν μια θερμοκοιτίδα

Έρχεται στον κόσμο μετά από εννιά μήνες χτυποκάρδια και ταλαιπωρίες. Έχεις δει το σώμα σου να αλλάζει σταδιακά κι έχει φτάσει η ώρα να κάνει το ίδιο και η ζωή σου.
Ένα μικρό κλάμα και ελάχιστα αργότερα ένα φασκιωμένο ροδαλό μωρό έρχεται στο πλευρό σου και σου συστήνεται.
Το παιδί σου. Το παιδί σας. Είσαι πια μαμά. 

Όλα φαντάζουν ρόδινα στο βασίλειό σας. Το παιδί γεννήθηκε χωρίς προβλήματα, εσύ πονάς μεν αλλά μπροστά στο θαύμα που ξανοίγεται μπροστά σου δε λογαριάζεις τίποτα. Δυο μέρες και δυο νύχτες το έχεις συνέχεια κολλημένο πάνω σου. Διψάς να το μάθεις και να μάθει κι αυτό εσένα. Αν και φαίνεται πως η εννιάμηνη συγκατοίκηση σας έκανε να γνωριστείτε καλά. Κάνεις σχέδια για τη μέρα που θα βγείτε και θα πάτε σπίτι σας. Κι όσο εσύ κάνεις σχέδια, κάποιος εκεί πάνω γελάει.

Την τρίτη μέρα δε σου φέρνουν παιδί στο δωμάτιο. Αντίθετα, εμφανίζεται μια γιατρός. Παιδίατρος συστήνεται κι είναι σοβαρή. Κι εσένα η ψυχή σου κάνει ελεύθερη πτώση προς τα πόδια σου κι ακόμη παρακάτω. Πυρετός, σου λέει, δείκτης λοίμωξης ανεβασμένος, σου λέει, εντατική, σου λέει. Και η γη σταματά να γυρνάει.

Κι από τον όροφο με τα ροζ και τα μπλε μπαλόνια, τα γέλια και τον κόσμο που πάει κι έρχεται φορτωμένος λουλούδια και λαμπερά αρκουδάκια, βρίσκεσαι να περιμένεις να ανοίξει μια αυστηρή γυάλινη πόρτα. Εντατική νεογνών. Σε έναν όροφο που δεν ήξερες ότι υπήρχε. Και δεν ήθελες και να μάθεις, αλλά δε σε ρωτάει κανείς για το τι θα φέρει το παρακάτω.

Μισή ώρα μόνο για το πρωί και μισή για το απόγευμα σου λένε. Κι εσύ βλέπεις το θαύμα της ζωής σου, το κέντρο του κόσμου σου κλεισμένο μέσα σε ένα γυάλινο κουτί. Θερμοκοιτίδα το λένε. Και δε σε νοιάζει πώς το λένε, δε σε νοιάζει αν εκεί μέσα είναι καλά. Η αγκαλιά σου είναι αδειανή, εκεί που είχες συνηθίσει να γεμίζει με το μικροσκοπικό κορμάκι του. Το παιδί έχει ανάγκη φροντίδας κι εσύ είσαι δυστυχισμένη, πιο δυστυχισμένη από ποτέ.

Πέντε μέρες το ελάχιστο, σου λένε. Μετά βλέπουμε. Κι εσύ μετράς βασανιστικά τα δευτερόλεπτα που χωρίζουν τις επισκέψεις σου. Παλεύεις στο σπίτι με το θήλαστρο, με ένα γάλα που από το πολύ κλάμα αρνείται να κατέβει, για να πας κάτι στο παιδί. Μια ελάχιστη κατάθεση της αγάπης. Ένα ταπεινό συμπλήρωμα στο γάλα που δίνουν ήδη στο παιδί σου για να το δυναμώσουν, να στο κάνουν καλά. Το γάλα της μάνας. Μετράς τις σταγόνες του κάθε που το βάζεις στο μικρό δοχειάκι με την παγοκύστη για να το μεταφέρεις. Κάθε σταγόνα μετράει. Κάθε σταγόνα κρύβει τόνους από την αγάπη και τον πόνο σου.

Κι όσο είσαι εκεί μέσα, μέσα στην εντατική που δεν ήξερες πως υπήρχε, παρατηρείς και τριγύρω. Βλέπεις παιδάκια τοσοδούλικα, πρόωρα, κάτω από λάμπες με κλειστά τα μάτια, με σωληνάκια, με μηχανήματα υποστήριξης. Βλέπεις γονείς να περιμένουν μαζί με σένα για ένα ενθαρρυντικό βλέμμα του παιδίατρου. Άλλη μια εξέταση βγήκε καλή, ένα σωληνάκι βγήκε, δεν έχει πυρετό, πήρε βάρος. Βγαίνετε. Βλέπεις ζευγάρια να κλαίνε, να γελάνε, να βαστάει ο ένας τον άλλο, να δίνει κουράγιο ο ένας στον άλλο. Πόσοι κόσμοι υπάρχουν πέραν από αυτούς που βλέπουμε; Αναρωτιέσαι...

Στους διαδρόμους κρέμονται κάδρα με φωτογραφίες παιδιών που νοσηλεύτηκαν για μήνες και τα κατάφεραν. Πάλεψαν από τόσο μικρά για τη ζωή τους και βγήκαν νικητές. Και σκέφτεσαι τους γονείς, μαζί με αυτούς και σένα, που ξέρεις ότι ήσουν τυχερή. Τι ψυχικό απόθεμα θέλει να κλείνεις την πόρτα και να αφήνεις πίσω μόνο του το παιδί σου; Να αγγίζεις τη θερμοκοιτίδα αντί για εκείνο; Να κοιτάς την οθόνη με τους παλμούς του και να συντονίζεις τους δικούς σου στους δικούς του; Τώρα αυξήθηκαν, τρέχει κάτι; Καρδιοχτυπάς. Τώρα έπεσαν, ηρέμησε. Ηρεμείς.

Κάπου εκεί μέσα, στον απίστευτο πόνο της περιπέτειας του σπλάχνου σου, ζυγίζεις αλλιώς τα πάντα. Κι εκτιμάς όσα σου δίνονται. Το δικό σου μωρό βγήκε στις πέντε μέρες. Ήδη από τις τρεις, μπορούσες να το πάρεις κι αγκαλιά με μάσκα και ποδιά χειρουργική. Αμελητέα λεπτομέρεια μπροστά στην αγκαλιά σου που ξαναγέμισε. Είναι όμως κι άλλες μάνες που για μέρες, για βδομάδες ατέλειωτες περιμένουν και αγαπούν και παράλληλα μισούν μια θερμοκοιτίδα. Γιατί εκεί μέσα βρίσκεται ό,τι πολυτιμότερο έχουν.

Είσαι κι εσύ από τις μάνες που αγάπησαν και μίσησαν μια θερμοκοιτίδα. Γιατί μέσα της προστάτευε το πολύτιμό σου. Και παράλληλα στο στερούσε.
Και δεν είσαι η μόνη. Είστε πολλές. Αποχωριστήκατε το διαλεχτό σας, λίγο ή πολύ, κι εκτιμήσατε αυτό που σας δόθηκε, ακριβώς επειδή για λίγο ή πολύ το στερηθήκατε:
την ευλογία μιας γεμάτης αγκαλιάς...