Τα διαφοροποιημένα όρια των παιδιών συγκρούονται μέσα στη σχολική τάξη

Τα διαφοροποιημένα όρια των παιδιών συγκρούονται μέσα στη σχολική τάξη

Οι γονείς αναγνωρίζουν από πολύ νωρίς τη σημασία των ορίων στο μεγάλωμα του παιδιού τους, όπως αναγνωρίζουν, επίσης, τη δυσκολία που έχουν πολλές φορές στο να οριοθετήσουν ουσιαστικά και απόλυτα αυτά τα όρια.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα παιδιά έχουν ανάγκη από τα όρια, γιατί τους καλλιεργούν το αίσθημα της ασφάλειας και τα βοηθούν να οικοδομήσουν μια αρμονική συνύπαρξη με τους άλλους.

Οι λόγοι που οι γονείς αδυνατούν να τηρήσουν τα όρια που οι ίδιοι έχουν χαράξει είναι διάφοροι. Οι απαιτητικές συνθήκες της καθημερινότητας, που τεστάρουν τις αντοχές όλων, ίσως να είναι ένας σημαντικός λόγος. Η σωματική κούραση, το άγχος, η έλλειψη υπομονής είναι παράγοντες που δε διευκολύνουν τον γονιό να τηρήσει μια σταθερή στάση στην ικανοποίηση των αναγκών / απαιτήσεων του παιδιού τους.

Υπάρχουν φυσικά κάποια γενικευμένα και στον κανόνα αποδεκτά όρια που εφαρμόζουμε όλοι και τα οποία σχετίζονται με την ασφάλειά του, με την υγεία του, τη διατροφή του κλπ. Υπάρχουν, όμως, και κάποια όρια που διαφοροποιούνται κατά περίσταση και κατά οικογένεια, ανάλογα με την κοσμοθεωρία των γονέων, αλλά και τα στοιχεία του χαρακτήρα που έχει ήδη διαμορφώσει κάθε παιδί.

Αυτά τα ρευστά όρια που μπορεί να διαχειρίζεται το παιδί στο πλαίσιο της οικογένειάς του και στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, το οποίο περιλαμβάνει τα άλλα μέλη της οικογένειας και το φιλικό περιβάλλον που το πλαισιώνει, έρχονται σε σύγκρουση μέσα στη σχολική τάξη, κυρίως στην Α΄ δημοτικού. Και αναφέρομαι στην Πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου και όχι στο Νηπιαγωγείο, γιατί εκεί υπάρχει μια άλλη ελαστικότητα και ευελιξία στη διαχείριση του χρόνου.

Στο δημοτικό σχολείο το παιδί πρέπει να προσαρμοστεί μέσα σε ένα πιο αυστηρά διαμορφωμένο μαθησιακό περιβάλλον, πρέπει να συνηθίσει στο να κάθεται αρκετή ώρα στην καρέκλα του, να προσέχει στο μάθημα περισσότερο χρόνο από αυτόν που αντέχει για την ηλικία του, να ανταποκριθεί στη διδασκαλία της πρώτης γραφής και ανάγνωσης, να μάθει να ελέγχει την ανάγκη του για παιχνίδι.

Μπορεί αυτά να ακούγονται απλά, αλλά αποτελούν μια σύνθεση και περίπλοκη διαδικασία για το μικρό παιδί, καθώς τα όρια που είχε συνηθίσει να ελέγχει και να διαχειρίζεται με το κλάμα, την γκρίνια και τον θυμό τώρα έρχονται σε σύγκρουση με τα όρια των συμμαθητών του, αλλά και με τα όρια που θέτει ένας ακόμα ενήλικας, ο δάσκαλός του. Όσο πιο χαλαρή είναι η τήρηση των ορίων από το παιδί στο σπίτι του, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πίεση που νιώθει να του ασκείται, η απογοήτευση και ενδεχομένως και η άρνησή του για το σχολείο.

Ο εκπαιδευτικός της τάξης καλείται να εξισορροπήσει αυτές τις διαφοροποιημένες ανάγκες των μαθητών του, με τρόπο όμως που δε θα επηρεάσει τα όρια που θέτει ο ίδιος μέσα στη τάξη, ώστε να τα παιδιά να προσαρμοστούν και να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του αναλυτικού προγράμματος της Α΄ τάξης.

Η καλή συνεργασία με τους γονείς είναι το κλειδί που θα διευκολύνει τη γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη προσαρμογή του παιδιού στα νέα μαθησιακά δεδομένα και μέσα στη σχολική τάξη. Είναι σημαντικό να αποδεχτούν και να κατανοήσουν ότι θα πρέπει να ακολουθείται, στο δυνατό βαθμό, μια κοινή γραμμή στη διαχείριση της άρνησης του παιδιού τους να τηρήσει τα όρια που του έχουν θέσει.

Τα παιδιά είναι πολύ έξυπνα και προσπαθούν πολλές φορές να ελέγξουν με χειριστικό τρόπο τα όρια που δεν ικανοποιούν άμεσα την ανάγκη τους σε μια δεδομένη στιγμή. Ένα παιδί που κλαίει με το παραμικρό, που θυμώνει και διεκδικεί με τρόπο απαιτητικό, που αρνείται να συνεργαστεί γιατί δεν ικανοποιήθηκε η επιθυμία του, είναι ένα παιδί που ταλαιπωρείται το ίδιο και ταλαιπωρεί και τους άλλους γύρω του. Κι εμείς, γονείς και δάσκαλοι, θέλουμε τα παιδιά να είναι χαρούμενα, αλλά και να μάθουν να σέβονται και τις ανάγκες των άλλων.