Μια φορά κι ένα καιρό ήμουν Εγ…

Μια φορά κι ένα καιρό ήμουν Εγ…(πηγή pixabay)

Πάντα βρισκόμουν στο παρά πέντε να γίνω εγώ! Όμως κάτι που δε καταλάβαινα συνέβαινε, και έμενα στο τέλος χωρίς το ωμέγα μου. Ήμουν για χρόνια ένας ατελής άνθρωπος, και ξέρετε ποιο ήταν το ωραίο; Ότι εγ… δεν είχα να ζηλέψω τίποτα από κανένα, αντιθέτως, όλοι με θεωρούσαν ένα αξιοζήλευτο άτομο.

Μια μέρα λοιπόν, καθώς περπατούσα στο δρόμο, έπεσαν τα τσιγάρα απ τη τσέπη μου. Μια φωνή ακούστηκε πίσω μου.. «Έι ΕΣΥ»! μπλά μπλά μπλά, δεν είχε νόημα το συμβάν, όσο η προσφώνηση. Πάντα οι άλλοι με αντιμετώπιζαν σαν κάτι ολόκληρο όταν μου απευθύνονταν σε δεύτερο πρόσωπο! Στο τρίτο δε, έδινα ρέστα! Έκανε αυτό, είπε το άλλο λέγανε μόλις γυρνούσα τη πλάτη μου.

Εγ… λοιπόν, έμοιαζα ένας ατρόμητος, αγέρωχος, ανταγωνιστικός άνθρωπος. Μόνο που δεν ήμουν εγ… αλλά αυτός! Σε τρίτο πρόσωπο! και αυτή η προσωπικότητα που πούλαγε τέλεια αυτή την εικόνα προς τα έξω, ήταν ουσιαστικά αυτό που πίστευαν οι άλλοι για εμένα! Και μεταξύ μας, με βόλευε να με βλέπουν έτσι! Στο τρίτο πρόσωπο, ήμουν ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, και κόπιαζα να ταΐζω αυτή μου την ολοκλήρωση!

Έφτασε όμως μια μέρα, που κουράστηκα να είμαι ένας ατελής άνθρωπος. Έφτασε η μέρα που έπρεπε να βάλω στο εγ… ένα ωμέγα. Ένα τέλος που να ακουστεί τόσο βροντερό, να είναι τόσο δυναμικό, που να κάνει σεισμό όταν πάρει τη θέση του δίπλα απ το  ατελές εγ… μου. Ένας ήταν ο τρόπος. Να σταματήσω να ταΐζω το τρίτο πρόσωπο.
Σταμάτησα λοιπόν να έχω τη διάθεση  του «είμαι» επειδή το προσπαθώ, μπας και τελικά «γίνω» το αποτέλεσμα αυτού που δεν «είμαι». Ένιωσα τα φώτα να σβήνουν, την αυλαία να πέφτει. Δεν ήθελα να κρατήσω κανέναν δίπλα μου. άνοιξα τις πόρτες μου, άφησα τους πάντες να φύγουν. Σχεδόν τους έδιωξα με τις κλωτσιές. Και ανέπνευσα βαθιά.  Το ωμέγα μου, είχε πάρει τη θέση του, και πλέον ήμουν ΕΓΩ! Η πιο όμορφη εκδοχή όλων των προσώπων της γραμματικής που υπήρξα ως τώρα! Το πρώτο πρόσωπο!

Τότε, άνοιξα τις πόρτες μου ξανά, σ εκείνους που έμειναν διακριτικά και παρατηρούσαν από απόσταση. Σ' εκείνους τους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού, που κάνουν τη ζωή μου να έχει νόημα. Σ' εκείνους που έβλεπαν το ωμέγα μου, πριν καν το δω εγώ!