Μάνος Ελευθερίου: Ο φωτεινός ποιητής με τα μαλαματένια λόγια

Μάνος Ελευθερίου:  Ο φωτεινός ποιητής με τα μαλαματένια λόγια

Φτωχότερος ο χώρος της τέχνης και των γραμμάτων, μετά την απώλεια του σπουδαίου Έλληνα ποιητή, στιχουργού και πεζογράφου Μάνου Ελευθερίου, που έφυγε από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 80 ετών, στις 22 Ιουλίου 2018.

Ο Μάνος Ελευθερίου, είχε βραβευθεί από την Ακαδημία Αθηνών για τη συνολική προσφορά του στον χώρο των γραμμάτων. «Είναι μια φυσική συνέπεια ο θάνατος. Το δραματικό είναι να φεύγουν νέοι άνθρωποι», έλεγε πρόσφατα ο ίδιος στην «Εφημερίδα των Συντακτών», σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του… Ακόμα έλεγε: «Έχω μεγαλώσει, έφτασα σε μια ηλικία που διασκεδάσεις, γάμοι, βαφτίσια, στρατοδικεία όχι δικά μου, φίλων μου, λογής λογής διαδηλώσεις, έρωτες, πάθη, διαβάσματα, θέατρα, κινηματογράφοι όλα αυτά που συνθέτουν τη ζωή ενός ανθρώπου μου φαίνονται τώρα σαν να έγιναν όλα μαζί χθες το βράδυ. Συμπυκνώθηκε ο χρόνος».

Η ενασχόληση του Μάνου Ελευθερίου με τα θεατρικά έργα αρχίζει το 1961, απ’ όταν ήταν στρατιώτης.

«Καμιά φορά, τα διορθώνω» λέει. «Ίσως κάποτε βρουν άλλο δρόμο. Και τα βιβλία ή οι ποιητικές συλλογές απευθύνονται στο κοινό, χωρίς ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Είναι ένα μυστικό θέατρο που το παίζει μόνος του ο αναγνώστης. Η επαφή όμως με το κοινό του θεάτρου έχει άλλη μαγεία. Αυτό το γραπτό παίρνει σάρκα και οστά μέσα από μια πολύ συγκεκριμένη σκηνοθετική ματιά και από έναν συγκεκριμένο πρωταγωνιστή. Ενστάσεις δεν είχα, χάρηκα μάλιστα τα σοφά «κλαδέματα»  του σκηνοθέτη στο κείμενο. Έγινε πιο «σφιχτό». Κράτησε την ψυχή του». Όταν γράφει κανείς, δεν νιώθει κανένα είδος ελευθερίας. Είτε είσαι σπουδαίος, είτε μέτριος, είτε «ανύπαρκτος», η αρρώστια παραμονεύει και σε χτυπάει. Το στομάχι σου καίγεται, τα χέρια σου τρέμουν, οι ταχυπαλμίες στήνουν χορό. Εκτός και αν είσαι τελείως αναίσθητος και τα καταφέρνεις. Η διαδικασία της γραφής είναι παντού η ίδια. Αλλάζει μόνο η μορφή του κειμένου. Όταν τελειώσεις, δίνεις τον τίτλο και το πετάς στην «αιωνιότητα»... Από εκεί και πέρα σε περιμένουν άλλες στενοχώριες. Αλλά αυτό είναι άλλο θέμα...»

O Μάνος Ελευθερίου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Ο πατέρας του ήταν ναυτικός. Σε ηλικία 14 ετών έρχεται με την οικογένειά του από τη Σύρο στην Αθήνα. Το 1955 γνωρίζεται με τον Άγγελο Τερζάκη, ο οποίος τον ωθεί να παρακολουθήσει μαθήματα στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου ως ακροατής. Το 1956 γράφεται στο τμήμα θεάτρου της Σχολής Σταυράκου με καθηγητές τον Χρήστο Βαχλιώτη, Γιώργο Θεοδοσιάδη και Γρηγόρη Γρηγορίου. Το 1960 στα Ιωάννινα, όπου βρέθηκε για τη στρατιωτική του θητεία, αρχίζει να γράφει θεατρικά έργα και ποιήματα. Το 1962 σε ηλικία μόλις 24 ετών δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Συνοικισμός», με δικά του χρήματα αλλά δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία. Την ίδια εποχή στα Ιωάννινα γράφει τους πρώτους στίχους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και «Το τρένο φεύγει στις 8:00» που αργότερα μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Τον Οκτώβριο του 1963 ξεκινά να εργάζεται στο «Reader’s Digest», όπου και παρέμεινε για τα επόμενα δεκαέξι χρόνια. Στο μεταξύ κυκλοφορούν τα δύο πρώτα του βιβλία με διηγήματα, «Το διευθυντήριο» (1964) και «Η σφαγή» (1965), για τα οποία γράφτηκαν εξαιρετικές κριτικές. Το 1964 παρουσιάζεται στην ελληνική δισκογραφία. Συνεργάζεται με τον συνθέτη Χρήστο Λεοντή καθώς και τον Μίκη Θεοδωράκη (1967), με τον οποίο η συνεργασία διακόπηκε λόγω της δικτατορίας. Τα συγκεκριμένα τραγούδια πρωτοκυκλοφόρησαν το 1970 στο Παρίσι. Συνεργάστηκε με τον Δήμο Μούτση («Άγιος Φεβρουάριος», 1971) και με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στον δίσκο «Θητεία», του οποίου η ηχογράφηση άρχισε τον Νοέμβριο του 1973, διακόπηκε από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και τελικά κυκλοφόρησε το 1974 με τη Μεταπολίτευση. Κατά καιρούς είχε συνεργαστεί σχεδόν με όλους τους Έλληνες συνθέτες, όπως με τον Σταύρο Κουγιουμτζή και τον τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα καθώς και με το Θανάση Γκαϊφύλλια στην «Ατέλειωτη Εκδρομή» (1975), τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Γιάννη Σπανό, τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Σταμάτη Κραουνάκη, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Γιώργο Χατζηνάσιο, τον Αντώνη Βαρδή και πολλούς άλλους. Παράλληλα έγραφε και εικονογραφούσε παραμύθια για παιδιά. Τη δεκαετία του '90 αρθρογραφεί και συγχρόνως κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές στον Αθήνα 9,84 και στο Δεύτερο Πρόγραμμα. Το 1994 εκδίδει τη πρώτη του νουβέλα με τίτλο «Το άγγιγμα του χρόνου». Το 2004 δημοσιεύει το πρώτο του μυθιστόρημα «Ο Καιρός των Χρυσανθέμων», που τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2005.

Το 2013 ο Μάνος Ελευθερίου βραβεύθηκε για την συνολική προσφορά του από την Ακαδημία Αθηνών.

«Παλιές αγάπες αγιασμένες και μικρές κι άλλες που μείνανε στον κόσμο κολασμένες σαν καραμέλες μες στο στόμα μας πικρές μας ταξιδεύουν κάθε βράδυ στοιχειωμένες...

Σε άδειο θέατρο».

«Του κόσμου ποιός το λύνει το κουβάρι

ποιός είναι καπετάνιος στα βουνά

ποιος δίνει την αγάπη και τη χάρη

και στις μυρτιές του Άδη σεργιανά

μαλαματένια λόγια στο χορτάρι

ποιος βρίσκει για την άλλη τη γενιά

Με δέσαν στα στενά και στους κανόνες

και ξημερώνοντας Παρασκευή τοξότες

φάλαγγες και λεγεώνες

με πήραν και με βάλαν σε κλουβί

και στα υπόγεια ζάρια τους αιώνες

παιχνίδι παίζουν οι αργυραμοιβοί...»