Ποτέ δεν είναι αργά για να ξεφύγεις από έναν άνδρα που σε κακοποιεί

Ποτέ δεν είναι αργά για να ξεφύγεις από έναν άνδρα που σε κακοποιεί

Χειμώνιασε πια...

Το φανερώνουν όλα, το μαρτυρούν τα ξερά και καφέ φύλλα από τα μεγάλα δέντρα

Λατρεύει να ακούει τον ήχο τους καθώς τα παπούτσια της, τα συναντούν στο πλακόστρωτο

Το φανερώνει η θάλασσα, καθώς ακόμη ένα πρωινό σαν το σημερινό την αγναντεύει από το βρεγμένο της παράθυρο.

Δεν μπορεί να αντισταθεί, παρότι το κρύο έχει γίνει τσουχτερό και βγαίνει στην μεγάλη της βεράντα

Μμμμ σαν να αγρίεψε για τα καλά ο καιρός σιγομουρμούρισε, καθώς η μικρή της γάτα έτρεξε να την υποδεχτεί, χαϊδεύοντάς την με την ουρά να τυλίγεται στο πόδι της

Παρατήρησε τη θάλασσα. Τα νερά της είχαν αρχίσει να σκουραίνουν, το ανοιχτό γαλάζιο είχε δώσει την θέση του σε μια βαθιά μπλε απόχρωση και το ανάλαφρο μα δροσερό αεράκι την έντυνε με μικρά λευκά προβατάκια.

Ας είναι μόνη. Είναι τελικά περήφανη με τον εαυτό της που τα κατάφερε να βρίσκεται εδώ, ήρεμη και υγιής.

Παρά τα χρόνια της η Κατερίνα, είναι μια ζωντανή αεικίνητη, δυναμική γυναίκα

Στο πρόσωπό της, εκεί στις βαθιές χαραγμένες ρυτίδες γύρω από τα μάτια, αυτά τα μάτια που τα μαρτυρούν όλα, και γύρω από τα καλοσχηματισμένα της κόκκινα χείλη, διακρίνεις μια κούραση, μα όχι τόσο από την ηλικία,- δεν την πήραν δα και τα χρόνια-, μα να, διακρίνεις την κούραση, διακρίνεις πως τα όσα πέρασαν, άφησαν σημάδια.

Δεν την πονούν πια τόσο όσο την κάνουν να θυμώνει και τότε τα μάτια αλλάζουν δείχνουν θλίψη δείχνουν πόνο.

Ω ναι, θυμώνει, θυμώνει πολύ. Για τα χρόνια που έχασε, τα χρόνια αυτά τα ωραία, τα δροσερά που άφησε να χαθούν. Κι ήταν πολλά...

Για μεγάλο διάστημα όταν συζήταγε γι’ αυτά, έβρισκε χίλιες δυο δικαιολογίες για την απαθή της στάση.

Τώρα πια παραδέχεται πως στάθηκε δειλή, άτολμη να πάρει τα ηνία της ζωής της στα χέρια της.

Καταφύγιο σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια, οι εικόνες από τα παιδικά της χρόνια.

Συνήθιζε να λέει πόσο ευτυχισμένη υπήρξε ως παιδί, εκεί στο πατρικό της σπίτι, που έμενε με τους γονείς και τον μικρότερό της αδερφό.

Οι γονείς της βαθιά ερωτευμένοι, μεγάλωσαν την Κατερίνα και τον μικρό της αδερφό, με πολλή αγάπη, πολλή τρυφερότητα και με μια οικονομική άνεση καλή για τα δεδομένα της τότε εποχής.

Η Κατερίνα μεγαλώνοντας οδηγήθηκε σε μια σειρά λάθος αποφάσεων, που της στοίχισαν όλη της την μετέπειτα ενήλικη ζωή.

Ή για την ακρίβεια της στοίχισαν τα καλύτερά της χρόνια.

Εγωισμός και περηφάνια την έσπρωξαν στον δρόμο του Σταμάτη, όπου πολύ γρήγορα βρέθηκε έγκυος και παντρεμένη μαζί του.

Δεν τον ερωτεύθηκε ποτέ! Δεν τον αγάπησε ποτέ!

Προσπάθησε με όλο της το είναι, μα δεν το κατάφερε ποτέ.

Ο Σταμάτης υπήρξε ένας κλασικός οικογενειάρχης, μεγαλωμένος τελείως διαφορετικά από την Κατερίνα,

Και θα ήταν όλα ήρεμα ή θα μπορούσαν να είναι, με μια Κατερίνα πιστή και αφοσιωμένη στο σπίτι, στον άντρα και στα παιδιά, εάν ο Σταμάτης δεν είχε δυο βασικά και κατά γενική ομολογία άσχημα ελαττώματα.

Ήταν απίστευτα σπαγγοραμένος σε βαθμό μιζέριας και αρκετά βίαιος, με ύπουλα και άξαφνα ξεσπάσματα επάνω της.

Όχι, ποτέ προς τα παιδιά. Ποτέ.

Μόνο προς την Κατερίνα.

Ισχυριζόμενος πάντα, πως η στάση της είναι αυτή που τον εξωθεί στα άκρα, πως η συμπεριφορά της είτε μιλούσε, είτε ήταν αμέτοχη στα λόγια του, ήταν αυτή που τον έβγαζε εκτός εαυτού και την χτυπούσε.

Από τον πρώτο καιρό κιόλας του συζυγικού τους βίου άρχισε το ξύλο.

Η Κατερίνα αρχικά έκανε μια δειλή απόπειρα να τον διώξει από το σπίτι για λίγους μήνες.

Μα με τα παρακάλια πως δεν θα ξανασυμβεί, με το να επιστρέφει δήθεν μετανιωμένος και να εκλιπαρεί για συγχώρεση, συν τα λόγια των γονιών της να τον δεχτεί, να ανεχτεί, να συγχωρέσει, βρέθηκε με άλλα δύο παιδιά συν την οικονομική ανέχεια και απόλυτη εξάρτηση από εκείνον.

Έτσι έκανε το λάθος να τον ξαναδεχτεί, να επιστρέψει και πάλι στο σπίτι.

Και φυσικά ο Σταμάτης δεν άλλαξε και φυσικά ο Σταμάτης έγινε ακόμη χειρότερος από πριν.

Έτσι η Κατερίνα δεν επιχείρησε να φύγει ποτέ ξανά. Τα δύο παιδιά έγιναν τρία και τα χρόνια περνούσαν.

Χρόνια δυστυχισμένα, ανέραστα, δίχως ίχνος έρωτα και αγάπης, ίχνος τρυφερότητας...

Η Κατερίνα έβγαλε όλη της την κρυμμένη αγάπη στα τρία της παιδιά, προσπαθούσε να κρύβει τα σημάδια από το πρόσωπο και κυρίως από την ψυχή της.

Τα παιδιά μεγάλωσαν και ένα ένα, πήρε τον δρόμο του για την δική του ζωή για το δικό του σπιτικό.

Όσα κι αν είδαν όσα κι αν άκουσαν, η Κατερίνα έκανε σπουδαία δουλεία με τα παιδιά της.

Έγιναν καλοί άνθρωποι, δοτικοί, με συναισθήματα αγάπης και συμπόνοιας για τον συνάνθρωπο.

Μοναδικό της μαξιλαράκι ασφάλειας, τούτο δω το εξοχικό.

Αυτό το σπίτι που βλέπει στην θάλασσα με τη μεγάλη βεράντα και τον μεγάλο καταπράσινο κήπο που μάτωσε άπειρες φορές τα χέρια της για να τον γεμίσει λουλούδια και δέντρα. Για μέρες τα δάχτυλά της, ήταν πρησμένα και ματωμένα από τα αγκάθια, φυτεύοντας τις λατρεμένες της τριανταφυλλιές.

Αυτό το σπίτι αγοράστηκε με πολύ κόπο και μεγάλες στερήσεις από την ίδια και τα παιδιά της. Με χίλια ζόρια είχε πείσει τον τσιγκούνη Σταμάτη να το αγοράσουν.

Όλα της τα χρόνια στερημένα δίπλα του.

Δεν ήξερε από λούσα, δεν γνώριζε από στολίδια. Για τον Σταμάτη ήταν όλα ανούσια και περιττά. Όλα με το σταγονόμετρο.

Ένα ωραίο πρωινό και αφού πίστεψε πως αφού τα παιδιά είχαν μεγαλώσει και φύγει για τα δικά τους σπίτια, ο Σταμάτης είχε και αυτός μεγαλώσει και θα ήταν πιο ήρεμος, έκανε το μεγάλο και τελευταίο του σφάλμα να σηκώσει και πάλι χέρι επάνω της.

Ήταν η τελευταία του φορά.

Η Κατερίνα μάζεψε ότι κι ότι έβρισκε, μη βλέποντας στην ουσία μπροστά της και έφυγε για το εξοχικό.

Δεν ξαναγύρισε ποτέ σε εκείνο το σπίτι, και φυσικά ούτε που δέχτηκε τον Σταμάτη όταν πήγε στο κατώφλι της για να τον ξαναδεχτεί έστω, μένοντας εκεί μαζί της.

Έκλεισε την πόρτα και ύστερα από σαρανταπέντε χρόνια κοινής πορείας, τον έβγαλε από την ζωή της.

Για πολύ καιρό μετά, δεν συγχωρούσε τον εαυτό της, για όσα επέτρεψε να της ισοπεδώσει για όσα επέτρεψε να της στερήσει.

Σήμερα που και που, ρίχνει κλεφτές ματιές στο παρελθόν, μα ακόμη την θυμώνουν και την πονάνε πολύ και ξαναγυρνά στο σήμερα.

Δεν μπορεί να διαγράψει το παρελθόν, μα έχει τα παιδιά , έχει τα εγγόνια της και πάνω από όλα έχει γαλήνη στην ψυχή της.

Ο Σταμάτης ζει και αυτός, μα δεν έχουν πολλά πολλά, πότε είχαν άλλωστε;

Παίρνει δύναμη βγαίνει στην βεράντα της μιλάει στα λουλούδια της στις γάτες της, είναι καλά, είναι ήρεμη.

Προσπάθησε ειλικρινά να τον καταλάβει, προσπάθησε ειλικρινά να τον συγχωρήσει μα μάταια…

Δεν κατάφερε τίποτα από τα δύο.

Λυπάται μόνο.

Για την ζωή που έχασε κοντά του.

Για τα όνειρα που άφησε μισά.

Και τώρα έχει αρχίσει να την τριβελίζει ένα ταξίδι που παρά τα χρόνια της θα ήθελε να κάνει…

Ένα ταξίδι για κείνη, μόνο για κείνη...

Ποτέ δεν είναι αργά, σκέφτεται. Ποτέ!

Εκείνη έστω και αργά, κατάφερε να ξεφύγει, ας είναι…

Εσύ;