My babyday: Πότε θα ξαναπάμε εκδρομή, μπαμπά;

My babyday: Αγαπητοί γονείς, μη φοβάστε να μας κυκλοφορήσετε. Μας αρέσει!

Με λένε Στεύη και είμαι μαμά. Κι αυτό είναι το ημερολόγιό μου. Είναι οι ιστορίες της καθημερινής μου τρέλας με το μωρό στο σπίτι. Γιατί ναι, δε σας το είπα, είμαι μωρομάνα. Βοήθειά μας.

Αγαπητό Ewoman,
με λένε Σωτήρη και ουκ ολίγες φορές έχω γίνει θέμα στη σελίδα σας. Η μαμά μου, δίχως φυσικά τη συνέναινεσή μου, βγάζει ό,τι άπλυτο έχω στη φόρα εκθέτοντάς με ανεπανόρθωτα σε παλιές και νέες μου κατακτήσεις. Σήμερα λοιπόν είναι η δική μου σειρά να την εκθέσω και θα το κάνω δίχως τύψεις κι ενοχές.

Σήμερα θα σας διηγηθώ το πρώτο μου ταξίδι.

Μέρες τώρα είχαν αρχίσει η μαμά με τον μπαμπά τα μυστικοσυμβούλια. Όχι να πάμε, όχι να μην πάμε, και τι καιρό θα έχει και πώς θα είναι με το παιδί, μη μας κρυώσει, μην ξεβολευτεί, μη δεν κάθεται. Μα να δες πόσο ανήσυχος είναι, έλεγε η μαμά. Πολύ ανησυχούν βρε παιδί μου αυτές οι μαμάδες. Κλαίω ανησυχεί, κάθομαι αραχτός και χαζολογάω, πάλι ανησυχεί...πφφ.
Ας τον παρακολουθήσουμε, έλεγε ο μπαμπάς, κι αν είναι κάνουμε μια δοκιμή και πάμε.
Όπως καταλάβατε, ήμουν κύριος τις επόμενες μέρες. Γιατί δε σας κρύβω πως καλός ο χειμώνας, αλλά πολύ κλεισούρα ρε παιδί μου κι εγώ είμαι αγόρι της περιπέτειας.
Με τα πολλά και με την άριστη διαγωγή μου -όχι παίζουμε- το ταξίδι αποφασίστηκε. Και τότε η μαμά ξεκίνησε τον προγραμματισμό και το πακετάρισμα. Τι υπερβολική πια αυτή η γυναίκα! Για τρεις μέρες μου έβαλε μαζί όλο το σπίτι. Και να μια ντάνα ρουχαλάκια κι άλλα τόσα φανελάκια, και πόσα πετσετάκια, σεντονάκια, καλτσάκια, κουβερτάκια. Βάσει των όσων στρίμωξε στη βαλίτσα εγώ τρεις μέρες θα έπρεπε να βρέχομαι, να αλλάζω και φτου κι από την αρχή, τουλάχιστον 5 φορές τη μέρα. Εμ δε σφάξανε. Αυτά στο σπίτι που βαριέμαι. Έξω κύριος.

Μαζί με τα προικιά μου, στην εξώπορτα του σπιτιού μας στοιβάχτηκε το πορτ μπεμπέ μου με τη βάση του, βραστήρας, αποστειρωτής, γάλατα, πάνες για ενδεχόμενο τρίμηνου αποκλεισμού από τον πολιτισμό, μωρομάντηλα (σε αντίστοιχη ποσότητα), μπουκάλια, κρέμες, σαπούνια, το ριλάξ και φυσικά το καρότσι μαζί με όλα μου τα παιχνίδια.
Περιττό να σας πω το εγκεφαλικό του μπαμπά όταν τα είδε όλα μαζεμένα.
Να στείλουμε μήπως το παιδί με το λεωφορείο, γιατί δεν το βλέπω να χωράει; της είπε και γέλασαν.
Εγώ όμως δεν εκτίμησα καθόλου μα καθόλου αυτό το χιουμοράκι.
Εν τέλει στριμώχτηκαν και καλά να πάθουν με τέτοια αστεία που λένε -γιατί εγώ στη θεσούλα μου αρχονταρίκι, δε με ενόχλησε κανείς. Ίσως λίγο ο ήλιος αλλά με ένα κλαματάκι η μαμά που εννοείται καθόταν πίσω μαζί μου, αναλάμβανε να μου κάνει σκιά. Νομίζω πως το καλοκαίρι θα ζητάω και αέρα, χαλαρά με παίρνει...

Και κάπως έτσι, μετά κι από μια στάση για καφέ όπου κυκλοφόρησα στο νυφοπάζαρο της Χαλκίδας, είδα τον Κίμωνα, τον πρώτο μου φίλο από το μαιευτήριο κι ανταλλάξαμε απόψεις περί της ζωής, των υπερβολικών μαμάδων μας, των σούπερ άνετων μπαμπάδων μας και φυσικά των ζουμπουρλούδικων μπουμπούδων που περνούσαν από μπροστά μας, φτάσαμε στο εξοχικό.

Οι μέρες πέρασαν σένια, τι να λέμε. Εγώ κύριος. Και γιατί να μην είμαι, άλλωστε, αφού τους είχα όλη μέρα πάνω από το κεφάλι μου να μου μιλάνε, να μου τραγουδάνε, να με φωτογραφίζουν και φυσικά να με κάνουν ατέλειωτες βόλτες. Μεγάλο πράγμα οι βόλτες φίλοι μου, το φιλοσόφησα τώρα.

Ήπια γάλα δίπλα σε πισίνα, βόλταρα σε λιμάνια, σε ποτάμια και γεφυράκια, άπλωσα την αρίδα μου σε μια καναπεδάρα πάνω στο κύμα κυριολεκτικά κι έτσι επειδή ήμουν ορεξάτος -ένεκα η εξοχή-, τους έκανα να με αλλάξουν σε κάθε πιθανό και απίθανο σημείο. Αλλά δε φταίω εγώ γι' αυτό.
Ποιος σας είπε κύριοι μεγάλοι να μην έχετε προβλέψει χώρο στα μαγαζιά σας για να αλλάζουν τα μωρά;
Δηλαδή εμείς τι; Στο σπίτι θα τη βγάζουμε συνέχεια;
Αμ δε!
Τα' κανα κι εγώ και με άλλαξαν 2 φορές στο αμάξι, με επεισοδιακό τρόπο. Δε θα ξεχάσω τον μπαμπά σφηνωμένο μεταξύ πίσω καθίσματος και πλάτης οδηγού, με μένα ξαπλωμένο πασά πίσω, να με αλλάζει κι όταν τελειώνει αυτός, εγώ να θυμάμαι ότι κάτι ξέχασα και να τα ξανακάνω.
Βγαίνει κι άλλο, να φωνάζει ο μπαμπάς με πανικό στη μαμά, που τροφοδοτούσε με τα απαραίτητα δίπλα του και που αγχωνόταν αν θα φτάσουν τα μωρομάντηλα.
Πολλή πλάκα τι να λέμε. Τουλάχιστον δεν έκλαψε το παιδί, λέγανε μετά. Μα γιατί να κλάψω, τους απαντούσα από μέσα μου. Μια χαρά πλάκα έσπασα με τα πανικόβλητα μούτρα σας. Πρώτη φάση!

Πάντως το πείραμα πέτυχε. Και οι γονείς ευχαριστήθηκαν, έτσι κατάλαβα τουλάχιστον, κι εγώ πέρασα φίνα. Βέβαια κράτησε λίγο, αλλά δεν πειράζει. Τώρα καλόμαθαν κι αυτοί. Ο μπαμπάς είπε ότι θα ξαναπάμε. Κι εγώ το περιμένω πώς και πώς. Κι αν δω ότι το αργούν, έχω εγώ τον τρόπο μου να σπρώξω τα πράγματα...

Όσο για σας αγαπητοί γονείς που φοβάστε να μας κυκλοφορήσετε, μιλώ εξ ονόματος των απανταχού μπομπιράκων, τολμήστε. Δεν είμαστε από ζάχαρη και δεν πρόκειται να πάθουμε τίποτα. Πώς να το πάθουμε άλλωστε το τίποτα, αφού είστε εσείς δίπλα μας και μας προσέχετε;
Μπορεί να έχει λίγο κουβάλημα η υπόθεση -γιατί θα πρέπει να το ομολογήσω πως η μαμά μου είχε προβλέψει τελικά για όλα- αλλά το αποτέλεσμα αξίζει. Τους δικούς μου γονείς τους αποζημίωσα με ένα σωρό κουβέντες και χαμόγελα και για πρώτη φορά μετά από 3 σχεδόν μήνες ζωής με ύπνο όλο το βράδυ... Και ειδικά αυτό το τελευταίο, όσο να πεις είναι ισχυρό δέλεαρ.

Καιρός να σας αφήσω όμως. Έχω ώρα να κλάψω και το βλέπω εγώ στο μάτι της μαμάς ότι ανησυχεί. Ας τη χορέψω λίγο λοιπόν για να μην αγχώνεται ότι κάτι έχω... -γυναίκες ρε φίλε, καλά τα λέει ο μπαμπάς.
Ciao!

Υπογραφή:
Ο Σωτηράκης σας.