Η χρήση της οθόνης επηρεάζει τη συγκέντρωση προσοχής στα παιδιά

Η απεριόριστη χρήση της οθόνης προκαλεί στα παιδιά δυσκολία  στη συγκέντρωση της προσοχής

Ένα φαινόμενο που προβληματίζει σήμερα τους εκπαιδευτικούς είναι η αδυναμία συγκέντρωσης των μαθητών, χωρίς αυτή να οφείλεται σε μαθησιακή δυσκολία, όπως η ΔΕΠΥ.

Αυτό που παρατηρείται μέσα στις σχολικές τάξεις, είναι πως μεγάλος αριθμός μαθητών δυσκολεύεται να διατηρήσει την προσοχή του μέσα στο μάθημα, σε όλες τις παραμέτρους του. Επιπλέον, η συγκέντρωση τους αποσπάται με απίστευτη ευκολία, ανεξάρτητα από το πόσο σημαντική ή ασήμαντη είναι η πηγή περισπασμού.  

Η συγκέντρωση της προσοχής θεωρείται από τους παιδαγωγούς το κλειδί της μάθησης. Υποστηρίζουν πως ένα παιδί που συγκεντρώνεται, είναι ένα παιδί που μαθαίνει γρήγορα και αποτελεσματικά άλλες δεξιότητες, που είναι απαραίτητες στην καθημερινότητά του. Η μάθηση αυτή αφορά στον γνωστικό, στο συναισθηματικό και στον κοινωνικό τομέα. Ένα παιδί που συγκεντρώνεται γίνεται ένας ενήλικας που εστιάζει, λέει χαρακτηριστικά η Μοντεσσόρι. Αυτό που δε γνωρίζουμε είναι πως η συγκέντρωση προσοχής μαθαίνεται και το παιδί θα πρέπει να εξασκείται σ’ αυτήν από νωρίς.

Έχει αποδειχτεί ερευνητικά πως ένας από τους σοβαρούς παράγοντες που αποδυναμώνουν τη διάρκεια της προσοχής μας είναι η χρήση των υπολογιστών, των κινητών, των τάμπλετ και γενικότερα των «έξυπνων συσκευών». Τα παιδιά κινούνται σε δύο επίπεδα. Από τη μια ασχολούνται καθημερινά και για πολλές ώρες με τον δελεαστικό και προκλητικό κόσμο της οθόνης, ο οποίος χαρακτηρίζεται από τη γρήγορη εναλλαγή της εικόνας, τους δίνει πρόσβαση σε άπειρο υλικό σε ήχους, χρώματα και πληροφορίες. Οι επιλογές είναι τόσες πολλές, που δεν μπορούν να τις διαχειριστούν. Δε χρειάζεται να επιμείνουν, να προσπαθήσουν, να κρίνουν, να ολοκληρώσουν. Μεταπηδάνε από τη μια πληροφορία στην άλλη, από το ένα ερέθισμα στο άλλο μόλις βαρεθούν ή μόλις ζοριστούν.

Από την άλλη, έρχονται σε επαφή με τη στατική «εικόνα» της τάξης, που όλα παραμένουν στη θέση τους. Πώς μπορεί, λοιπόν, το παιδί να συγκεντρωθεί στα λόγια και στο πρόσωπο του δασκάλου για μία ή μιάμιση διδακτική ώρα, όταν έχει συνηθίσει να αλλάζει ερέθισμα μέσα σε λίγα μόλις λεπτά, μόλις το θελήσει και για όσο θελήσει;

Να γιατί, λοιπόν τα παιδιά βαριούνται μέσα στην τάξη και επιστρέφουν σπίτι μεταφέροντας την εντύπωση πως δεν κατάλαβαν το μάθημα από τον δάσκαλό τους. Κάπως έτσι, δημιουργούνται μαθησιακά κενά, τα οποία δεν οφείλονται πάντα στην αναποτελεσματική διδασκαλία, αλλά στη δυσκολία του παιδιού να συγκεντρωθεί και να παρακολουθήσει το μάθημα.

Υπάρχει, λοιπόν, μια ισχυρή αντίφαση ανάμεσα στον τρόπο που τα παιδιά δέχονται ερεθίσματα στο σπίτι και στο σχολείο. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε από το σπίτι, είναι να προσπαθήσουμε να «θωρακίσουμε» τα παιδιά από την απεριόριστη χρήση της οθόνης. Λέμε ναι, αλλά με μέτρο και με όρια.

Κι όσον αφορά τα πολύ μικρά παιδιά, ας επιστρέψουμε στα παιδικά βιβλία και στα παραμύθια, γιατί τους δίνουν την ευκαιρία να  «ρουφήξουν» με τις αισθήσεις τους την πλοκή και την εικονογράφηση, εξασκώντας τα στο να εστιάζουν και να παραμένουν συγκεντρωμένα.