Θέλω να με ακούς χωρίς να με κρίνεις

Θέλω να  με ακούς χωρίς να με κρίνεις

« Θέλω ….να ξέρεις ποια πράγματα σ’ ενοχλούν πάνω μου. Να τα αποδέχεσαι και να μην προσπαθείς να τ’ αλλάξεις » ( Χόρχε Μπουκάϊ )

Σταχυολογώντας  αποσπάσματα από το  «Θέλω» το μικρό βιβλίο της αγάπης του  Χόρχε Μπουκάι:

Θέλω....να  με ακούς χωρίς να με κρίνεις .                                                               

Γιατί το ν’ ακούς και να το κρίνεις είναι δύο πράγματα διαφορετικά και συχνά ασύμβατα. Όταν μ’ ακούς όπως εγώ θέλω, ακούς τη φωνή μου και τα λόγια μου. Όταν με κρίνεις, ακούς μόνο τα δικά σου λόγια,  που καμιά φορά δεν είναι  καν δικά σου. Είναι λόγια που φθάνουν σ’ εσένα, με τη φωνή όσων σε έκριναν και συνεχίζουν να σε κρίνουν χωρίς να σ’ έχουν ακούσει.

Θέλω ….τη γνώμη σου χωρίς συμβουλές.                                                                      

Γιατί οι συμβουλές έχουν ένα άρωμα έπαρσης κι αυτό δεν αντιπροσωπεύει τη σχέση που θέλω να έχω μαζί σου.  Μ’ ενδιαφέρει η γνώμη σου και την παίρνω σοβαρά υπόψη μου, ειδικά εκείνες τις στιγμές που εγώ προσωπικά σου τη ζητάω.

Θέλω ….τη βοήθειά σου κι όχι ν’ αποφασίζεις για μένα.                                              

Γιατί δεν μπορώ να κάνω χωρίς τη βοήθειά σου. Είναι πολύτιμη για μένα και την έχω ανάγκη, ποτέ όμως πριν προσπαθήσω. Οι αποφάσεις πρέπει να είναι δικές μου, γιατί πώς αλλιώς θα αισθανθώ υπευθυνότητα, για όσα κατάφερα χάρη σ’ αυτές.

Θέλω…. να  με προσέχεις  χωρίς να με ακυρώνεις.                                                    

Γιατί, όπως όλοι, έτσι κι εμένα μου αρέσει να με νοιάζονται και να με φροντίζουν - και γιατί καμιά φορά το έχω ανάγκη -, θέλω όμως η φροντίδα να έπεται κι όχι να προηγείται. Εγώ, είμαι «εγώ»  και όχι κάποιο υποκατάστατο του εαυτού μου. Όταν με ακυρώνεις, είτε συνειδητά είτε άθελά σου, με διώχνεις από τη ζωή σου κι έτσι χάνουμε εσύ εμένα κι εγώ εσένα.

Θέλω….να  μ’ αγκαλιάζεις χωρίς να με πνίγεις.                                                            

Γιατί η καλή αγκαλιά σου με κάνει να αισθάνομαι ασφάλεια και ηρεμία, ενώ η φυλακή της αγκαλιάς σου με κάνει ν’ ασφυκτιώ. Έχω ανάγκη τον αέρα στα πνευμόνια μου, ακόμα περισσότερο κι από εσένα  κι ας με πονάει που το λέω. Μέσα στη φυλακή των χεριών σου, δεν μπορώ να κάνω τίποτα - ούτε καν να σ’ αγαπώ -, καθώς η αγάπη είναι πράξη ελευθερίας.

Θέλω….να με εμψυχώνεις χωρίς να με σπρώχνεις.                                                      

Γιατί, όταν με εμψυχώνεις, με βοηθάς να προχωράω μπροστά, ακόμα και στις δύσκολες στιγμές, τότε που χάνω το κουράγιο μου και νιώθω να φτάνω στα όριά μου. Όμως, ο δικός μου χρόνος συχνά δεν ταυτίζεται με τον δικό σου κι όταν ενεργώ τη λάθος στιγμή, τα πράγματα δεν βγαίνουν όπως τα θέλω. Όταν πιέζομαι, τα κάνω όλα λάθος. Όταν με σπρώχνουν,  σκοντάφτω και πέφτω και πάντα στο τέλος χτυπάω.

Θέλω ….να ξέρεις πως σήμερα μπορείς να βασίζεσαι πάνω μου χωρίς όρους.

Γιατί «οι όροι ορίζουν», γιατί το σήμερα είναι μόνο « σήμερα » και γιατί, αν βασιζόμαστε ο ένας στον άλλο - εσύ σ’ εμένα κι εγώ σ’ εσένα - είμαστε πολλοί παραπάνω από δύο.