Εκείνοι οι άδειοι άνθρωποι που ζητούν αγάπη μα δε δίνουν

Εκείνοι οι άδειοι άνθρωποι που ζητούν αγάπη μα δε δίνουν

Εγώ έμαθα ό,τι αγαπάω να το προστατεύω, εσύ αντίθετα με εμένα έμαθες ό,τι αγαπάς να το σκοτώνεις κάθε μέρα.
Δίπλα σου ονειρεύτηκα όλα όσα με έκαναν να διώχνω τους δαίμονές μου.
Πάλεψα για εσένα σε δύσκολες μάχες, δεν το έβαλα ποτέ κάτω, δεν παράτησα τα όπλα.

Πιστός στρατιώτης δίπλα σου, όπως εσύ με είχες μάθει να είμαι εκεί για σένα...
Εσύ όμως; Χάθηκες στη διαδρομή. Πολλή αγάπη, βλέπεις, και δεν την άντεξες. Ήμουν λίγη για τα δικά σου θέλω και εσύ πολύς για μένα.
Εσύ ήσουν ο κριτής και ο δικαστής μου αλλά ποτέ ο άνθρωπός μου.

Σ' αγάπησα πολύ, τόσο πολύ που πίστεψα πως έφτανε και για τους δυο μας. Σε κυνήγησα και σε διεκδίκησα.
Εσύ μου έλεγες «φεύγα» κι εγώ εκεί. Ό,τι εγώ σου έδινα εσύ απλά το χρησιμοποιούσες, τα συναισθήματά μου, εμένα.

Δεν άργησα, και όχι άδικα, να γίνω «το σίγουράκι σου», η «καβάτζα σου». Έπαιζες με την ψυχή μου, κρυβόσουν μέσα στα όνειρά μου και τα μετέτρεπες σε εφιάλτες. Μηδένισες την αξιοπρέπειά μου .

Τώρα το κυνηγητό σου τελείωσε και θυμήθηκες πάλι πως υπάρχω, όπως τα παιδιά που ανακαλύπτουν τα παιχνίδια που είχαν ξεχασμένα στο πατάρι.
Μάθε πως πάλεψα πολύ, ξεπέρασα τα όριά μου και το τέλος δε με ενδιέφερε, ακροβατούσα σ’ ένα παρόν με αμέτρητες δικές σου απουσίες.
Σε δικαιολογούσα συνεχώς στον ίδιο μου τον εαυτό.
Λίγο πριν το τέλος συμβιβάστηκα πως εφόσον δεν μπορώ να διορθώσω κάτι, θα το δεχτώ αδιαμαρτύρητα.
Πόσο λάθος έκανα...

Τώρα δηλώνω απολύτως απεξαρτημένη από εσένα, καθαρή, από κάθε εθισμό δικό σου.
Με έμαθες πως η μεγαλύτερη αδιαφορία έρχεται μετά από μια μονόπλευρη αγάπη.
Άδειασα εμένα πιστεύοντας πως το αξίζεις, έπεσα, αλλά κοίτα με τώρα είμαι εδώ.
Το δεδομένο σου τώρα έγινε ζητούμενο κι εσύ παρέμεινες ένας άδειος άνθρωπος, που έμαθε μόνο να τον αγαπάνε αλλά όχι να αγαπά.
Μόνο να ζητά αγάπη, αλλά ποτέ να δίνει...