Όσο θα είσαι εδώ δεν θα φύγω ποτέ

Όσο θα είσαι εδώ δεν θα φύγω ποτέ(pixabay)

Και τον κοίταξε όπως δεν είχε κοιτάξει κανέναν άλλον εδώ και χρόνια.
Κι εκείνος το κατάλαβε.
Χαμογέλασε.
Της χαμογέλασε.

Τα μάτια της έλαμπαν περισσότερο από ποτέ.
Σα να την διαπερνούσαν οι ακτίνες του ήλιου.
Οι μέρες της δεν ήταν ποτέ ξανά ίδιες.
Οι μέρες του είχαν αποκτήσει άλλο νόημα.

Έμπλεξε τα δάχτυλα του στα δικά της και οι ματιές τους μιλούσαν περισσότερο από τους ίδιους.
Υπήρχε πάντα κάτι στον αέρα τους.
Το έβλεπες, το καταλάβαινες, από μακριά κανείς θα μπορούσε να διακρίνει το πώς ήταν ο ένας για τον άλλον.

Τόσο διαφορετικοί και τόσο ίδιοι μαζί. Γελούσαν πολύ. Μιλούσαν για τα πάντα.
Άκουγαν ο ένας τον άλλον. Μοιραζόντουσαν χαρές, λύπες, γέλια, κλάματα, προβληματισμούς, τα πάντα τους.
Δεν είχαν να κρύψουν τίποτα μεταξύ τους.
Μαζί ήταν φίλοι, εραστές, οικογένεια, σύντροφοι, ζευγάρι.
Κοιταζόντουσαν και είχαν τα βλέμματα των ερωτευμένων.

Είχαν ξεχάσει πώς είναι να έχεις αυτόν τον κόμπο στο στομάχι, τις πεταλούδες, την ταχυπαλμία.
Είχαν σταματήσει να ψάχνουν το άλλο τους μισό. Ήταν ολόκληροι. Μέχρι που συναντήθηκαν.

Ακόμα τον κοιτάει και λάμπουν τα μάτια της.
Κι εκείνος ακόμα χαμογελάει κάθε φορά που την βλέπει.
Δεν έχουν υποσχεθεί τίποτα ο ένας στον άλλον. Δεν έχουν κάνει μεγάλα όνειρα.
Όμως όσα έχουν κάνει είναι δικά τους.

Κρατάνε καθημερινά όλο το ζωικό βασίλειο και την ψυχή των μικρών παιδιών που δίνουν το πρώτο φιλί.
Ακόμα είναι ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλον. Σέβονται ο ένας τον άλλον.
Και κάνει ο ένας τον άλλον να γελάει με την ψυχή του.
Δεν δίνουν βαρύγδουπες δηλώσεις «για πάντα» όμως αγκαλιάζονται πάντα.

Τα χέρια τους είναι ακόμα μπλεγμένα και μαζί είναι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους.
«Θα είμαι εδώ για όσο» της είπε. Κι εκείνη χαμογέλασε.
«Όσο θα είσαι εδώ δεν θα φύγω ποτέ» απάντησε.

Ήξεραν κι οι δύο πώς αυτή ήταν η δική τους αλήθεια. Κι αυτή ίσως τελικά κρατούσε για πάντα.