Μαζί σου, ήμουν εκεί που έπρεπε να είμαι

Μαζί σου, ήμουν εκεί που έπρεπε να είμαι

Ήταν η τελευταία φορά που τον έβλεπε, σκέφτηκε.

Η τελευταία φορά που θα θυμάται το χαμόγελο του, την μυρωδιά του κι όσα θα της τον θύμιζαν.
Λίγα ρούχα που είχε βάλει στην βαλίτσα της, και όλες τις φωτογραφίες που της έδωσε εκείνος θα ήταν η ανάμνησή της. Κάτι από εκείνο το πολύ ερωτευμένο ζευγάρι.

Δεν ήξερε αν έκανε το σωστό.
Τα είχε κάνει όλα λάθος απ´ την αρχή.
«Δεν έπρεπε να τον είχα ερωτευτεί» είπε στους φίλους της.
«Δεν έπρεπε να με είχε ερωτευτεί ούτε εκείνος» τους έλεγε.
Ήταν τόσο δυνατό που ήταν σίγουρη η διάλυσή του, σκεφτόταν.

Ήταν η τελευταία φορά που τσακώθηκαν.
Η τελευταία φορά που φιλήθηκαν σαν ζευγάρι και συγχώρεσαν ο ένας τον άλλον για τα άσχημα που ήρθαν και θα έρχονταν.
Είχε τόσα να θυμάται από εκείνους.
Τόσα πολλά από εκείνον. Τόσα πολλά να ελπίζει.
Και ένα τέλος χωρίς καμία καινούρια αρχή.

«Θα τον διαγράψω απ´το μυαλό μου» τους έλεγε σαστισμένη με δάκρυα στα μάτια.
«Δεν μπορώ να πονάω και για τους δυο. Δεν αντέχω στη σκέψη ότι έκανε το ίδιο κι εκείνος.
Δεν μπορεί να μη θυμάται όλες μας τις στιγμές.

Καλές, κακές, χαρούμενες, με γέλια, με φωνές.
Δε γίνεται».
Ήταν η τελευταία φορά που έβλεπαν ο ένας τον άλλον. Η τελευταία φορά που μπορούσαν να αγκαλιάσουν ο ένας τον άλλον με τόση αγάπη.
Με τόση στοργή. Με τόσο έρωτα ακόμα.

Ήταν η τελευταία φορά που θα κοιτάζονταν στα μάτια χωρίς καμία σκέψη, μόνο με αγάπη, εκείνη που θυμίζει το πάντα που ορκίζονταν. Συνέχιζε να λέει για εκείνον στους φίλους της.
«Δεν μπορεί να είναι αλήθεια όλο αυτό. Είναι ένα χαζοστημένο αστείο. Ένα ψεύτικο όνειρο. Θα ξυπνήσω και θα είμαι εκεί που έπρεπε να είμαι» σκέφτηκε.

Όμως ήταν η τελευταία φορά που έμεινε εκεί.
Ήταν η τελευταία φορά που κοιμήθηκε σπίτι τους. Που ξύπνησε με εκείνον δίπλα της.
Ήταν η τελευταία τους φορά εκείνη η μέρα.

Κι έφτασε εκείνη η στιγμή.
«Θα σε διαγράψω απ´το μυαλό μου σα να μη σε γνώρισα ποτέ» είπε βιαστικά και μπήκε στο ασανσέρ με έναν σάκο στο χέρι κι εκείνον πίσω της να την ρωτάει αν είναι σίγουρη.
Συνέχιζε να το λέει δυνατά μέχρι να μπει στο αμάξι. Μέχρι να επιστρέψει στο δικό της σπίτι.

«Έχω τόσο πολύ ακόμα από σένα, τόσες πολλές αναμνήσεις, τόσο πολύ από τα πάντα σου. Στα μάτια μου, στο μυαλό μου, υπάρχουν μόνο εικόνες, μουσικές, Εσύ. Εσύ κι Εγώ. Που δεν κατάφερα να σε διαγράψω. Που τόσες φορές ευχήθηκα να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, τότε, στην τελευταία μας μέρα και να τα είχα κάνει όλα διαφορετικά. Να πατούσα ένα rewind, ένα repeat, ένα return και να βρισκόμουν μπροστά σου, σε εκείνο το καφέ που σε γνώρισα. Η αγάπη μου για σένα πάντα θα μπορεί να ξεπεράσει το τότε, το τώρα, τον όποιον.
Μαζί σου, ήμουν εκεί που έπρεπε να είμαι».