Το ανεκπλήρωτο δίνει αξία και νόημα στις αδιάφορες ζωές

Το ανεκπλήρωτο δίνει αξία και νόημα στις αδιάφορες ζωές

Κρυστάλλινα συναισθήματα που έγιναν θρύψαλα και δεν μπόρεσαν να κολλήσουν ξανά. Λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ πριν γίνουν πράξεις κι ένα σ’ αγαπώ που σβήστηκε στα χείλη, μένοντας για πάντα παραπονεμένο.

Χέρια που ποτέ δεν περπάτησαν μαζί και χωρίστηκαν στη μέση ενός δρόμου τσαλακώνοντας όλα τα όνειρα που’ χαν μέσα στις βαλίτσες. Κι ένα ταξίδι η πυξίδα του οποίου έδειχνε δύο διαφορετικούς προορισμούς με μία δυνατή αποχαιρετιστήρια αγκαλιά που έμελλε να είναι όμως η αρχή μιας νέας ζωής.

 Μιας ζωής που όλα της τα κομμάτια ήταν θαρρείς σαν να τα’ χε κόψει κάποιος στα δύο. Μιας ζωής που τα περισσότερα όνειρα ήταν κρεμασμένα από βροχερά και μονότονα σύννεφα. Μιας ζωής που μέχρι κι η ίδια η βροχή έπεφτε διαφορετικά, αλλιώς έσταζε από τα μάτια του ενός κι αλλιώς από τα μάτια του άλλου. Ο ένας έκλαιγε με δάκρυα γεμάτα ευτυχία αγνοώντας πως με το μαχαίρι της απόρριψης που κρατούσε είχε σκοτώσει κάποιον κι ο άλλος καθισμένος πάνω σε μια βάρκα που βούλιαζε, αργοπάλευε να σωθεί από τον πόνο της απώλειας και θρηνούσε για την αγάπη του που ποτέ δεν θα έβρισκε ανταπόκριση.

Κι ενώ το μαχαίρι αυτό του έπαιρνε μέσα από τα χέρια του κάθε μέρα με βάναυσο τρόπο την ζωή, εκείνος συνέχιζε να κάνει όνειρα και να ελπίζει πως μία μέρα θα αγαπάει ελεύθερα χωρίς καταπνίγει μέσα του αυτό το δυνατό συναίσθημα. Συνέχιζε να προσεύχεται και οι προσευχές του, έπαιρναν μορφή για δυο, έχοντας κάθε φορά τη μια και μοναδική ευχή. Να έρθει μια μέρα επιτέλους αυτός που πλήγωσε την ψυχή του και να την επουλώσει, βάζοντας σαν επίδεσμο το «σ’ αγαπώ» του. Αυτή η σκέψη όμως δεν ήταν μόνο μια ευχή, μια επιθυμία, αλλά με τον καιρό γινόταν ένα ουτοπικό όνειρο ζωής.

Μα αυτή είναι η αδυναμία των ανθρώπων, να επιθυμούν τα αδύνατα. Αυτή η επιμονή που έχουν να κυνηγούν πάντα τα δύσκολα, δεν μπορεί δυστυχώς να τη συλλάβει ο νους. Αν είχαν όμως από την άλλη όλα όσα ποθούσαν ίσως τότε το ταξίδι της αγάπης τους να μην είχε και τόσο μεγάλο νόημα. Τι να τα κάνει άλλωστε ο άνθρωπος τα έτοιμα και τα στρωμένα; Ο άνθρωπος είναι για να δημιουργεί και να μάχεται ασταμάτητα για αυτό που αγαπά.

Είναι δύσκολο πράγμα ωστόσο να αγαπάς και η αγάπη σου να οδεύει μόνη της σε μία κατεύθυνση που δεν βγάζει κάπου. Είναι κρίμα κι άδικο την ίδια στιγμή που εσύ ζωγραφίζεις στην ψυχή σου το πρόσωπο του αγαπημένου σου εκείνος να μην μπορεί να δει ποτέ το ποσό όμορφος είναι. Έτσι είναι όμως η ζωή, σε κάνει να κολλάς και να ονειρεύεσαι τα άπιαστα, αυτά που όσα αερόστατα και να έπαιρνες για να τα φτάσεις, πάντα κάποιο πουλί θα έβρισκε τρόπο να τα τρυπήσει.

Αυτά τα άπιαστα, που μέχρι και στο φεγγάρι να έφτανες, η αγάπη θα έβρισκε τρόπο να χαθεί μέσα στα αστέρια και να σε αποπλανήσει. Και κάπου εκεί από ψηλά που θα’ σουν και ο κόσμος θα φάνταζε στα μάτια σου μικρός θα καταλάβαινες πως η επιμονή και η υπομονή, δεν επιφέρουν πάντα αποτελέσματα και ότι το μόνο που καταφέρνουν είναι να σε κάνουν να αγαπάς περισσότερο. Να αγαπάς και να πιστεύεις σε ένα παραμύθι που εσύ απλά το’ χεις δημιουργήσει, κάνοντάς σε να το πιστέψεις κιόλας. Μην περιμένεις τον χρόνο να σε βοηθήσει και να σε αποπροσανατολίσει όμως ,γιατί ο ανθρώπινος νους ποτέ δεν ξεχνά, αλλά αντιθέτως τρέφεται από τις αναμνήσεις του.

Πώς να ξεχάσει άλλωστε το σκίρτημα της καρδιάς, εκείνο που κόντευε να τον ταράξει ολόκληρο, πως να ξεχάσει τον χορό που έστηνε κάθε φορά η ψυχή του σαν συναντούσε τον μουσικό του. Πως να ξεχάσει εκείνη τη μορφή που από το πρώτο λεπτό κατάφερε κι έδωσε μια αξία σε όλη την ύπαρξή του.

Άλλοι το τόλμησαν και το πάλεψαν να ξεφύγουν από τα δίχτυα της μνήμης και του έρωτα και τα κατάφεραν, πέταξαν με αερόστατα κι απέφυγαν τα άτακτα πουλιά. Άλλοι δεν προσπάθησαν καν κι έμειναν  με το μαχαίρι καρφωμένο στην ψυχή τους. Προτίμησαν να ζουν κάθε μέρα αγαπώντας αυτόν που τους σκότωσε. Προτίμησαν  να ζουν με το ανεκπλήρωτο και αυτό να έκαναν πνοή τους.

Και πού ξέρετε ίσως τελικά αυτό το ανεκπλήρωτο ευθύνεται που ακόμη ζουν, ίσως αυτό το ανεκπλήρωτο να δίνει νόημα και αξία ακόμη στην αδιάφορη ζωή τους.

Ασημίνας Μάνου