Φοβάμαι. Καληνύχτα. Σ’ αγαπάω

Φοβάμαι. Καληνύχτα. Σ’ αγαπάω

Βγήκα ήπια διασκέδασα. Κάποιον αγκάλιασα και φορούσε άρωμα πολύ. Γύρισα σπίτι και το άρωμά του είναι ακόμα στα χέρια μου. Και οι αιώνιοι συνειρμοί μου, μου προκαλούν στεναχώρια. Γιατί να μην έχω αγκαλιάσει εσένα. Ποιο άρωμα φοράς και μου σπάει τη μύτη κάθε φορά. Γιατί δε μυρίζουν εσένα τα σεντόνια μου;

Γιατί είμαι καταδικασμένη να ζω σε ένα αιώνιο γιατί; Μετά από τόσα χρόνια ρουτίνας και συναισθηματικού κενού γιατί έπρεπε εσύ να με βγάλεις από αυτό; Εσύ που δε μπορείς, ούτε νιώθεις, ούτε θες να δώσεις.
Τι γραμμένο είχαν για μένα φυλαγμένο; Και πότε θα τελειώσει; Πότε θα μου φύγει; Κι αν δε φύγει; Τι είναι αυτό που κάνεi κάποιον να υποφέρει συνειδητά και δεν αποδιώχνει μακριά ό,τι τον ταλαιπωρεί κατ' εξακολούθηση;

Γιατί κάνεις κύκλους γύρω μου; Κι εγώ γιατί σε αφήνω να γίνεσαι άξονάς μου; Γιατί δε φεύγω; Γιατί προσπάθησα να φύγω και δεν τα κατάφερα; Είμαι αδύναμη;  Μόνο εγώ βλέπω αυτό που θέλω να δω ή όντως υπάρχεις για κάποιο λόγο στην τροχιά μου; Γιατί χάνεις συνέχεια τις στιγμές μου; Γιατί δεν είσαι στις στιγμές μου; Και δε μιλώ για τις μεγάλες. Μιλώ για κείνες τις μικρές τις καθημερινές. Εκείνες που νευριάζω στη δουλειά με κάτι ασήμαντο μικρό.

Εκείνες που γκρινιάζω πως πεινάω ή νυστάζω. Γιατί δεν είσαι; Στις μεγάλες όμως είμαι και είσαι κ συ. Σε μια αρρώστια, σε μια μεγάλη γιορτή. Σε μια έντονη στεναχώρια. Φοβάσαι την απομυθοποίηση; Γιατί δε δοκιμάζεις για να δεις ότι δε θα ρθει. Εγώ αγόρι μου δεν αγάπησα το μύθο σου. Εσένα αγάπησα. Γιατί δεν το βλέπεις; Γιατί δεν το βλέπω κι εγώ; Να δω πως από ένα κάτι και ένα τίποτα πάντα νικάει το τίποτα.

Αυτό που μου άφησες για να πορεύομαι: Ένα τίποτα. Δυο ματιές, δυο φιλιά, δυο αγγίγματα που δε θυμάμαι πια την αίσθησή τους. Και συ να φεύγεις κάθε φορά χωρίς να φεύγεις.
Eίμαι κουρασμένη. Είμαι άρρωστη. Είμαι αυτή που πρέπει να είμαι χωρίς να μπορώ να το φωνάξω. Είμαι φαφλατάς. Θέλω να το ζω δυνατά. Μου φούσκωσες το μπαλόνι και δε με αφήνεις να το αφήσω να πετάξει στον ουρανό. Και το μπαλόνι θα τον χάσει τον αέρα του και θα ζαρώσει.

Θα γίνει άσχημο και θα πέσει στη γη. Αυτό θες; Αυτό νιώθεις; Βαρέθηκα να απορώ, να αναλύω και να πονάω. Κι από την άλλη δεν τα παρατάω γαμώτο μου. Δεν αξίζει κάτι τόσο δυνατό να το παρατήσω.

Κουράστηκα και θα ξαπλώσω. Εδώ στο κρεβάτι που τόσο σε ζητάει και σε μια αγκαλιά ανοιχτή που σε χωράει ολόκληρο. Είχα θάψει τον ρομαντισμό μου και τον ανέστησες. Θέλω πίσω την ψυχρή μου φύση ώρες ώρες. Ήμουν ασφαλής εκεί το ξέρεις; Φοβάμαι. Καληνύχτα. Σ’ αγαπάω.