Ο έρωτας στα χρόνια της καραντίνας

Έρωτας και καραντίνα, γίνεται; (pexels)

Είσαι μόνη. Έχουν περάσει αρκετές μέρες μοναξιάς. Γκόμενο δεν έχεις να το περάσετε μαζί. Μήτε είσαι ερωτευμένη με κανέναν. Δηλαδή σκέψου να είσαι σε καραντίνα, να μην έχεις κάποιον στο μυαλό σου και να μην υπάρχει κανείς που θα μπορείς να του πεις το πόσο φοβάσαι και να βρίσκεις δικαιολογίες να του στείλεις μια μαλακία για να περάσει η ώρα.

Ξέρεις πως η φίλη σου έχει τον άντρα της και μαλώνουν. Ε περνάει η ώρα. Η άλλη είναι ερωτευμένη και ανταλλάσσουν όλη μέρα τηλέφωνα και μηνύματα για το πόσο λείπουν ο ένας στον άλλον και αναμένουν διακαώς την ώρα που θα βρεθεί ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Το facebook δε θες να το ανοίγεις πολύ γιατί έχει μόνο ειδήσεις για τον γ@μημένο τον κορονοϊό. Άρα με τα δικά σου δυσάρεστα σενάρια, θα πεθάνεις σύντομα και χωρίς έρωτα.

Τι να κάνεις λοιπόν για να περάσει η ώρα; Θα μπεις σε εφαρμογή γνωριμιών. Θα ταιριάξεις μέσω φωτό με κάποιον και θα αρχίσετε να μιλάτε. Με μερικούς θα πεις δυο τρεις μαλ@κίες για την κατάσταση στον κόσμο και η κουβέντα δε θα κυλάει. Κάποιοι άλλοι που είναι στην κοσμάρα τους, θα ζητήσουν γυμνή φωτό σου, να εξασκηθούν στη πεομάλαξη μιας και δε δουλεύουν. Και πάνω που θα είσαι έτοιμη να το κλείσεις, σκάει γκομενάκι όμορφο, με αίσθηση του χιούμορ, έξυπνο, σέξυ τόσο όσο και η κουβέντα ρολλάρει τέλεια. Ανταλλάσσεται και messenger και ξεκινάει η καθημερινή γνωριμία. Φωτογραφίες ο ένας στον άλλον, κουβέντες πολιτικής, συζητήσεις παντώς θέματος, ταινίες, μουσικές και απόψεις. Ώρες στο τηλέφωνο. Και έχει κ πολύ ωραία φωνή. Ξεκινούν δειλά οι βιντεοκλήσεις. Και δε μένετε και μακριά ρε γαμώτο. Πόσο θα ήθελες να τον δεις από κοντά έστω για έναν καφέ. Δε θέλει μόνο να σε ρίξει στο κρεβάτι. Τον κερδίζεις μέρα με τη μέρα. Δεν είναι μικρός, άρα έχει σοφία και εμπειρίες. Δε θέλει το λίγο και το ανόητο. Θέλει το συνδυασμό σαν κι εσένα. Τον έρωτα, το καλό σεξ, τη συντροφικότητα, την ολοκλήρωση. Αρχίζει και σου γίνεται ανάγκη να βλέπεις την καλημέρα του το πρωί. Ξεκινάς να αγαπάς τις καληνύχτες του το ξημέρωμα. Καταριέσαι την ώρα και τη στιγμή του ξεφτιλισμένου ιού που σας κρατάει χώρια. Σου λέει λόγια όμορφα. Πως θέλει να σε φιλήσει, να σε αγγίξει, να σε φιλήσει παντού και να σου κάνει έρωτα. Θέλει να σε πάει στα μέρη που αγαπάει. Θέλει να δείτε μαζί την αγαπημένη του σειρά. Και ενώ έχεις ξεσηκωθεί και νιώθεις ερωτευμένη χωρίς καν να τον έχεις αγγίξει, το καμπανάκι της λογικής σε λέει ηλίθια. Γιατί θυμάσαι την αιώνια ατάκα: «Αν δε δεις πράξεις, ό,τι κι αν σου λέει ο άλλος είναι μαλακίες».

Εσύ όμως το ξέρεις. Πως με αυτόν όλα θα είναι διαφορετικά. Αλλά πότε; Θα κρατήσει αυτό για πολύ ή θα βαρεθεί μέχρι να μπορέσετε να βρεθείτε; Κι αν βρεθείτε θα είναι από κοντά όπως από το σπίτι. Κι αν δεν του αρέσει το σώμα σου; Κι αν, κι αν, κι αν.

Και σκέφτεσαι πως κάποιος σου κάνει πλάκα. Δεν είναι δυνατόν μετά από τόσο καιρό που ψάχνεις τον έναν, να τον βρίσκεις τώρα.

Δε μπορείς όμως να κάνεις κάτι. Απλά ελπίζεις. Ελπίζεις να τελειώσει το δράμα που πρωταγωνιστεί όλο το σύμπαν και μέσα από την αχτίδα φωτός που σου έδειξε αυτός ο νέος «έρωτας», όλα να πάνε κατ ευχήν.

Κι εγώ σου λέω πως αν το θέλει το γραφτό σας θα είστε μαζί. Αν όχι θα ξεφουσκώσει γρήγορα. Το σημαντικό όμως είναι, πως αν ακόμα και σε μια τέτοια τραγική στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας, εσύ καταφέρνεις να νιώθεις τη χαρά του πηγαίου έρωτα και κάνεις όνειρα, σημαίνει πως το καλό πάντα κερδίζει. Κι εσύ αυτό θα το κερδίσεις.