Σιχάθηκα να λέω «ναι», ενώ μέσα μου ουρλιάζω «όχι»

Σιχάθηκα να λέω πάντα «ναι». ενώ μέσα μου ουρλιάζω «όχι»

Υπάρχουν άνθρωποι δοτικοί. Άνθρωποι που προσφέρουν απλόχερα ό,τι διαθέτουν για τον άνθρωπο που νιώθουν κοντά τους. Συγγενή, φίλο, συνεργάτη, σύντροφο.
Γι’ αυτούς το “όχι” είναι λέξη σπάνια.

Χαρίζουν απλόχερα χατίρια, αδιαφορώντας για το προσωπικό κόστος που μπορεί αυτά να επιφέρουν. Δεν το κάνουν για να δημιουργήσουν υποχρεώσεις, ούτε για να τους δει ο άλλος με καλό μάτι, να τους συμπαθήσει. Το κάνουν γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας τους. Γεννήθηκαν για να προσφέρουν. Αγαπούν τα χαμόγελα των άλλων, αγαπούν να κάνουν τη ζωή των δίπλα εύκολη, ακόμη κι αν έτσι δυσκολεύουν τη δική τους .

Άλλωστε αναγνωρίζουν ότι δεν είμαστε όλοι δυνατοί σ’ αυτή τη γη. Εκείνοι ταξινομούνται στους δυνατούς, στους μαχητές. Γι’ αυτό κι επιλέγουν να βοηθήσουν τους αδύναμους, τους αδικημένους, τους κατατρεγμένους.

Το πρόβλημα είναι ότι δε βοηθούν μόνο αυτούς. Κι ότι πολλές φορές μάλιστα, αναλώνονται να βοηθήσουν άλλους, στερώντας την αρωγή τους από κάποιους που τους χρειάζονται στ’αλήθεια.

Βλέπετε υπάρχουν και οι κατά φαντασίαν αδύναμοι κι ανήμποροι. Στο λεξικό τούς βρίσκεις “βολεψάκηδες”, παρτάκηδες”, “συμφεροντολόγους” κι ενίοτε “υποκριτές”. Ποικίλουν οι όροι που μπορεί κανείς να τους χαρακτηρίσει.

Το δεδομένο πάντως, παραμένει ένα. Οι άνθρωποι αυτοί εκμεταλλεύονται την έμφυτη καλοσύνη κι επιθυμία προσφοράς, για δικό τους συμφέρον.

Βγάζουν σε δημοπρασία την αγάπη, τη φιλία, τη συγγένεια, την ανθρώπινη σχέση και πουλάνε τα χαμόγελα τους. Χάρη, με αντάλλαγμα ένα κέρασμα. Κέρασμα φτηνό, ένα χαμόγελο πουλημένο ή ψήγματα κοινωνικής αγάπης .Άλλωστε εκείνοι που με την καρδιά τους προσφέρουν, βολεύονται με ψίχουλα που οι άλλοι τους χαρίζουν για ψωμί.

Κάνουν τη δουλειά τους στην πλάτη του άλλου, βολεύουν τις δύσκολες καταστάσεις τους, καρπώνονται ξένους κόπους. Θα τους ακούσεις να κλαίγονται, να γκρινιάζουν, να μιζεριάζουν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.Κι εσύ, ως γνήσιος μαχητής, θα θέσεις στόχο ζωής να απαλλάξεις τον “άνθρωπό” σου από τα περιττά βάρη. Δε θα συναντήσεις αντίσταση. Άλλωστε αυτός είναι κι ο σκοπός τους. Να τα φορτώσουν σε ξένες πλάτες για να ελαφρύνουν τις δικές τους.

Δεν είναι ότι δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν.
Γιατί όμως να χρησιμοποιήσουν τα πόδια τους, όταν μπορούν να φορτωθούν σε ξένους, φιλότιμους ώμους;

Εσύ σε χαρακτηρίζεις φιλότιμο, ενώ στη σκέψη εκείνων είσαι καταχωρημένος ως θύμα. Και δυστυχώς είσαι. Ένα θύμα που θα δεχτεί ακόμη και τις φωνές τους, την αρνητική κριτική και κάθε καπρίτσιο, όταν αυτό που εθελοντικά κάνεις -να το τονίζουμε αυτό- δε γίνεται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες που σου έχουν επιβάλει. Από εθελοντής γίνεσαι υπάλληλος, σκλάβος, υπόχρεος να φέρεις εις πέρας την αποστολή σου. Παράνοια.

Δε σε χρειάζεται, απλά σε χρησιμοποιεί. Ξύπνα!

Ο άνθρωπος που αληθινά έχει ανάγκη, θα εκτιμήσει οτιδήποτε κάνεις. Θα χαμογελά αυθεντικά και με ευγνωμοσύνη και δε θα δείχνει τα δόντια του αν ξεφεύγεις από κατευθυντήριες οδούς. Μα τι λέμε αλήθεια τώρα; Ποιες κατευθυντήριες; Ποιος άνθρωπος που είναι πραγματικά αδύναμος, απελπισμένος και χρειάζεται βοήθεια, θα εξετάσει τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν;

Ποιος θα λάβει το μάννα εξ ουρανού και θα ψάξει να βρει αν είναι με καλαμπόκι ή σίκαλη;

Σιχάθηκα να συναναστρέφομαι παρτάλια. Νισάφι πια. Σε θυμάμαι όταν σε χρειάζομαι. Θυμάμαι ότι είμαι ο φίλος, ο συγγενής, ο καλός συνάδελφος.

Σιχάθηκα να λέω πάντα “ναι”, ενώ διψάω να σου βροντοφωνάξω ένα “όχι” πανηγυρικό.

Σιχάθηκα να προσποιείσαι αδυναμία ενώ στην πραγματικότητα εγώ είμαι αδύναμη. Εγώ είμαι το θύμα. Που θα σου κάνει τη δουλειά σου, θα ακούσει τα μπινελίκια σου και στο τέλος δε θα πάρει ούτε ένα ευχαριστώ. Αυτό δεν είναι ανάγκη, είναι τέχνη. Εξαπάτησης, εξαναγκασμού, εκμετάλλευσης.

Και καλλιτέχνης στην πλάτη τη δική μου, δεν πρόκειται να γίνεις. Ξυπνήσανε οι σκλάβοι και βοηθούν μόνο όπου πρέπει. Μόνο όπου βροντοφωνάζει, βουβά, η ανάγκη. Γιατί εκεί υπάρχει αξιοπρέπεια. Γιατί εκεί θα διαβάσεις το ευχαριστώ στα μάτια και θα έχεις το ψυχικό κουράγιο, να βοηθήσεις άλλες χίλιες φορές.
Αμελητέο το κόστος, αδιάφορο το τίμημα. Αντέχουμε.

Γι’ αυτό άλλωστε είμαστε άνθρωποι.
Τα ανθρωπάκια καλύτερα και κουρνιάξουν στην τρύπα τους.
Μακριά μας.

Στεύη Τσούτση