Φωτογραφί-ΖΩ: Σαν να μην υπήρξαμε ποτέ

Φωτογραφί-ΖΩ: Σαν να μην υπήρξαμε ποτέ

Αδειάσαμε.
Το σπίτι, οι ψυχές μας, εμείς οι ίδιοι.

Γεμίσαμε.
Με φόβο, συναίσθημα, ένταση, πόνο.

Διαλύσαμε. Σχέσεις, μέλλον, συνήθειες, γέλια.
Τίποτα δεν έμεινε. Εξαφανίστηκαν όλα.
Από το απόλυτο, στο τίποτα, με ταχύτητα πιο γρήγορη και από του φωτός, ούτε που το καταλάβαμε.

Ξαφνικά, σε κλάσματα δευτερολέπτου. Στο ανοιγόκλεισμα των βλεφάρων.
Εξαφανιστήκαμε. Και ξυπνήσαμε, σε άλλους κόσμους. Σε άλλες εικόνες. Σε άλλους τόπους.
Κι ούτε ένα γεια. Σαν να μην υπήρξαμε ποτέ. Σαν να ήταν όνειρο.

Ήταν πολύ... Για να κρατήσει σε μία κυνική πραγματικότητα.
Το σκοτώσαμε. Εσύ το σκότωσες. Και εγώ σε κοίταζα χωρίς να βγάζω μιλιά.
Ήθελα να ουρλιάξω από τον πόνο, να σε σταματήσω, μα απλά σε κοίταζα.
Αδειάσαμε. Και δεν καταφέραμε να γεμίσουμε με αυτά που κρατάγαμε στα χέρια μας: αγάπη, αλήθεια, ένταση, φιλία, εμπιστοσύνη, άνοιγμα.

Το σπίτι άδειο.
Το βλέμμα μου κενό.
Η ψυχή μου παγωμένη.
Το κορμί μου μουδιασμένο.

Άδειασα.
Σκόνη στον άνεμο, κομμάτια σπασμένα, που πριν μισό δευτερόλεπτο ήταν κομμάτια χρυσού.

Συνήθως έτσι γίνεται. Ό,τι είναι πολύτιμο είναι και εύθραυστο. Και το σπάσαμε.
Αθόρυβα, δειλά, σαν να μην είδαμε ποτέ τη λάμψη του. Σαν να μας τύφλωσε τόσο, που αδυνατούσαμε να πιστέψουμε στην ύπαρξή του.

Αδειάσαμε.
Άδεια όλα. Το δωμάτιο. Άδειο. Και γεμάτο από την παρουσία σου.

Άδεια μπουκάλια. Γεμάτα άλλοτε με αλκοόλ, έτοιμα να παρασύρουν κάθε λέξη σου. Κάθε φόβο σου, κάθε δισταγμό σου.
Έτοιμα να παρασύρουν κάθε συστολή μου, κάθε δυσκολία μου να σου εκφραστώ.
Έτοιμα να ακούσουν κάθε δικαιολογία μας και ταυτόχρονα κάθε κρυμμένη αλήθεια μας. Κάθε τι που μας τραυμάτιζε. Κάθε τι που μας ένωνε.

Άδεια μπουκάλια πλέον.
Αμέτρητα μπουκάλια που μας ανάγκασαν να μιλήσουμε, να γελάσουμε, να κλάψουμε, να κοιταχτούμε. Σε βάθος. Να αγγιχτούμε.
Και άλλες φορές, μπουκάλια- όπλα, που με οργή και πόνο σε έβαζαν στόχο.
Άλλες φορές πάλι, μπουκάλια- πρόφαση να με πλησιάσεις.

Μπουκάλια κενά πλέον, που έγιναν βάζα.
Σε κάποια γωνιά ενός άδειου δωματίου, να θυμίζουν πως κάποτε υπήρξαμε.
Και από άδεια μπουκάλια χωρίς αξία, έγιναν βάζα γεμάτα λουλούδια.
Κρατώντας μέσα τους αιώνια στιγμές εγκλωβισμένες στα φοβισμένα μας λόγια που ποτέ δεν έγιναν πράξεις.
Βάζα που μεταμόρφωσαν τη δική μας ανικανότητα, σε έργο τέχνης.

Ομορφαίνοντας το άδειο δωμάτιο.
Και έτσι, κάθε φορά που τα κοιτάζω, να μου θυμίζουν την κάποτε δική μας ομορφιά.