Αλήθειες που σμίγουν με την αλμύρα της θάλασσας.

Αλήθειες που σμίγουν με την αλμύρα της θάλασσας.  (pexels)

Το βλέμμα της είχε χαθεί στο απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και η σιωπή της έπαιζε κρυφτό με τον αφρό της…

 Η θάλασσα… ένα αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού της. Πόσο γαλήνευε μπροστά στο μεγαλείο της! Έκρυβε τόσα απόρθητα μυστικά… Άλλα τα είχε κρατήσει τρυφερά στην υδάτινη αγκαλιά της και άλλα τα είχε καταπιεί ανελέητα, χωρίς συμπόνια και δίχως ενοχές.

Χαμογέλασε στη σκέψη αυτή. Ίσως η ζωή να ήταν πιο εύκολη αν είχε κι εκείνη αυτή τη μαγική δύναμη να καταπίνει αιώνια ό, τι δεν μπορούσε να επιπλεύσει μέσα της, αν μπορούσε να εξαφάνιζε χωρίς το παραμικρό έλεος όλα όσα μας έπνιγαν δίνοντάς μας έτσι μια ακόμα ευκαιρία να ξεκινούσαμε από την αρχή…

«Τι είμαστε; Ένα τίποτα», ακούστηκε η φωνή της φιλενάδας της. Η ένταση που πυρπολούσε τα μέσα της είχε γίνει ένα με το σκούρο των ματιών της.

«Λάθος! Είμαστε μια ιστορία σε κάποιου άλλου τη ζωή. Μια ιστορία όμορφη, δύσκολη, αληθινή ή κάλπικη», της απάντησε ενώ η ματιά της χανόταν στην άκρη του ορίζοντα…

«Ακούς τι λες; Τι να τις κάνεις τις δύσκολες και κάλπικες ιστορίες; Τι να τι κάνεις τις ιστορίες που σε διέλυσαν, σε πρόδωσαν, σε χρησιμοποίησαν; Να τις βράσω τέτοιες ιστορίες!», απάντησε η φίλη της με θυμό μαζί και πίκρα.

«Δεν είναι κανένας τέλειος, οι άνθρωποι κάνουν λάθη. Στην προσπάθειά τους να σταθούν στα πόδια τους γαντζώνονται από τον άλλον χωρίς να υπολογίζουν πόση δύναμη βάζουν. Ε, καμιά φορά τον ρίχνουν κάτω», της είπε προσπαθώντας να ακουστεί ανάλαφρη.

«Έλα τώρα, εσύ μιλάς για το σύνδρομο της μαϊμούς. Όπως η μαϊμού γαντζώνεται από το ένα κλαδί για να αφήσει το προηγούμενο, έτσι κάνουν και οι άνθρωποι. Ψάχνουν τα διαθέσιμα κλαδιά για να πάνε παρακάτω. Ε. δεν είμαι κλαδί, ρε φιλενάδα, είμαι άνθρωπος. Η καρδιά μου δεν είναι από πέτρα, πονάω, πώς να το κάνουμε;»

Πώς μπορείς να πείσεις έναν πληγωμένο άνθρωπο πως δεν είναι θύμα, αλλά οι επιλογές του; Πως κανείς δε σου φέρεται σκάρτα αν δεν του το επιτρέψεις εσύ να το κάνει; Πώς μπορείς να μιλήσεις για το σκληρό τίμημα που μας χρεώνουν τα λάθη μας;

«Φταις!», της απάντησε με σιγουριά. «Φταις, γιατί επέτρεψες να γίνεις κλαδί. Επέτρεψες να γίνεις το βολικό κλαδί σε εκείνους που εμπιστεύτηκες. Μην τους χρεώνεις την επιλογή σου. Εκείνοι βρήκαν κλαδί μπροστά τους και πιάστηκαν, ίσως να το έκανες κι εσύ αν σου έπεφτε τέτοιο λαχείο».

Μια τρικυμία σηκώθηκε στο βλέμμα της, έτοιμη να σαρώσει ό,τι έβρισκε μπροστά της.

«Θέλεις να μου πεις πως η αγάπη είναι κλαδί, αυτό μου λες;»

«Όχι! Η αγάπη δεν είναι κλαδί γι αυτόν που έχει μέσα του αγάπη σένα. Είναι κλαδί όμως για εκείνον που δεν του καίγεται καρφί για την αγάπη σου. Δεν μπορείς να κάνεις τον άλλον να σε αγαπήσει, να σε εκτιμήσει με το ζόρι, παρ’ το απόφαση. Εσύ δηλαδή αγαπάς τον πρώτο τυχόντα; Εμπιστεύεσαι τον καθένα που συναναστρέφεσαι; Όχι, βέβαια. Επιλέγεις. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι. Επιλέγουν. Κι εσύ δεν είσαι πάντα η δική τους επιλογή. Αυτό λέγεται δικαίωμα.»

Δε μίλησε. Η σιωπή της εκκωφαντική, έγινε ένα με την ηρεμία της θάλασσας. Ακόμα κι εκείνη θαρρείς σταμάτησε να ανασαίνει. Μια πικρή αλήθεια ήρθε κι ενώθηκε με την αλμύρα της. Η αγάπη είναι δικαίωμα…!