Μια συνέντευξη παραμυθένια: Η κυρία Σκιάχτρω της Αναστασίας Λιάπη

Μια συνέντευξη παραμυθένια: Η κυρία Σκιάχτρω της Αναστασίας Λιάπη

Πιστεύετε στα παραμύθια;

Εγώ τα ανοίγω, μπαίνω μέσα στις σελίδες τους, κολυμπώ , λιάζομαι και ξαποσταίνω. Μια μέρα από αυτές με τον χιονιά, που δεν άφησε καρδιά που να μην κάψει, ταξίδεψα σε ένα παραμύθι για μεγάλα παιδιά. Χάθηκα πολλές φορές  ζαλισμένη  απ’ τις γλυκές φωτογραφίες της Αναστασίας Λιάπη, μα τελικά με βρήκε η ηρωίδα της, η κυρία Σκιάχτρω ! Με βρήκε, την βρήκα και μιλήσαμε…

(Σσσς μυστικό… απ’ την στιγμή που την γνώρισα, νιώθω άλλος άνθρωπος ή καλύτερα…άλλο σκιάχτρο…χι χι)

«Καλησπέρα κυρία Σκιάχτρω! Χαίρομαι πολύ που σε γνωρίζω! Νόμιζα πως θα έπρεπε να τρέχω στα χωράφια για να σε βρω, όμως να  που ήρθες εσύ σε μένα!»

«Καλησπέρα. Μα είσαι στο χωράφι μου! Με την φαντασία σου βρίσκεσαι όπου βρίσκομαι κι εγώ . Δεν είναι μαγικό;»

«Είναι! Όπως μαγικό είναι  ότι υπάρχουν πλάσματα όπως εσένα, με άχυρα στο κεφάλι κρυμμένα κάτω από ένα καπέλο. Αλήθεια από τί κρύβεσαι;»

«Δεν θυμάμαι...Αλλά φορές νιώθω ότι κρύβομαι από τα βλέμματα. Αυτά που σε κοιτάν αδιάκριτα . Ξέρεις από αυτά τα βλέμματα που σε κοιτάνε δίχως να σε βλέπουν. Περίεργα τα βλέμματα και οι ματιές».

«Αυτά τα βλέμματα τα περίεργα, που λες, που σε κοιτούν μα δεν σε βλέπουν,  ήταν από ανθρώπους που αγαπούσες;»

«Ότι αγαπάς δεν πρέπει να του κρύβεσαι. Ότι αγάπησα και με αγάπησε είχε καθάριο βλέμμα».

«Ότι σ’ αγαπά δεν πρέπει να σου κρύβεται....και αν φοβάται;»

«Τότε πρέπει να του φανερωθείς εσύ. Η αγάπη βρίσκει τρόπο. Χωρίς  πίεση και όρους απλά δώσε  χρόνο».

«Και γιατί έχεις άχυρο μέσα στο κεφάλι σου;»

«Μάλλον για να μην σκέφτομαι, για να μην χωράνε οι περίεργες ιδέες στο κεφάλι μου ή πάλι ίσως γιατί δεν πήγα σχολείο και έμειναν όλες αυτές οι σκέψεις  ακαλλιέργητες κι αντί να ανθίσουν ξεράθηκαν κι έγιναν άχυρα».

«Έχεις  για μάτια δυο κουμπιά, άχυρο στο κεφάλι και δεν έχεις στόμα.  Γιατί δεν έχεις στόμα;»

«Μια σκέψη περνά συνέχεια από το μυαλό μου , μήπως βαρέθηκε να στέκει στο κεφάλι μου δίχως να λέει μια κουβέντα και να πήγε σε άλλο κεφάλι . Έτσι φορές, σαν έρχεται άνθρωπος στο χωράφι , πράγμα σπάνιο, κοιτάω αν έχει κανένα περίσσιο στόμα . Το δικό μου στόμα».

«Δεν ήθελες πια να μιλάς;»

«Δεν ξέρω αν δεν ήθελα ή αν φοβόμουν. Πάντως και δίχως στόμα μια χαρά τα κατάφερα να μιλήσω,  να εκφραστώ».

«Οι λέξεις; Δεν σου χρειάζονται οι λέξεις;»

«Χα, χα, χα, χα... Λέξεις... φορές τις χρησιμοποιούμε τόσο εύκολα και ανούσια. Εγώ λοιπόν μέσα από την αγάπη έμαθα να χαρίζω τις λέξεις δίχως στόμα».

«Μοιάζεις σοφή! Εγώ δεν έχω λέξεις πια. Τι να κάνω;»

«Αααα λοιπόν, αν και δεν με λες σοφή σαν την κουκουβάγια των παραμυθιών, άκου…Αφού κατάφερες και συνομίλησες μαζί μου, πιστεύεις στα παραμύθια! Εεεε… μην στέκεσαι! Τρέξε μες στα χωράφια, κοιμήσου πάνω σε ένα σύννεφο,  τραγούδα με ένα αηδόνι,  παίξε κρυφτό με έναν λύκο και να δεις πως θα έρθουν οι λέξεις να σε αγγίξουν».

«Ήσουν πάντοτε σκιάχτρο;»

«Κρατάς μυστικό; Νομίζω πως όχι».

«Πες μου για την ζωή σου πριν».

«Δεν θυμάμαι πώς ήμουν πριν. Δεν ξέρω αν έχω οικογένεια,  φίλους, πού γεννήθηκα,  τίποτα.  Μόνο το όνομα μου γνωρίζω «Κυρία Σκιάχτρω». Αυτό το όνομα μου έδωσε ο αγρότης που με κάρφωσε στην μέση ενός πολύ μεγάλου χωραφιού. Ούτε λιγάκι δεξιά,  ούτε λιγάκι αριστερά στο κέντρο ενός πολύ μεγάλου χωραφιού, που ούτε τα πουλιά δεν με πλησιάζουν».

«Άρα έκανες μια νέα αρχή. Τι αγαπάς πιο πολύ στην νέα σου ζωή;»

«Δεν ξέρω αν ήταν δική μου η επιλογή αυτής της ζωής, πάντως αγάπησα πολλά.  Στην αρχή αγαπούσα το καπέλο μου και μόνο. Μα σαν γνώρισα την φιλία και το να ζεις με όποιον τρόπο, αγάπησα πολλά. Τα μάτια ενός αγοριού , το γέλιο μιας μέλισσας,  τον θυμό ενός δράκου,  το γαργαλητό των ποντικιών,  τα λουλούδια αν κ αυτά νομίζω ότι πάντα τα αγαπούσα,  τα τραγούδια και το παιχνίδι με τον φίλο μου. Αχ αυτό το παιχνίδι!»

23

«Παιχνίδι; Ποιο παιχνίδι; Και ποιος κερδίζει;»

«Στρατιωτάκια Αμίλητα,  Ακούνητα, Αγέλαστα είστε όλα στη σειρά...»

«Αμίλητη, Ακίνητη, Αγέλαστη, την αγαπάς την μοναξιά σου;»

«Έτσι νόμιζα  μέχρι που γνώρισα  το μαζί, την φιλία. Κάνεις δεν πρέπει να βολευτεί στην μοναξιά του όσο όμορφη φορές κι αν μοιάζει».

«Αν ξαναγυρνούσες πίσω τί θα άλλαζες για να παραμείνεις άνθρωπος;»

«Νομίζω ότι έχω να μάθω και να σου μάθω  πολλά ακόμα  σαν σκιάχτρο».

«Μάθε μου λοιπόν… Τι χρώμα έχει η αγάπη;»

«Πολλά σαν το ουράνιο τόξο.  Φορές νιώθω την αγάπη στο μπλε του ουρανού που με σκεπάζει. Άλλες στο πράσινο του χωραφιού μου μα και το καφέ της γης που με κρατά σταθερή. Και το κίτρινο πως να μην είναι Αγάπη το φως…»

«Ονειρεύεσαι;»

«Θα έλεγα με μάτια ανοιχτά και κλειστά αλλά βλέπεις δεν έχω μάτια αλλά κουμπιά. Και βέβαια ονειρεύομαι . Αν και φαντάζω άψυχη, έχω μέσα μου όνειρα ζωής».

«Σε ζηλεύω. Έχεις κρύψει όλα τα συναισθήματα μέσα σου και αυτά αντί να μαραζώσουν γιγαντώθηκαν. Εμείς οι άνθρωποι, τα σκορπίζουμε σαν σπόρο, ψάχνοντας να βλαστίσουν. Τις πιο πολλές φορές σαπίζουνε».

«Τα συναισθήματα είναι πολύτιμα. Δεν τα πετάμε στον αέρα και όποιος τα πιάσει…»

«Μόλις λιώσει το χιόνι, θα έρθω μια μέρα να παίξουμε. «Αγαλματάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα». Μα ακόμα δεν μου είπες!  Στο παιχνίδι, ποιος κερδίζει;»

«Αυτός που ξέρει να χάνει...»

«Θα ‘μαστε και οι δυο νικήτριες λοιπόν. Ακούνητες, αμίλητες, αγέλαστες».

 

Ευχαριστώ την Αναστασία Λιάπη που μου έδωσε το κλειδί και μίλησα με την ηρωίδα του παραμυθιού «Η κυρία Σκιάχτρω» (Εκδόσεις Υδροπλάνο). Ένα παραμύθι για όλα όσα ξεχάσαμε μεγαλώνοντας.