Ο φίλος, ο εξομολογητής, ο εραστής μου: το μαξιλάρι μου

Ο φίλος, ο εξομολογητής, ο εραστής μου:το μαξιλάρι μου

Είναι ο φίλος μου, ο εξομολογητής μου, ο εραστής μου και κάποιες φορές του δίνω και το ρόλο του προσώπου που μισώ και αυτό τα δέχεται όλα.

Δέχεται τα κλάματά μου, τις αγκαλιές μου και στέκεται κάθε βράδυ φύλακας των ονειρικών μου ταξιδιών. Και όταν έχω ανάγκη να βγάλω από μέσα μου τη μαυρίλα και τη μιζέρια τούτου του κόσμου, δέχεται με περίσσιο θάρρος όλα μου τα βίαια ξεσπάσματα, χωρίς κανένα παράπονο.

Του φοράω ό,τι θέλω, σαν την παιδική μου κούκλα που πάντα με περίμενε είτε να την ταλαιπωρήσω είτε να τη γυρίσω σε όλο τον παιδικό μου παραμυθένιο κόσμο. Άλλοτε το ντύνω με λουλούδια για να θυμάμαι ότι ο ρομαντισμός δεν είναι μόνο κομμάτι του μυαλού μου. Άλλοτε του φοράω σκούρα για να ταιριάζει με τον άδικο κόσμο στον οποίο ζούμε, να μη νιώθει παράταιρο. Και πότε πότε το αφήνω για λίγο γυμνό, να πάρει μία ανάσα και από τις «πανοπλίες» που του φορώ αλλά και από το δικό μου βάρος.

Ένα από τα πράγματα που αγαπώ είναι αυτή η απαλότητά του. Δε μπορεί να μου κάνει κακό ακόμη και αν ήθελε. Ακόμη και στα παιχνίδια που παίζω μαζί του, αυτό είναι που θα «αιμορραγήσει». Πούπουλα που θα αιωρηθούν ως δανδελίωνες και θα θυμίσουν τους «ήλιους» που κυνηγάγαμε όντες κάποτε ανέμελα παιδιά.

Κάποιες φορές νομίζω ότι μέχρι και το ζυμάρι το ζηλεύει, γιατί το πιέζω, του αλλάζω σχήματα και παραμένει ατόφιο. Και όταν έρθει η ώρα να το αποχωριστώ όχι γιατί θέλω απλά επειδή πια δεν πληροί τις προδιαγραφές, θα το πετάξω χωρίς ούτε ένα ευχαριστώ.

Θα φύγει γυμνό όπως ήρθε αλλά χιλιοταλαιπωρημένο και ξεντεριασμένο. Χαίρομαι που δε μιλάει, γιατί θα ένιωθα τύψεις. Γιατί ενώ αυτό πάντα ήταν εκεί για εμένα εγώ δεν το εκτίμησα.

Και χαίρομαι που το αγαπημένο μου μαξιλάρι δεν έχει αισθήματα για να νιώσει όπως ένας άνθρωπος που πετάχτηκε σαν άδεια, στυμμένη λεμονόκουπα…