Η ηλικία είναι απλά αριθμός κι εγώ θέλω απλά να ζήσω!

Η ηλικία είναι απλά αριθμός κι εγώ θέλω απλά να ζήσω!

Ξεκινώντας να γράφω για την κρίση των πενήντα, το μάτι μου παίρνει μια σειρά εκδηλώσεων που γίνεται στην Αθήνα,  με κύριο στόχο την ισότιμη μεταχείριση στους ανθρώπους άνω των πενήντα πέντε ετών. Η Πρωτοβουλία αυτή ακούει στο όνομα «Νύχτα Πολιτισμού» και περιλαμβάνει διάφορες δράσεις και η διάρκειά της είναι πενήντα πέντε νύχτες!!!

Ύστερα, έτσι στα άσχετα έρχεται η μικρή και με ρωτάει…

    «Μαμά, υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να μην πεθάνει ποτέ;»

Χαμογελάω αυθόρμητα με την συνοχή του σύμπαντος,  αυτό ρε παιδί μου που ώρες,  ώρες με γλεντάει, πολύ με φτιάχνει!

Και  της απαντώ γνέφοντάς της με το κεφάλι μου

  «Όχι, δεν υπάρχει»

   «Ζει στo μυαλό μας, στην καρδιά μας, αλλά κάποια στιγμή όλοι θα φύγουμε από αυτή τη ζωή» της απαντώ.

Αρχίζω που λες την ανάλυση στα πως και τα γιατί της μικρής και σκέφτομαι όλο αυτό. Την κουβέντας μας και μη φανταστείς,  λίγα λεπτά μας χρειάστηκαν, αλλά ήταν ωραία και ζουμερή!

Και κάπως έτσι πάμε να ανοίξουμε το σημερινό θέμα!

« Η ηλικία δεν είναι, παρά ένας αριθμός!»

Ισχύει, δε συμφωνείς;

Έχω δει κάτι νέους βιολογικά, με κάτι γεροντόφατσες  που λες τώρα,  άντε αυτόν τον άνθρωπο κάνε τον εικόνα στα 65 του!

Το βιολογικό μας ρολόι υπάρχει και τρέχει πίσω στο χρόνο με μεγάλη ταχύτητα. Το θέμα είναι ποιος ορίζει την ηλικία μας και φυσικά πώς την ορίζει.

Αν για παράδειγμα η ηλικία μας καθορίζεται από τα γεγονότα της ζωής μας, τότε αντιστοίχως είναι παρόμοιος  και ο τρόπος της.

Έλα όμως που αυτά είναι θεωρητικά τόσο,  πάρα πρακτικά.

Το καλό με τη μέση ηλικία είναι για εμένα το εξής: Έχεις κάνει έναν αρκετά μεγάλο κύκλο ζωής, που αυτός εμπεριέχει τις περιβόητες εμπειρίες!

Τουτέστιν πείρα, απλοϊκά. Πείρα για την ίδια τη ζωή. Βλέπεις έναν άνθρωπο και τον διαβάζεις, δεν σε ξεγελούν εύκολα φτιασίδια που θα χάζευες σε μια νεώτερη ηλικία. Ή,  ακόμη και το περίφημο ένστικτο, λειτουργεί πια σχεδόν ακαριαία. Και λες που ήταν αυτό, γιατί τότε δεν είχα δει εκείνο, το άλλο, κατάλαβες τι θέλω να πω.

Αυτό το γκριζάρισμα στους κροτάφους, αυτή η τόσο γοητευτική λεπτομέρεια σε έναν άντρα, σε τραβάει, σε μαγνητίζει όμορφα

Αντίστοιχα μια γυναίκα με το στυλ, με τον αέρα της,  δε σε αφήνει να μην την κοιτάξεις με θαυμασμό.

Άλλαξαν τα δεδομένα της εποχής, άλλαξαν και τα δεδομένα του κόσμου, μαζί τους και της ηλικίας μας.

Αγαπάμε τις ρυτίδες μας αγαπάμε τα χρόνια μας, δικά μας είναι και δε μας τα φόρτωσαν ξένοι.

Κι αν ρωτάς είναι μεγάλη η κουβέντα γύρω από αυτό το θέμα, όπως επίσης είναι πολλά τα θετικά, καθώς και τα αρνητικά. Όμως...

Κάνουμε ένα μεγάλο λάθος, συσχετίζουμε την ηλικία μας με τον αριθμό που γράφει ένα  ληξιαρχικό  βιβλίο. Βάσει αυτού κινείται η σταδιοδρομία μας, η αποκατάστασή μας, το κοινωνικό μας προφίλ και οι ανάλογες συμπεριφορές του,  χαρακτηρίζονται άλλοτε ως γερασμένες και άλλοτε ως παρδαλές, βάσει πάντα του αριθμού και όχι της εμπειρίας, όχι της νοημοσύνης, όχι της καρδιάς ρε φίλε και τι της αρέσει…

Οπότε δημοκρατικά όπως κάνω πάντα στη ζωή μου, έχω να δηλώσω πως είμαι όσο φαίνομαι, όσο θέλω, όσο με βλέπει ο καθένας, μπορώ να γίνω πέντε και να χαζογελάω, μπορεί να γίνω δέκα και να παίζω με τις κόρες μου, μπορώ να γίνω  είκοσι και να καρδιοχτυπάω,  να πετάω,  μπορεί να γίνω και  να αποφασίζω σαν ώριμη  σαρανταπεντάρα και βάλε μη σου πω!

Και κλείνω ως αιώνια έφηβη, με τον αγαπημένο μου διάλογο από την ταινία, μια Τρελή τρελή Σαραντάρα!

  «Εγώ δε στέκω καλά»

«Μ’ αρέσουν οι ζωντανές γυναίκες!»

   «Μωρέ δεν είμαι ζωντανή, είμαι τρελή!»

«Μ’ αρέσει,  μ’  αρέσει!!!»

   «Δεν είμαι τρελή απλώς, είμαι νευρασθενική»

«Μ’ αρέσει»

   «Έχω κι ένα ελάττωμα, μπορεί να σου βγάλω το μάτι, την ώρα της τρέλας μου»

«Αυτό δε μ’  αρέσει!»

    «Το άλλο δε στο είπα, όταν κοιμάμαι το βράδυ, βάζω τις φωνές και ξυπνάω όλη την γειτονιά»

«Θα σε πάω στο Λονδίνο, σε έναν καλό γιατρό και θα σε γιατρέψω!»

    «Γιατί;»

«Αφού βάζεις τις φωνές»

     «Μ’ Αρέσει!»

«Μα δεν είναι σωστό»

   «Εδώ διαφωνούμε!!!»

Το παραπάνω κείμενο είναι αφιερωμένο σε έναν άντρα που έχασε τη γυναίκα του και μαζί με αυτήν, τον κόσμο κάτω από τα πόδια του. Έφτασε σε σημείο θανάτου και πηγαίνοντας στον γιατρό, εκείνος του είπε φόρεσε το μαγιό σου και πήγαινε στην θάλασσα, όσο πιο βαθιά μπορείς, ούτως η άλλως με τον ρυθμό αυτό, για θάνατο πας.  Πήγαινε λοιπόν!

Δηλαδή τον ρώτησε γιατρέ, τι θέλεις να μου πεις;
Θες άνθρωπέ μου να ζήσεις ή να πεθάνεις;
Θέλω να ζήσω, ήταν η απάντησή του!

 

Στον Αντώνη της καρδιάς μου!