Πόσο μου άρεσε να σε φροντίζω...

Πόσο μου άρεσε να σε φροντίζω...(πηγή pixabay)

Ήταν Δεκέμβρης, θυμασαι;

Το κρύο τσουχτερό, οι γιορτές πλησίαζαν και εμείς... ώ εμείς, βρισκόμασταν στην καλύτερη φάση της σχέσης μας. Σε περίμενα από το πρωί εκείνη την ημέρα.
Ας ήξερα πως θα ερχόσουν βράδυ, δεν είχε σημασία. Εκείνο το πρωί δεν κατάφερα να κοιμηθώ από την χαρά μου. Ξύπνησα, πήγα και εφοδιάστηκα με τα αγαπημένα σου εδέσματα, να έχεις να πίνεις τον καφέ σου, ετοίμασα το μενού της ημέρας με τόση αγωνία.

Πρώτη φορά παρατήρησα πόση χαρά μου έδινε, κάτι τόσο μικρό και υπό άλλες συνθήκες ασήμαντο, όπως το να μαγειρεύω ψητά κρέατα και πατάτες αλά κρεμ.
Δεν το περίμενες ούτε εσύ ε;
Κι όμως, μου έδινε χαρά γιατί δεν τα ετοίμαζα πλέον μόνο για εμένα, αλλά και για εσένα. Πρώτη φορά κατάφερα να καταπνίξω το αντιδραστικό και επίμονα ανεξάρτητο πλάσμα που ήμουν και εξακολουθώ να είμαι ξανά και κατόρθωσα να αφήσω τον άξονά μου να αποτελείτε από ένα άλλο άτομο πέραν από εμένα.

Μα μου φαίνεται παράξενο το πόσο μου άρεσε να σε φροντίζω. Κάπου στο απόγευμα, όταν είχε ήδη σβήσει ο ήλιος, βγήκα στο μπαλκόνι, στην παγωνιά σχεδόν, με ένα λεπτό πουλοβεράκι, μα δεν με ένοιαζε.

Βγήκα να δω το ταξί σου να καταφθάνει και εσένα να βγαίνεις από μέσα με πλατύ χαμόγελο. Το λάτρεψα εκείνο το ταξί που σε έφερε κοντά μου. Σου άνοιξα την πόρτα και σου είπα με χαρά, καλώς ήρθες σπίτι σου. Τότε κι εσύ με πήρες την πιο ζεστή αγκαλιά που με έχεις πάρει ποτέ σου, γιατί ήξερες πως ήσουν σπίτι σου. Ήταν Δεκέμβρης, θυμάσαι;