Είσαι εσύ που τα κατάφερες, αγαπημένη...

Είσαι εσύ που τα κατάφερες, αγαπημένη...(πηγή pixabay)

Έτσι σε θέλω αγαπημένη…

Να χαμογελάς! Να χαμογελάς ακόμα κι όταν η ψυχή σου κλαίει. Έτσι μόνο εξωραϊζεται  ο σιωπηλός καημός, που σα φόρεμα γαζωμένο κατάσαρκα  έραψε πάνω σου η μάγισσα του χρόνου και βαραίνει τα βλέφαρά σου.
Είσαι εσύ που τα κατάφερες… χαμογέλα!

Πάει εκείνη η μάχη… Δόθηκε και χάθηκε. Χάθηκε μαζί του. Αφανίστηκε το όνειρο, οδηγήθηκε στο σκοτάδι της αιωνιότητας  αφήνοντας μόνο τη σφαγιασμένη κραυγή μιας νύχτας. Μυριάδες τα άστρα που πνίγηκαν στ’ αναφιλητά. Ακριβό το διόδιο του θανάτου που πλήρωσες. Σου κόστισε πολύ σκοτάδι. Ο τροχός της γης σου άλλαξε. Από ‘κείνη την αποφράδα ημέρα και για πολύ καιρό ανέβαινες στο ίδιο μοναχικό τρένο, στο ίδιο δρομολόγιο, στην ίδια θέση, βλέποντάς τα όλα το ίδιο μονότονα, σιωπηλά και κρύα. Η ψυχή θρυμματισμένη έμεινε μόνη να ταλαντεύεται ανάμεσα σε θυμό και πόνο για μέρες, μήνες, χρόνια ίσως… Ποιος να μετρήσει; Ποιος είχε τη διάθεση να μετρήσει; Ένα γκρίζο σύννεφο σκέπαζε τα πάντα. Λύγισε, έπεσε, δαμάστηκε στη δύσκολη απώλεια, μα αρνήθηκε να ξεχάσει.

Ένας σιωπηλός καημός… ένα αδειανό μαξιλάρι αφημένο σε μια γωνιά της καρδιάς, θα είναι πάντα εκεί  να σου υπενθυμίζει μια αλλοτινή ζωή. Δε ξεχνιέται η ευτυχία που βιώθηκε. Και πώς να ξεχαστεί; Πώς να σβήσει το φεγγάρι από τη νύχτα; Στο βάθος του χάους των ματιών σου, θα αντικατοπτρίζεται πάντα εκείνο το  ‘’γιατί’’  που  έκλεψε το άλλο σου μισό, σαν ξυραφιά. Μια ξυραφιά καλά κρυμμένη μέσα στη μνήμη, πίσω από το χαμόγελο, κάτω από το δέρμα, να γδέρνει μεθοδικά την καρδιά σου.

Είσαι τόσο πονεμένη, μα είσαι εσύ που τα κατάφερες… χαμογέλα!

Βογγητά, κραυγές απελπισίας και δάκρυα, μπλεγμένα σ’ ένα κουβάρι μέσα σου, μάχονταν για χρόνια να σε καταπιούν, μα εσύ δεν τους χαρίστηκες. Δεν παραδόθηκες. Έπρεπε να ζήσεις, να προχωρήσεις, να θυμάσαι και να χαμογελάς. Αυτό θα ήθελε κι εκείνος… αυτό πάντα ήθελε αγαπημένη, να χαμογελάς.. Ναι δεν παραδόθηκες! Στην επόμενη χαραμάδα φωτός πέρασες από κάτω κι εναπόθεσες τη ζωή σου στη μοίρα, που βρέθηκε τυχαία στο διάβα σου και είχε τη διάθεση να αφουγκραστεί τη σιωπή σου και να ράνει τις βαθιές πληγές σου με βάλσαμο. Δεν έδειχνες να το πιστεύεις πολύ, όμως μήνες μετά η πραγματικότητα διαψεύδει την ανυπαρξία.

Η ευτυχία σου χτύπησε την πόρτα μαζί με το αχνοκόκκινο φως της ανατολής και όχι δεν ήταν τυχαίο. Σα σάλπιγγα ήχησε στην καρδιά σου, το πρώτο του κλάμα. Τώρα πια το ξέρεις καλά. Σ’ αυτή τη χαραυγή του χρόνου, χρωστάς τη σωτηρία σου. Σ’ αυτά τα μικροσκοπικά ματάκια, που έγιναν ολάκερος ο κόσμος σου, χρωστάς τη γαλήνη σου. Δεν αγκαλιάζεις απλά το κορμάκι του… αγκαλιάζεις ξανά τη ζωή. Θυμάσαι πως είσαι μόλις είκοσι επτά  χρονών. Από ‘κείνη τη μαγική στιγμή ένιωσες να ξαναγεννιέσαι,  ενώθηκες με τον ήλιο, αξιώθηκες το Φως…
Όση αγάπη κι όσα χαμόγελα σου έκλεψε η ζωή, τα θέλεις όλα πίσω…

Πάει, νικήθηκε το σκοτάδι και είσαι εσύ που το νίκησες…

Είσαι εσύ, που ξαναβρίσκεις τη μυστική ισορροπία της ψυχής σου, στο να δίνεσαι…
Να δίνεσαι, άρα να υπάρχεις! Εσύ, που κράτησες την ελπίδα της ζωής ανάχωμα κόντρα στην απόγνωση του θανάτου… 
Είσαι εσύ, που σιώπησες τα θέλω σου μέσα στο πέπλο της νύχτας και τα έφτιαξες νανούρισμα… Εσύ, που λάτρεψες τον εφιάλτη σου αντιστεκόμενη στη φθορά του χρόνου με πίστη και προσευχή… Είσαι εσύ, που πήγες πιο πέρα από εκεί που πίστευες πως μπορείς… Εσύ, που αγαπώ και θαυμάζω απεριόριστα γιατί  έκανες το αθέατο πραγματικό, κερδίζοντας  το αύριο αγκαλιά με την καλοσύνη και την ακεραιότητά σου… 

Είσαι εσύ που τα κατάφερες αγαπημένη… χαμογέλα!

Υ.Γ Είσαι εσύ που μ' ενέπνευσες φίλη μου και δικαιωματικά σου το αφιερώνω...