Αχ βρε Ζωή, σκληρό θηλυκό!

Αχ βρε Ζωή, σκληρό θηλυκό!

Ανάμεσα στις γενικότητες του λόγου και τις ρητορείες ακούς και την εξής φράση:
«Ποτέ δεν ακολουθείς αυτό που ποθεί η καρδούλα σου, αλλά αυτό που σου επιβάλει η εκάστοτε κατάσταση που βιώνεις».
Είναι έτσι…η έτσι είναι!

Χαμογελώ με το παιχνίδι των λέξεων που αρχίζει να ξεδιπλώνεται μπροστά μου. Η ώρα κοντεύει δύο τη νύχτα και με έχει παρασύρει η γοητεία του άγνωστου μελλοντικού πρωινού.
Πώς θα με βρει άραγε;

Σε ποια γειτονιά θα παίζω κρυφτούλι;
Σε αυτήν που με παρασύρει η φαντασία, και ζεσταίνω τα όνειρα μου; Ή θα αναγκαστώ για πολλοστή φορά να ακολουθήσω το σκουπιδιάρικο για τρία ολόκληρα τετράγωνα μέχρι να καταφέρω να στρίψω στο φανάρι για να φτάσω στο άχρωμο προορισμό μου;

Ποια απ’ τις δυο διαδρομές γράφει το όνομά μου;
Κάπου κάπου χάνω εντελώς τον προσανατολισμό μου και εκεί που βρίσκω επιτέλους την οδό που θέλω να φτάσω στο τέρμα της, ξαφνικά μου βγάζει αριθμούς. Ξέρεις, όπως οδός Τάδε από το 1-15.
Πού είναι το 16; Αφού στο 16 θέλω να φτάσω, πού στο καλό το καταχώνιασες;
Ψάχνω απ’ την αρχή μήπως και μου ξέφυγε αλλά στο τέλος του στενού αρχίζουν τα πιο παράξενα. Πάροδος καλό μου, λέει πονηρά.
Και κάπως έτσι πορεύεται η ζωή, ανάμεσα στους χαμένους αριθμούς, αδιέξοδα, παρόδους εκεί που δεν τους περιμένεις και φυσικά λοιπούς κινδύνους.

Καμπανάκι μέσα στο κεφάλι σου.
Πρόσεχε, οι λοιποί κίνδυνοι δεν είναι παίξε γέλασε, μπαίνεις με δική σου ευθύνη στο χώρο, αλλά εγω μπορώ να σου κάνω όσο θέλω τη ζωή σου δύσκολη.
Δε γίνομαι συγκεκριμένη, οπότε περίμενε τα αναπάντεχα.

Αχ βρε Ζωή, σκληρό θηλυκό, άπιστο, άπιαστο, άμυαλο.
Τρία τα άλφα σου, που σε άλλες περιπτώσεις θα σήμαιναν απαράμιλλη ποιότητα.
Ακριβώς το αντίθετο, κατά κάποιο τρόπο η ζωή τιμωρεί τους αντιφρονούντες και τους τολμηρούς.
Η ζωή δεν είναι τύχη να σε ευνοεί, η ζωή είναι αρένα όπου καθημερινά επιβάλει να φάει και ένα κομμάτι σάρκας.
Αλλά δε σε σκοτώνει φυσικά, γιατί να το κάνει;

Επουλώνει ταχύτατα τις πληγές, ώστε να σε δει την επόμενη μέρα να παλεύεις για τον έρωτά της.
Και εσύ ονειροπόλε μου σκέφτεσαι πως δεν κάνει χωρίς τα όμορφα σου μάτια. Φαντασιώνεσαι πως τάχα μου θα σε αφήσει να της χώσεις το ραβασάκι στο κόρφο μπας και της κλείσεις κάποιο ραντεβού να την ξεμοναχιάσεις.
Όσο περιμένεις ονειρεύεσαι, όσο ονειρεύεσαι αντέχεις και όσο αντέχεις, εκείνη ξανανιώνει κάτω απ’ το νυστέρι έμπειρου χειρουργού. Στο τέλος το πρόσωπό της δεν το αναγνωρίζεις, αλλά σου έμειναν τα όνειρα.
Με αυτά έχεις να πορεύεσαι και να σφίγγεις στα δάχτυλα τα νομίσματα για τον βαρκάρη.

Θεοδώρα Ατζεμιάν

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ