Θάνος Μικρούτσικος: Οι μουσικές γραμμές των οριζόντων του (1)

Θάνος Μικρούτσικος: Οι μουσικές γραμμές των οριζόντων του (1)

Θάνο, πού πας; (Πρώτο μέρος)

Ανέμισε για μια στιγμή το μπολερό, φόρεσε το σταυρωτό του νότου αστέρι και πάντα γελαστός έφυγε μ’ ένα τρενάκι λούνα παρκ για να συναντήσει τη Μαρία, το Νίκο, τον Άλκη, το Δημήτρη και τους άλλους κατοίκους του παραδείσου…

Ήταν ο Θάνος Μικρούτσικος. «Ήταν» είπαμε; Λάθος. Κι όχι…μικρούτσικο, αλλά μέγιστο. Φρόντισε με το έργο, την προσωπικότητα και τη γενικότερη παρουσία του να κερδίσει μια μόνιμη θέση στην αθανασία, στις ψυχές και στις καρδιές μας.

Θέρισε ο άτιμος φέτος. Ακόμα και παραμονές Πρωτοχρονιάς, αχόρταγος, δε φιλοτιμήθηκε να δώσει μια «παράταση» σε κάποιους που αργά ή γρήγορα θα έκανε δικούς του. Αυτός ο τιποτένιος, ο κουρελής, προσπάθησε για ακόμα μια φορά να βγει από το βούρκο του, δανειζόμενος τη λάμψη ενός φωτισμένου ανθρώπου, όπως ο Θάνος. Μπορεί να τον πήρε, αλλά δεν τον κέρδισε. Ήταν, είναι και θα είναι ο Θάνος μου, ο Θάνος σου, ο Θάνος σας, ο Θάνος του απανταχού ελληνισμού…

Εμείς, σας καλούμε να μας ακολουθήσετε σ’ ένα υπέροχο μουσικό ταξίδι, που θα παρουσιαστεί σε δύο μέρη, αφού το εύρος και η αξία του είναι τέτοια, που θα ήταν αδικία να περιγραφούν περιληπτικά. Το πρώτο, καλύπτει την πορεία του συνθέτη από το ξεκίνημα της καριέρας του, ως το 1985.

Έτσι λοιπόν, θα έχετε την ευκαιρία να θυμηθείτε ή να μάθετε στην ολότητά τους και με τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο το μέγεθος και τη σημαντικότητα της παρακαταθήκης που μας άφησε αυτός ο παθιασμένος, δημιουργικός και πρωτοπόρος  τεχνίτης του πενταγράμμου. Ελάτε και μην ανησυχείτε. Τούτο το ταξίδι, δεν έχει δύσκολες βάρδιες, κακό ύπνο και μαλάρια. Μόνον υπέροχες κι αξέχαστες μελωδίες…

Ξεκίνημα με Καρυωτάκη

Ο νεαρός από την Πάτρα, δεν «καιγόταν» να γίνει μαθηματικός, να διοριστεί σε κάποιο δημόσιο σχολείο και να διδάσκει στα παιδιά την επιστήμη των αριθμών. Το πάθος του για τη μουσική ήτανε πέρα και πάνω απ’ όλα κι από πολύ νέος, αποφάσισε ότι με τις νότες και τους ήχους θα μπορούσε να εκφραστεί καλύτερα απ’ ότι με τα συνημίτονα, τις υποτείνουσες και το Πυθαγόρειο θεώρημα.

Βεβαίως, τελείωσε το Πανεπιστήμιο και πήρε το πτυχίο του, όμως τα πλήκτρα του πιάνου και η μαγεία της μουσικής το βάλανε για πάντα σε κάποιο συρτάρι. Ο Θάνος Μικρούτσικος επρόκειτο να εξελιχθεί σε «γίγαντα» -σε αντίθεση με το επώνυμό του- και να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού.

Μόλις 22 ετών, επιχειρεί την «παρθενική» δισκογραφική απόπειρά του. Η φιλία του με τον μετέπειτα «γκουρού» των δισκογραφικών παραγωγών Αχιλλέα Θεοφίλου, τον οδηγεί στο κατώφλι της νεοσύστατης «Μίνως Μάτσας και Υιός» το 1969 και με την ετικέτα της, κυκλοφορούν τα πρώτα δύο τραγούδια με τη συνθετική υπογραφή του, σ’ ένα δισκάκι 45 στροφών: «Η μυγδαλιά» κι «Ένα σπιτάκι», αμφότερα σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη κι ερμηνεία της Βάσως Μεσσηνέζη.

Ωστόσο, τόσο αυτά, όσο και τα άλλα δύο που θα ηχογραφηθούν το 1972 πάλι με «λόγια» του Καρυωτάκη («Δον Κιχώτες» και «Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες» με τη Μαρίζα Κωχ), δε θα έχουν ιδιαίτερη αποδοχή και θα «φρενάρουν» για λίγο την είσοδό του στο εγχώριο μουσικό γίγνεσθαι.

Όπως αποδείχτηκε, αυτή η «υποχώρηση» χρησίμευσε απλώς στο να «πάρει φόρα» και να ξεκινήσει σιγά-σιγά στην αρχή και με υψηλότερες «ταχύτητες» αργότερα, την πορεία προς την κορυφή.

Χικμέτ, Μπρεχτ, Ρίτσος, Ελευθερίου, Δημητριάδη…

Η μεταπολίτευση και η κυριαρχία του πολιτικού τραγουδιού, θ’ αποτελέσουν το έναυσμα για ν’ αρχίσει να συζητείται το όνομα του Θάνου στα καλλιτεχνικά «στέκια». Τότε, υπογράφει συμβόλαιο συνεργασίας με τη LYRA του Αλέκου Πατσιφά, η οποία είχε πρωτοστατήσει (ουσιαστικά δημιουργήσει) στην εμφάνιση και καθιέρωση του «Νέου Κύματος» στα μέσα της δεκαετίας του ’60 και προς τα τέλη του 1975, παρουσιάζει το πρώτο ολοκληρωμένο έργο του, τα «Πολιτικά τραγούδια».

Είναι η εποχή που ο Στέλιος Καζαντζίδης «σαρώνει» με το άλμπουμ «Υπάρχω», το οποίο υπενθυμίζει τη δυναμική παρουσία του λαϊκού τραγουδιού μέσα στην πολιτικοποίηση της εποχής, κάτι που επίσης πετυχαίνει και ο Γιώργος Νταλάρας, με την κυκλοφορία του διπλού δίσκου «50 χρόνια ρεμπέτικο τραγούδι».

Όμως, μέσα σε όλα αυτά, ο Θάνος Μικρούτσικος βρίσκει τον τρόπο να «περάσει» και τη δική του δουλειά, ερμηνευμένη από τη Μαρία Δημητριάδη, η οποία μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ’70 θα είναι η σχεδόν αποκλειστική «φωνή» στα έργα του.

Τα «Πολιτικά τραγούδια» δημιουργούν αίσθηση τόσο για το λόγο, όσο κυρίως για τη μουσική που τα συνοδεύει. Βασισμένα σε ποίηση των Ναζίμ Χικμέτ και Ρολφ Μπίρμαν, σε ελληνική απόδοση Γιάννη Ρίτσου, Δημοσθένη Κούρτοβικ και Γιώργου Παπαλεονάρδου, αφήνουν «παρακαταθήκη» τίτλους όπως «Αν η μισή μου καρδιά», «Η πιο όμορφη θάλασσα», «Αυτούς τους έχω βαρεθεί» και «Κομαντάντε Τσε Γκεβάρα».

Ωστόσο, τα προβλήματα δεν έλειψαν, καθώς απαγορεύτηκε η μετάδοση των τραγουδιών από τα –αποκλειστικά κρατικά τότε- ραδιοτηλεοπτικά ΜΜΕ, παρά το γεγονός ότι τυπικά η λογοκρισία είχε καταργηθεί μετά το τέλος της επταετίας…

Σε ανάλογο ύφος κινείται και η επόμενη δισκογραφική πρότασή του. Το 1976 λοιπόν, έρχεται ο δίσκος «Καντάτα για τη Μακρόνησο» και «Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκι» σε ποίηση και απόδοση Γιάννη Ρίτσου. Ερμηνεύτρια και πάλι η Μαρία Δημητριάδη, όμως δίχως την εντύπωση και την αποδοχή που δημιούργησε η προηγούμενη.

Το 1977, ο Μικρούτσικος παρουσιάζει  δύο νέες εργασίες του: «Φουέντε Οβεχούνα» του Λόπε ντε Βέγκα (τραγούδια για το ομότιτλο θεατρικό έργο που ανέβηκε τότε στο ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη, ο οποίος υπογράφει και τους στίχους των τραγουδιών) και «Τροπάρια για φονιάδες», σε ποίηση Μάνου Ελευθερίου. Και στις δύο, τραγουδούν οι Μαρία Δημητριάδη και Γιώργος Μεράντζας.

Ο πρώτος δίσκος θα περάσει σχεδόν απαρατήρητος, όχι όμως και ο δεύτερος. Τα «Τροπάρια» αφήνουνε πίσω τους τα «Νίκος Πλουμπίδης», «Η δίκοπη ζωή» και «Ρόζα Λούξεμπουργκ» (είχε ηχογραφηθεί το 1976 σε 45άρι).

Την επόμενη χρονιά (1978), ο συνθέτης εμπιστεύεται το καινούργιο έργο του σ’ ένα νέο τραγουδιστή, ο οποίος κάνει την  πρώτη δισκογραφική εμφάνισή του. Πρόκειται για το Γιάννη Κούτρα και τη «Μουσική πράξη στο Μπρεχτ», σε ελληνική απόδοση Μάριου Πλωρίτη, Πέτρου Μάρκαρη και Αγγέλας Βερυκοκάκη. Σήμα κατατεθέν του δίσκου, το «Άννα μη κλαις».

Την ίδια χρονιά, συνεργάζεται ξανά με τη Μαρία Δημητριάδη στα «Τραγούδια της λευτεριάς», σε ποίηση Φώντα Λάδη, Άλκη Αλκαίου (η πρώτη συνεργασία τους), Γιάννη Ρίτσου, Μανώλη Αναγνωστάκη και Μπέρτολτ Μπρεχτ (το «Άννα μη κλαις» σε δεύτερη εκτέλεση).

«Ο Σταυρός του Νότου»

Το ίσως πιο εμβληματικό και διαχρονικό έργο του Θάνου Μικρούτσικου, ξεκίνησε με τις χειρότερες προοπτικές γι’ αυτόν. Όμως, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στα μέσα του 1979, του ζητήθηκε να γράψει μουσική για την τηλεοπτική σειρά «Πορεία 090» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τάσου Ψαρρά, που μεταδόθηκε τον Ιανουάριο του 1980 από την τότε ΥΕΝΕΔ και είχε ως θέμα τη ζωή των ναυτικών.

Ο συνθέτης είχε ήδη αρχίσει να δουλεύει πάνω στην ποίηση του Καββαδία και πρότεινε κάποια από τα τραγούδια, τα οποία ακούστηκαν στο σίριαλ με τη φωνή του Γιάννη Κούτρα.

Τα προβλήματα άρχισαν όταν θέλησε να τα ηχογραφήσει σε δίσκο. Ο διευθυντής της LYRA Αλέκος Πατσιφάς απογοητεύτηκε από αυτά που άκουσε και ξεκαθάρισε στο Θάνο ότι θα εκδώσει το έργο, μόνο και μόνο επειδή τον αγαπούσε πολύ. Του ζήτησε μάλιστα να διαγράψει από τη μνήμη του τούτη τη δουλειά.

Στο ίδιο κλίμα κινήθηκαν και οι κριτικές μετά την έκδοση του δίσκου, οι οποίες κυριολεκτικά «μαύρισαν» το Μικρούτσικο. Βλέπετε, τότε ο Καββαδίας ήταν ακόμη «παρακατιανός» για όλους και δεν έδινε κανένας σημασία στην ποίησή του. Κατόπιν βεβαίως, τα πράγματα άλλαξαν άρδην και για τον ποιητή και για το δίσκο…

Όλα τα τραγούδια είναι πασίγνωστα και θεωρούνται πλέον κλασικά. Η μελοποίηση των θαλασσινών εικόνων που περιγράφει ο Καββαδίας είναι υποδειγματική από το συνθέτη, ο οποίος καταφέρνει να ξεπεράσει το εμπόδιο της ομοιοκαταληξίας, που θα μπορούσε να τον οδηγήσει στο να δημιουργήσει μονότονες μελωδίες.

Η ενορχήστρωση είναι σε γενικές γραμμές απλή, ωστόσο στα χρόνια που μεσολάβησαν, ο Μικρούτσικος ουκ ολίγες φορές διασκεύασε τα κομμάτια σε σημείο τέτοιο, ώστε να μιλάμε για «καινούργια» τραγούδια.

Αυτός ο δίσκος συνέδεσε μια για πάντα συνθέτη και ποιητή και δεν είναι τυχαίο ότι έκτοτε κυκλοφόρησαν άλλες δύο αντίστοιχες δισκογραφικές δουλειές, γνωρίζοντας μεγάλη εμπορική επιτυχία («Γραμμές των οριζόντων» 1991 και η ζωντανή ηχογράφηση των δύο έργων στο Μέγαρο Μουσικής το 2005).

Και πάμε στις ερμηνείες, οι οποίες είναι εξαιρετικές. Ο Γιάννης Κούτρας (στα πρώτα του βήματα) κρατά το κύριο βάρος του δίσκου κι αποδίδει μοναδικά τα οκτώ από τα έντεκα τραγούδια, όντας ο ερμηνευτής που έχει συνδεθεί ανεξίτηλα πια με αυτά. Οι τίτλοι μιλούν από μόνοι τους: «Θεσσαλονίκη», «Γυναίκα», «Kuro Siwo», «Αρμίδα»…

Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου κάνει ένα μεγάλο βήμα στην καριέρα του, τραγουδώντας το «Μαχαίρι» και τον «Γουίλι», ενώ η γυναικεία «πινελιά» ανήκει στην Αιμιλία Σαρρή, που ερμηνεύει το «Σταυρό του Νότου».

Δε νομίζουμε ότι χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι άλλο για τούτο το έργο. Τα αριστουργήματα δε χρειάζονται περιττά λόγια, αλλά σεβασμό και θαυμασμό…

«Εμπάργκο», ο δεύτερος μεγάλος σταθμός

Η δεκαετία του ’80 για το Θάνο Μικρούτσικο ξεκινά με μιαν απόπειρά του να «διεισδύσει» στο χώρο του λυρικού τραγουδιού, μελοποιώντας αποσπάσματα από τα κείμενα του Ευριπίδη «Ίωνας» και «Ορέστης», στηριζόμενος στη φόρμα της όπερας. Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Δεκαπενταύγουστο του 1979 στα Ανώγεια της Κρήτης και κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1980, με τίτλο «Ευριπίδης IV». Αυτή είναι και η τελευταία του συνθετική δουλειά στη LYRA (το 1981 απλώς ενορχήστρωσε τα «Αντάρτικα»).

Επιπλέον, το καλοκαίρι του 1981 θα «συμπράξει» με το Μάνο Λοΐζο και το Χρήστο Λεοντή, γυρίζοντας όλη την Ελλάδα και προσπαθώντας μέσω συναυλιών να κάνουνε γνωστό το έργο τους στο ευρύ κοινό. Και τούτο γιατί στη συνέντευξη Τύπου που οργάνωσαν ώστε να γνωστοποιήσουν τη συνεργασία τους, τόνισαν ότι διάλεξαν να έλθουν σε απευθείας επικοινωνία με τον κόσμο, καθώς τα έργα τους δεν έτυχαν ιδιαίτερα ευνοϊκής μεταχείρισης από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.  

Και πάμε στο χειμώνα του 1982. Ο Μικρούτσικος «μεταγράφεται» στην τότε CBS και με την ετικέτα της, παρουσιάζει την πρώτη ολοκληρωμένη συνεργασία του με τον ποιητή Άλκη Αλκαίο (Βαγγέλης Λιάρος το πραγματικό του ονοματεπώνυμο).

Τίτλος της «Εμπάργκο» και κύριοι ερμηνευτές οι Μαρία Δημητριάδη και Βλάσης Μπονάτσος, ενώ συμμετέχουν ο Κώστας Καράλης και ο ίδιος ο συνθέτης.

Πρόκειται για ένα δίσκο ο οποίος δεν έχει ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις σε σχέση με το ύφος που ο Θάνος είχε καθιερωθεί στις προηγούμενες δουλειές του. Τα κομμάτια έχουν και πάλι έντονα τα πολιτικά στοιχεία, αλλά με μια σύγχρονη για την εποχή διάθεση καθώς βρισκόμαστε πια οκτώ χρόνια μετά τη μεταπολίτευση και τα πράγματα κάπως έχουν ηρεμήσει.

Ωστόσο, το «κάτι άλλο» στο άλμπουμ έδωσε η «φιλική» συμμετοχή του Μανώλη Μητσιά που τραγούδησε το «Ερωτικό», το οποίο φυσικά δεν είναι άλλο από την πασίγνωστη «Πιρόγα» που θεωρώ ένα από τα μεγαλύτερα τραγούδια που γράφτηκαν ποτέ στην ιστορία της ελληνικής μουσικής. Ένα κομμάτι που έμεινε και θα παραμένει εσαεί στα «διαμάντια» της καλλιτεχνικής μας ιστορίας για να θυμίζει σε όλους ότι κάποτε υπήρχε ένα «άλλο» τραγούδι…

Εκτός από το «Ερωτικό», ξεχώρισαν «Το κακόηθες μελάνωμα» (στη μνήμη του Νίκου Πουλαντζά) ερμηνευμένο με τη χαρακτηριστική φωνή του συνθέτη και η εξαιρετική μπαλάντα «Πρωινή ή βραδινή σερενάτα», ενώ η αφιερωμένη στον Διονύση Σαββόπουλο «Ωδή σ’ ένα δρομέα ημιαντοχής» προκάλεσε έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των δυο τους, ιδίως μετά από μια συνέντευξη που έδωσε τότε ο Μικρούτσικος στο Λευτέρη Παπαδόπουλο.

Τα «μοναχικά» έργα του

Τα επόμενα έργα του Θάνου Μικρούτσικου μέχρι το 1986, θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε πλήρως «αντιεμπορικά». Μέσα σ’ ένα κλίμα κεφιού και χαράς («Χορέψτε γιατί χανόμαστε», το κυρίαρχο σύνθημα της εποχής), με το λαϊκό τραγούδι να κυριαρχεί σχεδόν απολύτως, ο Πατρινός συνθέτης επιμένει ν’ ακολουθεί το δικό του μοναχικό δρόμο, παρουσιάζοντας έργα στηριγμένα στο λόγο Ελλήνων και ξένων ποιητών, βασισμένα σε μουσικές φόρμες που παραπέμπουν σε όπερα.

Έτσι, το 1983 κυκλοφορούν οι δίσκοι «Ο γέρος της Αλεξάνδρειας» (Κ. Καβάφη) – «Ιχνογραφία» (Κ. Παπαγεωργίου) και «Αραπιά για λίγο πάψε να χτυπάς με το σπαθί» και το 1985 η «Σονάτα του σεληνόφωτος» (Γ. Ρίτσου), ως μέρος του άλμπουμ «Αντιθέσεις», στον οποίο συμμετέχουν συνθετικά ο Μιχάλης Γρηγορίου και ο Βίλχελμ Τσομπλ.

Ερμηνευτές αυτών των έργων οι Κώστας Θωμαϊδης, Γιώργος Μεράντζας, Σάκης Μπουλάς, Τζούλι Μασίνο, Μαρία Δημητριάδη

Ενδιαμέσως, το 1984 θα γράψει τη μουσική και τα τραγούδια του θεατρικού έργου «Βίκτωρ και Βικτώρια», το οποίο ανεβάζει η Αλίκη Βουγιουκλάκη με συμπρωταγωνιστή το Βλάση Μπονάτσο. Αμφότεροι, ερμηνεύουν τα περισσότερα τραγούδια που κυκλοφορούν και στο βινύλιο, σε απόδοση του Μάριου Πλωρίτη.