Αφιέρωμα: Ο τηλεοπτικός και δισκογραφικός Κώστας Βουτσάς

Ο τηλεοπτικός και δισκογραφικός Κώστας Βουτσάς

Επί σχεδόν είκοσι μέρες, ήτανε καθηλωμένος σ’ ένα κρεβάτι, σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Όμως, πόσο θα μπορούσε να μείνει εκεί αυτός, που μια ολόκληρη ζωή είχε μάθει να μη στέκει ακίνητος ούτε δευτερόλεπτο και να ζει το κάθε 24ωρο ως το μεδούλι; Αυτός, που όταν πλησίαζε η ώρα της παράστασης και για κάποιο λόγο δε θα πήγαινε στο θέατρο, ανέβαζε πυρετό; Αυτός που έζησε όπως ήθελε εκείνος κι όχι όπως του επέβαλλε ο «καθωσπρεπισμός» των άλλων;

Έτσι λοιπόν, αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Πέταξε τα σωληνάκια κι ανέβηκε στο κότερο, για να πάει μια βόλτα μακριά από ορούς, αρρώστιες, μικρόβια, φάρμακα και λοιπές ανθρώπινες ματαιότητες. Έβαλε στο δισάκι του και μπόλικο σαλαμάκι για το δρόμο, σουπερμαντολίνη για τις δύσκολες ώρες και πήγε να τρουπώσει στον Παράδεισο. Ήθελε να ξαναδεί την Έρρικα, το Νιόνιο, το Φαίδωνα, τη Ζωίτσα, τη Ρένα, το Ντίνο, τον Αλέκο, το Θανάση, την Αλίκη και να γίνει εκεί μέσα της... ανωμαλίας…

Αυτός ήταν ο Κώστας Βουτσάς. «Ήταν»; Αστείο πράγμα, με όλη τη σημασία της φράσης. Είναι και θα είναι για πάντα παρών. Θα μας κλείνει το μάτι, θα γελά μ’ εκείνο το χαρακτηριστικό γέλιο του και πότε ως Κώστας Καλιακούδας, πότε ως Τζακ Τέιλορ, πότε ως Ιάκωβος Ιορδανίδης, πότε ως Ευτύχιος Κοπέογλου και πότε ως Κλεώπας, θα συνεχίζει να σκορπά χαρά και χαμόγελο σε μας και στις επόμενες γενιές.

2

Λίγο-πολύ, το κινηματογραφικό έργο του είναι πασίγνωστο και οι περισσότεροι, γνωρίζουμε απέξω τις ατάκες του, οι ποίες πλέον κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα ως παιχνίδι. Ωστόσο, ο Κώστας όλης της Ελλάδας και το ταλέντο του, δεν περιορίστηκαν μόνο στο σινεμά και φυσικά στο θέατρο, που αγάπησε και υπηρέτησε πιστά ως το τέλος.

Έγραψε τη δική του ξεχωριστή ιστορία και στη μικρή οθόνη, πρωταγωνιστώντας σε τηλεοπτικές σειρές που άφησαν εποχή, αλλά ακόμα και στη…δισκογραφία. Ναι, αυτός που στο μέγιστο δείγμα αυτοσαρκασμού, δε δίστασε να πει κάποτε στους τραγουδιστές του συγκροτήματος «Τρίφωνο» το αμίμητο «εσείς είστε τρίφωνο, εγώ είμαι…άφωνο». Και είχε απόλυτο δίκιο…

Αυτές τις δύο σχετικά «παραγκωνισμένες» πτυχές της δραστηριότητάς του στο χώρο του θεάματος θα παρουσιάσουμε εδώ. Άλλωστε, τόσα και τόσα αφιερώματα γράφτηκαν και θα γραφούν για την πορεία του στο σελιλόιντ. Εδώ, θα μάθετε ή θα θυμηθείτε και τα…υπόλοιπα, αλλά όχι λιγότερο σημαντικά.

Από ονειροπαρμένος…

Η κατακόρυφη πτώση του κινηματογράφου σε συνδυασμό με την αντίστοιχη άνοδο της τηλεόρασης στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ήταν αναπόφευκτο να οδηγήσει τους πιο πολλούς σταρ του σινεμά στα μονοπάτια του «κουτιού».

Άλλοι αμέσως κι άλλοι αργότερα, υπέκυψαν στον πειρασμό της μικρής οθόνης και μάλιστα, κάποιοι κατάφεραν να γίνουν περισσότερο δημοφιλείς απ’ όσο στην πορεία τους στη μεγάλη. Τρανά παραδείγματα, ο Άγγελος Αντωνόπουλος, ο Γιάννης Μιχαλόπουλος και η Κατερίνα Γιουλάκη.

Ο Κώστας Βουτσάς βεβαίως, δεν είχε την ανάγκη της δημοφιλίας. Την είχε κατακτήσει με το σπαθί του, έπειτα από μια σχεδόν εικοσαετή καριέρα στο «πανί». Όμως, όταν το 1973 ο Κώστας Πρετεντέρης του έδωσε τα κείμενα μιας τηλεοπτικής σειράς γραμμένης για κείνον, δε μπόρεσε ν’ αρνηθεί.

Ήταν ο θρυλικός « Ονειροπαρμένος», με πρωταγωνιστή φυσικά το Θεσσαλονικιό κωμικό, ο οποίος παράλληλα είχε και την ιδιότητα του σκηνοθέτη (η τηλεσκηνοθεσία ήταν του Γιάννη Γενιτσαριώτη).

Ωστόσο, λίγο έλειψε η σειρά να μη ξεκινήσει. Και τούτο γιατί ο Βουτσάς βρισκόταν στη «μαύρη λίστα» των ανθρώπων της χούντας, οι οποίοι απαγόρευσαν τη συμμετοχή του στο νέο σίριαλ. Όπως ήταν φυσικό, οι συντελεστές της βρέθηκαν προ αδιεξόδου και προσπάθησαν να τους μεταπείσουν.

Μπροστά στην απειλή να μη βγει ποτέ στον αέρα η σειρά, σκέφτηκαν μια «στημένη» συνέντευξη με το Βουτσά, ο οποίος δε θα μιλούσε εναντίον της δικτατορίας κι έτσι θ’ «αποκαθίστατο» στα μάτια της. Όμως, εκείνος απέκλεισε κατηγορηματικά κάτι τέτοιο κι εν τέλει, ανέλαβε «δράση» ο παραγωγός Γιώργος Ράλλης.

Τι έκανε; Πήγε στο διοικητή της ΥΕΝΕΔ και του είπε ότι με άλλο πρωταγωνιστή, τα έσοδα του σταθμού από το σίριαλ θα ήταν σχεδόν μηδαμινά. Ενώ με το Βουτσά, του εγγυήθηκε ότι θα έμπαιναν στα ταμεία πολλά χρήματα από τις διαφημίσεις. Τελικώς τον έπεισε κι έτσι, «Ο ονειροπαρμένος» ξεκίνησε το ταξίδι του, την Τρίτη 5 Ιουνίου 1973, στις 20:50…

Από την αρχή, γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία και υψηλότατες θεαματικότητες, κατακτώντας την πρώτη θέση στην τηλεθέαση της περιόδου 1973-74.

Από το Σεπτέμβριο του 1973, άλλαξε η ημέρα μετάδοσής του κι από Τρίτη έγινε Πέμπτη, ενώ μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου διακόπηκε όλο το Δεκέμβριο, για να επιστρέψει στις 10 Ιανουαρίου 1974.

Ο προγραμματισμός άλλαξε και πάλι από την πρώτη Ιουλίου 1975, όταν ξαναγύρισε στην αρχική μέρα μετάδοσης, δηλαδή την Τρίτη, όπου κι έμεινε μέχρι το τελευταίο από τα περίπου 110 επεισόδια, το οποίο προβλήθηκε στις 14 Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς.

Λόγω της μεγάλης επιτυχίας του «Ονειροπαρμένου», ο Πρετεντέρης μετά το τέλος του έγραψε μια νέα σειρά, πάλι με πρωταγωνιστή τον Κώστα Βουτσά. Ήταν «Ο άνθρωπός μας», ο οποίος ξεκίνησε στις 21 Οκτωβρίου 1975, αλλά δε «μακροημέρευσε» όσο ο «προκάτοχός» του…

Δυστυχώς, δε σώζεται ούτε ένα επεισόδιο στο αρχείο της ΕΡΤ, παρά μόνο κάποιο ολιγόλεπτο απόσπασμα. Άλλο ένα τηλεοπτικό «έγκλημα» που έμεινε ατιμώρητο…

Κεντρικός ήρωας της σειράς ήταν ο Κωστάκης, ο οποίος δούλευε ως υπάλληλος σε μια επιχείρηση ιδιοκτησίας του κυρίου Ψάκου (Νίκος Παπαναστασίου), εκ Κωνσταντινούπολης ορμώμενου. Ζούσε μαζί με τη μητέρα του, την κυρία Ερμιόνη (Μαίρη Μεταξά) και η ζωή του ήταν εντελώς συμβατική και χωρίς ιδιαίτερες συγκινήσεις.

Ωστόσο, ο Κωστάκης διέθετε μεγάλη φαντασία και μέσω αυτής, έπλαθε διάφορες εικόνες με αφορμή ακόμα και κάποια ασήμαντα περιστατικά που συνέβαιναν είτε στο γραφείο, είτε στο σπίτι του.

Είχε την τάση να τα μεγαλοποιεί και να ονειρεύεται ότι ήταν δυνατός και μπορούσε να κάνει τα πάντα, όσα δηλαδή ήταν αδύνατο να καταφέρει στην καθημερινότητά του.

Δυστυχώς όμως γι’ αυτόν, πάντα προσγειωνόταν στην πραγματικότητα κι επέστρεφε στη ρουτίνα του, αν και δεν έπαυε ποτέ να κάνει όνειρα…

Όλα αυτά βεβαίως, συνοδεύονταν κι από τις ανάλογες μεταμφιέσεις, που ήταν αρκετές σε κάθε επεισόδιο και αυτό ήταν που έδινε ένα διαφορετικό τόνο στη σειρά.

4

…θυρωρός και Ανδροκλής

Περίπου ένα χρόνο μετά το θάνατό του Κώστα Πρετεντέρη, στα μέσα του 1979, έπεσε η ιδέα της μεταφοράς στη μικρή οθόνη μιας παλιάς σημαντικής στιγμής του, η οποία είχε γραφτεί για το ραδιόφωνο.

Ήταν «Το ημερολόγιο ενός θυρωρού», που μέσω των ερτζιανών είχε αγαπηθεί πολύ από το ελληνικό κοινό. Φυσικά, επειδή ο Πρετεντέρης δε βρισκόταν στη ζωή, έπρεπε να βρεθεί εκείνος που θα επωμιζόταν τη διασκευή μιας ραδιοφωνικής εκπομπής, βασισμένος στα αρχικά κείμενα και γνώστης της «τηλεοπτικής γλώσσας».

Η «Αστήρ TV» που ανέλαβε την παραγωγή, επέλεξε γι’ αυτή τη δουλειά τον Χρήστο Δοξαρά, γνωστό ηθοποιό, αλλά και αξιόλογο θεατρικό συγγραφέα.

Έτσι λοιπόν, στις αρχές Σεπτεμβρίου 1979 ανακοινώθηκε η έναρξη των γυρισμάτων της σειράς, με τον Παντελή Ζερβό στο ρόλο του θυρωρού, όπως δηλαδή και στην αντίστοιχη ραδιοφωνική εκπομπή. Ωστόσο, περίπου δυο βδομάδες μετά, έγινε γνωστό ότι πρωταγωνιστής θα ήταν ο Κώστας Βουτσάς, χωρίς να δοθεί κάποια εξήγηση γι’ αυτή την αλλαγή…

Πράγματι, την Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 1979 στις εννιά το βράδυ, προβάλλεται το πρώτο επεισόδιο του «Θυρωρού» από την ΥΕΝΕΔ. Από την πρώτη στιγμή, η σειρά γίνεται εξαιρετικά δημοφιλής και κερδίζει το ενδιαφέρον του κόσμου, ως τη Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 1982, οπότε πέφτουν οι τίτλοι τέλους, έπειτα από 190 επεισόδια, τα οποία προβάλλονταν δύο φορές την εβδομάδα.

Ως «θυρωρός Βαγγέλης Γαρίδας» ξεκίνησε ο Κώστας Βουτσάς, με μεγάλη επιτυχία. Ωστόσο, αποχώρησε από το σίριαλ δέκα μέρες μετά το Πάσχα, εμφανιζόμενος για τελευταία φορά την Τετάρτη 16 Απριλίου 1980. Σύμφωνα με το σενάριο, έφυγε στη Γερμανία και ουδέποτε εμφανίστηκε ξανά στο «Θυρωρό». Ο λόγος της αποχώρησής του, ήταν οι πολλές θεατρικές υποχρεώσεις του, οι οποίες δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει, καθώς έκανε περιοδεία σε όλη την Ελλάδα…

Από τότε, πέρασαν πέντε χρόνια μέχρι ο δημοφιλής ηθοποιός να επιστρέψει στη μικρή οθόνη σε τηλεοπτική σειρά. Έτσι, την Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 1985, προβάλλεται το πρώτο από τα συνολικά 26 επεισόδια της κωμικής σειράς «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του», σε σενάριο του Κώστα Παπαπέτρου και σκηνοθεσία του Νίκου Κουτελιδάκη.

Πρόκειται για τις «περιπέτειες» του Ανδροκλή Καρπερού, ενός χήρου με πέντε παιδιά (στη σειρά είδαμε τα τέσσερα), ο οποίος προσπαθεί να τα βγάλει πέρα τόσο με τις δυσκολίες της καθημερινότητας, όσο και με τη διαφορετικότητα και τα «θέλω» των «βλασταριών» του.

Το κοινό ανταποκρίνεται θερμά και το σίριαλ σημειώνει υψηλή θεαματικότητα, χάρη στο πηγαίο κι αβίαστο γέλιο που προκαλεί με τις ατάκες του σεναρίου και τον τρόπο παιξίματος των ηθοποιών.

Συνεπώς, παίρνει το «πράσινο φως» και για δεύτερο κύκλο επεισοδίων (από τα 13 που αρχικώς είχαν εγκριθεί) κι έτσι, το καλοκαίρι του ’85 περνάει ευχάριστα για όσους έχουν τηλεόραση μαζί τους στις διακοπές.

Ωστόσο, ενώ ήταν έτοιμος και ο τρίτος κύκλος, με «άνωθεν εντολή» και χωρίς την παραμικρή εξήγηση, οι τίτλοι τέλους της σειράς πέσανε πρόωρα. Αυτό γίνεται αντιληπτό στον οποιονδήποτε, αρκεί να παρακολουθήσει όλα τα επεισόδια που υπάρχουνε στο διαδίκτυο.

Να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας Κώστας Παπαπέτρος είχε γράψει τα κείμενα το 1976 για το Γιάννη Μιχαλόπουλο, με αφορμή ένα σίριαλ που επρόκειτο να γυριστεί τότε με την ίδια υπόθεση, αλλά διαφορετικό τίτλο. Μάλιστα, ο ήρωας θα λεγόταν «Γιάννης Καρπερός».

Αυτή ήταν ουσιαστικά η τελευταία μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία του Κώστα Βουτσά. Ακολούθησαν άλλες τρεις σειρές στις οποίες ήταν ο πρωταγωνιστής («Μια βόλτα στο φεγγάρι» το 1989, «Ιστορίες χωρίς δάκρυα» το 1990 και «Μπαμπάς και φιλαράκος» το 1991), οι οποίες όμως πέρασαν σχεδόν απαρατήρητες.

Έκτοτε, συμμετείχε σε τηλεοπτικές σειρές κυρίως ως γκεστ σταρ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια που πλέον βρισκόταν και σε προχωρημένη ηλικία. Τον είδαμε μεταξύ άλλων στους «Δέκα μικρούς Μήτσους», στην «Τυφλόμυγα», στους «Χλιδάτους», στο remake του «Γιούγκερμαν», στο «Με τα παντελόνια κάτω» (φοβερό ζευγάρι με την Πηνελόπη Πιτσούλη), στην «Πολυκατοικία» κλπ, πάντα αφήνοντας τη δική του ξεχωριστή πινελιά.

Ο Βουτσάς στο βινύλιο

Όπως αναφέραμε ήδη, ο Κώστας Βουτσάς μόνο φωνή τραγουδιστή δε διέθετε. Όμως, κατάφερε έστω κι έτσι να «σημαδέψει» με την…ερμηνεία του ορισμένα χαρακτηριστικά τραγούδια του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ αργότερα δε δίστασε να ηχογραφήσει και ολόκληρο δίσκο 33 στροφών.

Ποιος δε γνωρίζει τα θρυλικά «Φσστ μπόινγκ» και «Στο ρυθμό του τουίστ» του Μίμη Πλέσσα, από την ταινία «Κάτι να καίει» του Γιάννη Δαλιανίδη; Ή τα «Αψού γείτσες» και «Υπερβολές» από το φιλμ «Κορίτσια για φίλημα», πάλι του Δαλιανίδη και πάλι σε μουσική Πλέσσα; Μπορεί να μην πρόκειται για…κανονικά τραγούδια, αλλά σίγουρα έχουνε τη δική τους ξεχωριστή θέση στο soundtrack της ιστορίας του εγχώριου σινεμά.

Επίσης, ο Βουτσάς ακουγόταν να τραγουδά (τρόπος του λέγειν…) την «Κουζίνα» στην ταινία «Αγάπησα μια πολυθρόνα», σε σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη και σκηνοθεσία Κώστα Καραγιάννη. Δεν έχει κυκλοφορήσει σε δίσκο, συνεπώς δε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το συνθέτη και το στιχουργό. Πάντως, στους τίτλους του φιλμ αναφέρεται ότι τη μουσική και τα τραγούδια έγραψε ο Γιώργος Χατζηνάσιος, σε στίχους Ντίνου Δημόπουλου.

Και φτάνουμε στα μέσα του 1975. Όπως προαναφέραμε, εκείνη την εποχή ο Κώστας Βουτσάς έκανε θραύση στην τηλεόραση με τον «Ονειροπαρμένο».  Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο λοιπόν, ηχογράφησε ένα δίσκο με εύθυμα και κωμικά τραγούδια (μουσικά σκετς ουσιαστικά) γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι η φωνή του δεν έκανε για τούτη τη δουλειά - εξ ου και ο τίτλος «Ένας ονειροπαρμένος τραγουδιστής». Μεταξύ άλλων, συμμετέχει ως συνθέτης και ο Τάκης Μουσαφίρης.

Σχεδόν αμέσως με την ημερομηνία κυκλοφορίας του δίσκου, άρχισαν και οι δικαστικές περιπέτειες. Ο Γιάννης Μαρκόπουλος έγινε έξαλλος από το γεγονός ότι συμπεριλήφθηκε το τραγούδι του «Τούμπου-τούμπου ζα» (τεράστια επιτυχία του άλμπουμ) χωρίς να του ζητηθεί η άδεια και κατέθεσε αγωγή εναντίον της εταιρείας, εκφράζοντας παράλληλα και την αγανάκτησή του για το ότι «ο κ. Βουτσάς διακωμωδεί και φαλτσάρει το τραγούδι μου», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην προσφυγή του στη δικαιοσύνη.

Σημειώνουμε ότι αυτό το κομμάτι είχε κυκλοφορήσει σε πρώτη εκτέλεση την ίδια χρονιά στο δίσκο του συνθέτη «Ανεξάρτητα», ερμηνευμένο από το Λάκη Χαλκιά και τον «πρίγκιπα» Παύλο Σιδηρόπουλο, αλλά μεγάλη  επιτυχία έγινε με την «ερμηνεία» του Κώστα Βουτσά, ενώ αργότερα το ηχογράφησε και ο Γιώργος Μαρίνος.

Νομίζουμε ότι είναι περιττό ν' αναφερθούμε σε μουσικές παρατηρήσεις. Θα πούμε απλώς ότι είναι ένας δίσκος που ακούγεται ευχάριστα, σαν μια θεατρική παράσταση αποτελούμενη από αστεία (αλλά σε καμία περίπτωση γελοία) τραγουδιστικά σκετς κι ένα Βουτσά που μπορεί να μην είχε τη δυνατότητα να γίνει τραγουδιστής, αλλά η θεατρικότητά του είναι διάχυτη στον τρόπο που ερμηνεύει ετούτα τα μουσικά κομμάτια.

Αξίζει ν’ ακούσετε τη «Μανώλα», η οποία αποτελεί διακωμώδηση της σειράς ερωτικών ταινιών «Εμμανουέλα» που έκανε θραύση τότε, καθώς και το «Ντουγλερί και ντουγλερέα».

Μόλις διαβάσατε μια διαφορετική πτυχή του πλούσιου και σπουδαίου έργου που άφησε πίσω του ο Κώστας Βουτσάς. Ίσως δεν είναι η πιο σημαντική, όμως είναι εξίσου άξια λόγου και αναφοράς. Όπως και να ‘χει, ο αγαπημένος μας Κωστάκης θα βρίσκεται πάντα κοντά μας, για να μας χαρίζει το μόνο πράγμα που έχει τη δυνατότητα να μακρύνει τη ζωή μας και να την κάνει καλύτερη: Το γέλιο…