Στο πρώτο κεραυνό το σώμα αντιδρά, καμπουριάζει. Ο ήχος μας τρομάζει.
Αυτοί που άκουσαν οβίδες και πυροβολισμούς;
Αλλάζει ο ουρανός, μαυρίζει και μαζί του μπλεβιάζει η διάθεσή μας.
Αυτοί που ζήσανε τη μαυρίλα ανάμεσα στις στάχτες των σπιτιών τους;
Στη πρώτη ψιχάλα κρυβόμαστε, να μη βραχούμε, να μη λερωθούμε.
Αυτοί που κρατήσανε σώματα νοτισμένα στο αίμα;
Κλεινόμαστε στα σπίτια μας και περιμένουμε να περάσει η μπόρα.
Αυτοί που ζουν μια μπόρα χωρίς τελειωμό;
Η καταιγίδα κάποτε θα τελειώσει. Τα ακούσματα θα αλλάξουν και τα χρώματα θα «μυρίσουν» άνοιξη.
Αυτοί δεν είναι πια όμως εδώ..