Κι εσύ Ελένη και κάθε «Ελένη»

Κι εσύ Ελένη και κάθε «Ελένη»

Σωτήριο έτος 2018.

Μια Ελένη…
Μια φοιτήτρια σε κάποιο νησί κανονίζει να βγει με φίλους. Ντύνεται, χτενίζει τα μαλλιά της και βάφεται.

Κλείνει τη πόρτα πίσω της για τελευταία φορά. Λίγες ώρες μετά, η ίδια Ελένη χάνει τα ρούχα της, το μακιγιάζ, τους φίλους και στο τέλος την ίδια τη ζωή της, άγρια, χωρίς οίκτο και καμία ανταπόκριση στις εκκλήσεις της για έλεος, σε μια στερνή προσπάθεια αντίστασης κι αυτοπροστασίας.

Δεν είναι η πρώτη Ελένη και φοβάμαι πως δεν θα είναι η τελευταία. Ίσως να σκεφτόμαστε πως την πρόδωσε η εμπιστοσύνη στους λάθος ανθρώπους. Μα είναι όντως αυτό;
Μας καλύπτει, μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα;

Δεν θα έπρεπε να βγει, να διασκεδάσει; ΝΑ ΖΗΣΕΙ;
Η Ελένη σήμερα θα ήταν ίσως αγχωμένη με τη πτυχιακή της, με το επαγγελματικό της μέλλον, θα έψαχνε έπιπλα να διακοσμήσει το σπίτι της κι ίσως να είχε αλλάξει χτένισμα.

ΘΑ ΗΤΑΝ ΖΩΝΤΑΝΗ.

Θα είχε όνειρα, ελπίδα, αγωνία για το μέλλον.

Όταν άκουσα την ιστορία της, ούσα ήδη μητέρα, κάτι έσπασε μέσα μου. Όλα όσα έζησα σαν μαθήτρια, φοιτήτρια ήρθαν απέναντί μου. Η ίδια ελευθερία που είχα άξιζε και σε κείνη, τις ίδιες αναμνήσεις θα έπρεπε να έχει. Θα έπρεπε να γελάει δυνατά, να διασκεδάζει, να ερωτεύεται και να την ερωτεύονται.
Κι από την άλλη, σαν μητέρα ένιωσα φόβο, στο αύριο, στην ελευθερία που θα πρέπει να δώσω στο παιδί μου όσο μεγαλώνει. Τη φυσιολογική ελευθερία που κάθε παιδί πρέπει να αποκτά…

Λυπάμαι Ελένη, λυπάμαι που το δικαίωμά σου να αρνηθείς οδήγησε στον θάνατό σου.
Λυπάμαι Ελένη, την οικογένειά σου που ανεβαίνει αυτόν τον Γολγοθά.
Λυπάμαι Ελένη.