Κλάψε βρε, κλάψε, νιώσε!

Κλάψε βρε, κλάψε, νιώσε!

Πόσο θα παρεξηγηθώ αν γράψω για το κλάμα;

Ξέρεις δε με νοιάζει. Είναι ευλογία να μπορείς να κλαις. Όχι όμως να πρέπει να σου καθαρίσουν κρεμμύδια, ούτε να πιέσεις τον εαυτό σου. Α, ναι ούτε να δαγκωθείς ούτε να τσιμπήσεις δυνατά το μπούτι σου.

Θέλω το κλάμα της χαράς ή της λύπης.

Θέλω το κλάμα που προέρχεται από το νευρικό γέλιο μέχρι το άλλο που κοιτάς φωτογραφίες μια άλλης εποχής που απεικονίζουν όχι κάποιους άλλους, αλλά δικούς σου.

Εγώ όμως θέλω πιο πολύ το κλάμα αυτό που σε αδειάζει.

Αυτό της κάθαρ(σ)ης που μόνο αν αλλάξεις τον τονισμό ξανανιώνεις. Κατάλαβες για τι πράγμα γράφω και τι διαβάζεις. Φαντάσου απλά την ψυχή σου με την μορφή σου και επειδή πάντα θα έχει ένα λόγο για να κλάψει άσ'την σε παρακαλώ.

Επίτρεψέ της να το νιώσει.

Γιατί υπάρχουν κάποια εμπόδια που μπορεί να είναι για καλό αλλά το φάρμακο δεν είναι το παρακάτω. Βρίσκεται ακριβώς κάτω από τα βλέφαρά σου και περιμένουν να ελευθερωθούν και ξέρεις θα σε απαλλάξουν…

Κλάψε βρε, κλάψε… νιώσε!

Δικαία Μαραβέλια