Ήταν πάντα ένα παραμύθι, μόνο που εκείνη δεν «έζησε καλά»

Ήταν πάντα ένα παραμύθι, μόνο που εκείνη δεν «έζησε καλά»

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, με απόφασή της στις 17 Δεκεμβρίου 1999, ανακήρυξε την 25η Νοεμβρίου ως Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών για να αναδείξει ένα σημαντικό πρόβλημα με παγκόσμια διάσταση.

Η Ημέρα αυτή είχε καθιερωθεί ήδη από το 1981 από γυναικείες οργανώσεις, σε ανάμνηση της φρικτής δολοφονίας των τριών αδελφών Μιραμπάλ, πολιτικών αγωνιστριών από την Δομινικανή Δημοκρατία, με διαταγή του δικτάτορα Τρουχίλο στις 25 Νοεμβρίου 1960.

Σε παγκόσμια μάστιγα έχουν μετατραπεί οι γυναικοκτονίες και τα στοιχεία που δίνει ο ΟΗΕ στη δημοσιότητα επί τη ευκαιρία της Διεθνούς Ημέρας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών είναι σοκαριστικά.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), «γυναικοκτονία είναι η ανθρωποκτονία από πρόθεση γυναικών επειδή είναι γυναίκες».

Κατά μέσον όρο, 137 γυναίκες ανά τον κόσμο δολοφονούνται καθημερινά από τον σύντροφό τους ή από κάποιον συγγενή τους, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από την Υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα…

Ήταν πάντα ένα παραμύθι, μόνο που αντί να τελειώνει με το «εκείνη έζησε καλά» τελειώνει με μία κραυγή, τον τελευταίο πόνο για όσα η ψυχή και το κορμί έχουν υποστεί. Γεννήθηκε σε μια φτωχογειτονιά, έρμαιο της μοίρας της κι ενός σημαντικού άλλου που την κακομεταχειρίστηκε γιατί τη θεώρησε κτήμα του. Σκεύος ηδονής και ευχαρίστησης στα χέρια ενός συντρόφου που της έταξε έναν καλύτερο ουρανό, δυο όνειρα παραπάνω. Μόνο που αυτά τα όνειρα ήταν βουτηγμένα στο βούρκο και μύριζαν σαπίλα. Ο σάκος του μποξ για τον άνεργο σύζυγο που κάπου έπρεπε να ξεσπάσει για την αδικία της ζωής.

Ήταν πάντα ένα παραμύθι, κι αν κάποτε μια νεράιδα τής έταξε φορέματα, κοσμήματα, πλούτη αμύθητα, ξέχασε να της πει πως για να τα έχει όλα αυτά, έπρεπε να ανέχεται προσβολές, χαστούκια που προσγειώνονταν στο σώμα και την ψυχή της με λόγια που την έκαναν να νιώθει μικρότερη κι από το πιο τιποτένιο σκουπίδι.

Ήταν πάντα ένα παραμύθι, για εκείνη που πίστευε πως αυτή ήταν η τελευταία φορά που ένιωθε τη γροθιά του στο ταλαιπωρημένο της πρόσωπο. Μέχρι την επόμενη, που θα προσγειωνόταν ακόμα πιο βαριά πάνω της για να της θυμίσει πως τελικά αντέχει κι άλλο πόνο, κι άλλο εξευτελισμό. Ήταν το ίδιο παραμύθι που την έκανε να πιστεύει πως της άξιζαν όλα, ίσως και χειρότερα από αυτά που έζησε.

Ήταν πάντα ένα παραμύθι, για εκείνη που τελικά δεν άντεξε. Για εκείνη που του αντιστάθηκε για μία τελευταία φορά. Που τον προκάλεσε να της επιτεθεί και έπεσε με όλη τη φόρα πάνω στην κοφτερή λεπίδα του μαχαιριού που κράταγε ο δήμιός της. Γιατί μόνο έτσι θα γλίτωνε.

Ήταν πάντα ένα παραμύθι, για εκείνη και το μωρό που είχε στα σπλάχνα της. Που έγινε κομμάτια η αγέννητη ψυχή του μαζί με τα δικά της όνειρα που κατάπιε ο μαύρος δράκος που την παρέσυρε με το ψεύτικό του πέπλο.

Ήταν πάντα ένα παραμύθι κι έγινε πραγματικότητα για κάθε μια που διάλεξε αυτό το μονοπάτι. Για κάθε μια που την έσπρωξαν σε αυτόν τον δρόμο την πρώτη φορά που την αποκάλεσαν «άχρηστη», «χαζή», «χοντρή», «ζώο», «τιποτένια», «σκουπίδι»… και για τις επόμενες φορές που αυτή την ταμπέλα την κάρφωσαν με τα πιο μεγάλα καρφιά στην ψυχή της.

Ήταν ένα παραμύθι που έκανε πραγματικότητα τον χειρότερό της εφιάλτη, κάθε φορά που χρησιμοποιούσε το σώμα της για τις ορέξεις του. Κάθε φορά που έτρεμε από φόβο, αηδία και ταπείνωση μα το τέρας δεν έλεγε να σταματήσει…

Ήταν ένα παραμύθι που έχει γίνει μια μαύρη πραγματικότητα, με νούμερα που μυρίζουν θλίψη και θάνατο. Με νούμερα για τα οποία η πολιτισμένη κοινωνία αδιαφορεί πίσω από τα ακριβά γυαλιά που φοράει. Τα γυαλιά που κρύβουν όλη τη σκληρότητα, όλη την αναλγησία, όλη την αδιαφορία, την έλλειψη ανθρωπιάς…

 Ήταν ένα παραμύθι με τέλος που επαναλαμβάνεται ακόμα.