Δεν ξέρω τι θέλεις και τι ζητάς, γιατί όλο με κρίνεις!

Δεν ξέρω τι θέλεις και τι ζητάς, γιατί όλο με κρίνεις!  (Πηγή Pixabay)

Ψάχνοντας να με γνωρίσω, χάνομαι συχνά πυκνά στο λαβύρινθό σου.

Σε δωματιάκια μικρά βρίσκω κλειδωμένες επιθυμίες και συναισθήματα.

Σκέψεις φυλακισμένες σε κελιά...

Σκέψεις που δεν τόλμησαν ν' αποδράσουν και να δοκιμάσουν την τύχη τους στον «έξω κόσμο».

Πόρτες κρυφές περνούν απαρατήρητες κι άλλες μεγάλες κι επιβλητικές υψώνονται μανταλωμένες!

Κάθε λογής κλειδιά μικρά και μεγάλα, σκορπισμένα παντού...

Κάθε πόρτα έχει το κλειδί της μα δε ξέρω πόση υπομονή έχω ακόμη για να ψάχνω...

Προτιμώ να ψάχνω για ανοίγματα, κάποιες φορές.

Όσο ψάχνω τόσο βρίσκω μικρά παραθυράκια και άλλοτε καθρέπτες.

Φως και σκοτάδι σε ισορροπία. Ευχή και κατάρα, ευλογία και ανάθεμα!

Χρόνια τώρα εκεί που με χάνω εκεί με βρίσκω ...

Μες το μυαλό μου ανοίγει μια πόρτα σε μια άλλη θέα, ίσως σ' άλλο μέρος, σ’ άλλον κόσμο, στην ίδια όμως πάντα ζωή και είσαι πάντα εκεί, μαζί μου...

Σου φοράω κατάσαρκα ένα ρούχο χιλιομπαλωμένο. Άλλοι το λεν εγωισμό, αλλά εγώ ξέρω πως είναι αξιοπρέπεια μόνο.

Πότε σε μισώ και κάποτε σ' αγαπώ, αλλόκοτο πλάσμα!

Γιατί εκεί που νομίζω ότι σε ξέρω με ξαφνιάζεις και με μπερδεύεις.

Ενώ με σπρώχνεις στους φόβους μου, με κρατάς στη φόρα μου να μη πέσω...

Ρίχνεις αλάτι στις πληγές μου και μετά τις γλύφεις.

Δεν ξέρω τι θέλεις και τι ζητάς, γιατί όλο με κρίνεις!

Όταν δίνω τα βρίσκεις λίγα όταν παίρνω τα βρίσκεις πολλά και όταν δεν μένει τίποτα για μας, με βρίζεις για το ξόδεμα. ...

Πολλές φορές σε αποκοιμίζω με μουσική και ελευθερώνομαι. Σε ταΐζω γλυκά και λιχουδιές για να σε ημερέψω!

Δεν θέλω πια να ρίχνεις νομίσματα στο τσουκάλι της μοίρας μου και να τη καλοπιάνεις, ούτε να λες τις λέξεις ανάποδα να τις ξορκίσεις. Μεγάλωσα πια...

Μα μεγάλωσες και συ. Παραμεγάλωσες για να γράφεις ακόμα τις ευχές μου σε χαρτί κι όταν θυμώνεις, να με πνίγεις με μασημένα κομμάτια χαρτιού!

Δε λέω, μ' αρέσει όταν βγάζεις φτερά και με πετάς, κι όταν έχεις τα κέφια σου περνάω καλά μαζί σου.

Ακόμα και όταν βάζεις τα μαύρα σου και με τραβάς στο σκοτεινό βυθό να πιάσω πάτο, ξέρω ότι θα με ξαναβγάλειs στο φως και η πρώτη σου ανάσα θα ναι υπόσχεση... Γι’ αυτό σ’ εμπιστεύομαι!

Δεν φοβάμαι τίποτα περισσότερο από σένα και την ίδια ώρα δεν σε λογαριάζω κι αρρωσταίνεις!

Ο καιρός σ' ωριμάζει (τι νόμισες! ) αλλά κανείς δεν σε ξέρει ακόμα ολοκληρωτικά...

Στέκομαι μπροστά στο καθρέφτη και σε ξεντύνω. Σε γδύνω από τις θλίψεις σου.

Σε ξεγυμνώνω απ' όλα τα άσχημα που έχεις ντυθεί κατά καιρούς και ξέχασες ν' αλλάξεις.

Επιτέλους σε αναγνωρίζω ξανά έτσι που στέκεσαι μπροστά μου εκθέτοντας στα μάτια μου κάθε πληγή και ουλή σου.

Μυρίζεις όμορφα και καμιά φορά σε βλέπω στο καθρέφτη να χαμογελάς...

Είσαι «εγώ» και πια μου ταιριάζεις περισσότερο από ποτέ!!!

Ψυχή μου, μόνο μια χάρη. Μη πετάξεις ποτέ από πάνω σου το ρούχο που σου φορώ... Σου πηγαίνει υπέροχα κι ας είναι χιλιομπαλωμένο…