Μάνα είναι μόνο μία

Μάνα είναι μόνο μία

Όλοι λένε πως ήμουν γκρινιάρικο μωρό, από αυτά που θες να τα πετάξεις από το παράθυρο, που παρακαλάς το Θεό να τα κάνει να σταματήσουν. Νομίζω ότι μπορείτε να καταλάβετε τον συνειρμό μου.

Η μαμά μου είπε ότι εξαιτίας μου χαλάσανε τις καρέκλες στο σπίτι, τις παλιές τις ξύλινες του καφενείου, γιατί η ‘κυρία’, εγώ δηλαδή, ήθελα κούνημα συγκεκριμένο, αγκαλιά πάνω στη καρέκλα και κούνια μπέλα όλοι μαζί.

Αυτή η ιστορία έγινε αφορμή για το ποίημα που έγραψα για την μητέρα μου όταν κάποια στιγμή αρρώστησε. Βλέπετε η ιδέα του να με ‘αφήσει’ και ας είμαι ολόκληρη γαϊδάρα όπως λέει, με τρελαίνει , δεν τη χωνεύω ρε παιδί μου..

Η καρέκλα

«Με έχεις αγκαλιά και με κουνάς σε κείνη την καρέκλα,

την παλιά, την ξύλινη, εκείνη που τρίζει.

Μπρος, πίσω, πέρα, δώθε, όλα τα άντεξε,

τις γκρίνιες, τα καμώματα, τα κλάματα

και ποτέ δε σταμάτησε να κουνιέται.

Όλα για να με ησυχάσει, να με νανουρίσει,

στην αγκαλιά του Μορφέα να με παραδώσει.

Και συ κέρβερος εκεί να φυλάς το πέρας.

Αχ θεέ μου κάνε να μην αδειάσει ποτέ αυτή η καρέκλα....»