Όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για τον καρκίνο του μαστού

Όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για τον καρκίνο του μαστού(pexels)

Ο καρκίνος δεν αποτελεί μία νόσο. Είναι ένα όρος ομπρέλα διαφορετικών μεταξύ τους παθήσεων, με τεράστιες διαφορές μεταξύ των ποικίλων μορφών του, όσο και μεταξύ των κυττάρων του ίδιου όγκου.

Αυτό που αποτελεί κοινό στοιχείο, είναι ότι ο καρκίνος προκαλείται από τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό κλώνων του ίδιου κυττάρου. Η κακοήθης νεοπλασία είναι μια γενετική ασθένεια. Προκαλείται από τη συσσώρευση επιζήμιων μεταλλάξεων στο γονιδίωμα κατά τη διάρκεια της ζωής ενός οργανισμού. Η καρκινογένεση αναγνωρίζεται ως μια πολυεπίπεδη και σταδιακή διαδικασία η οποία θα οδηγήσει στη δημιουργία του καρκινικού κυττάρου. 

Το κλασικό μοντέλο της ανάπτυξης ενός όγκου περιλαμβάνει 3 διαφορετικά στάδια.
Την έναρξη, την προαγωγή και την πρόοδο.
Η έναρξη είναι η διαδικασία μέσω της οποίας σημαντική βλάβη στο
DNA του κυττάρου γίνεται μόνιμη, χωρίς να αντιμετωπιστεί από τα συστήματα ασφαλείας τους κυττάρου. Κατά την προαγωγή, επιγενετικοί παράγοντες επηρεάζουν εκλεκτικά τον πολλαπλασιασμό των αρχικών κυττάρων. Τέλος στην πρόοδο, επιπλέον διαφοροποιήσεις και γονιδιακές ποικιλομορφίες, μετατρέπουν τη συνολική μάζα των κυττάρων σε καρκινική. Στην πραγματικότητα βέβαια αυτό που φαίνεται να συμβαίνει, είναι μια παράλληλη διαδικασία των παραπάνω γεγονότων χωρίς να ακολουθούνται τόσο ξεκάθαρα βήματα.

Ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο συχνή μορφή καρκίνου στις γυναίκες.
Το αρχικό στάδιο του καρκίνου του μαστού είναι η μη διηθητική μορφή ή όπως αλλιώς ονομάζεται
in-situ (στάδιο Ο) στο οποίο τα παθολογικά κύτταρα δεν έχουν επηρεάσει  το φυσιολογικό μαστικό ιστό. Τα υπόλοιπα στάδια (I-IV) αποτελούν τον αποκαλούμενο διηθητικό καρκίνο (80%), στον οποίο τα κύτταρα αναπτύσσονται στον υπόλοιπο μαστικό ιστό. Υπάρχουν περίπου 21 διαφορετικοί ιστολογικοί τύποι και τουλάχιστον 4 διαφορετικές μοριακές μορφές που διαφοροποιούνται τόσο σε επίπεδο κινδύνου εμφάνισης, συχνότητας εμφάνισης, ανταπόκρισης στο επίπεδο της θεραπείας αλλά και στην πρόγνωση.  

Τα τεστ γονιδιακής έκφρασης έχουν οδηγήσει στην καλύτερη κατανόηση των μοριακών τύπων και στην εξειδικευμένη αντιμετώπιση. Η εύρεση του αντίστοιχου είδος χρησιμοποιεί βιολογικούς δείκτες στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η παρουσία ή όχι υποδοχέων ορμονών (οιστρογόνα και προγεστερόνη), τα επίπεδα εμφάνισης των υποδοχέων του ανθρώπινου επιδερμικού αυξητικού παράγοντα (HER 2), η ύπαρξη επιπλέον αντιγράφων των γονιδίων HER2 και τα επίπεδα του Ki67 o οποίος είναι ένας δείκτης που φανερώνει τη δυναμική των κυττάρων να πολλαπλασιάζονται. Ο μοριακός έλεγχος πρέπει να πραγματοποιείται, γιατί καθορίζει μαζί με το στάδιο εμφάνισης της νόσου, το κατάλληλο θεραπευτικό πρωτόκολλο.

Η πρόγνωση του διεισδυτικού καρκίνου του μαστού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το στάδιο της νόσου.
Συνήθως χρησιμοποιείται το σύστημα ΤΝΜ, στο οποίο το Τ αντιπροσωπεύει τη μάζα του αρχικού όγκου, το Ν τις μεταστάσεις ή μικρομεταστάσεις στους λεμφαδένες και το Μ την ύπαρξη ή όχι μεταστάσεων σε άλλα όργανα. Ανάλογα με τα ερευνητικά δεδομένα που προκύπτουν, αυτή η αξιολόγηση διαφοροποιείται και αναθεωρείται, ώστε να είναι όσο πιο κατάλληλη γίνεται για τον καθορισμό της αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης.   

Ο καρκίνος του μαστού περιγράφεται ως αρχικός, αν ο όγκος δεν έχει μεταφερθεί πέρα από το στήθος και αν δεν υπάρχουν μεταστάσεις στους μασχαλιαίους λεμφαδένες.
Αυτός ο τύπος καρκίνου είναι χειρουργήσιμος και υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες θα εφαρμοστεί και ακτινοθεραπεία ή προεγχειρητικά κυρίως άλλου είδους συστηματική θεραπεία (ορμονοθεραπεία, χημειοθεραπεία). Τοπικά ανεπτυγμένος καρκίνος είναι αυτός στον οποίο τα καρκινικά κύτταρα έχουν εξαπλωθεί σε γειτονικούς ιστούς ή σε λεμφαδένες.
Στην πλειοψηφία των ασθενών αυτού του σταδίου η αντιμετώπιση ξεκινάει με συστηματική θεραπεία και στη συνέχεια λαμβάνεται η απόφαση για τη χρησιμότητα χειρουργικής επέμβασης. Ο μεταστατικός καρκίνος του μαστού έχει το χαρακτηριστικό της εξάπλωσης των καρκινικών κυττάρων σε άλλα σημεία του σώματος, είναι αντιμετωπίσιμος αλλά όχι πλήρως θεραπεύσιμος.
Έχει επομένως τεράστια σημασία σε ποιο στάδιο θα ανακαλυφθεί ο καρκίνος και για αυτό πολύ μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η κατάλληλη πρόληψη.

Ο καρκίνος του μαστού δεν παράγει συμπτώματα όταν ο όγκος είναι μικρός και ευκολότερα αντιμετωπίσιμος. Για αυτό και αποκτάει μεγαλύτερη αξία ο συχνός έλεγχος.
Αυτό που συνήθως συμβαίνει στα αρχικά στάδια είναι η εμφάνιση ενός όζου, μιας μάζας που δεν προϋπήρχε. Τις περισσότερες φορές ο καρκινικός όζος είναι ανώδυνος, είναι σκληρός και έχει ανώμαλα όρια, όμως πάντα υπάρχουν οι εξαιρέσεις. Για αυτό το λόγο η εύρεση οποιασδήποτε νέας μάζας στη στήθος πρέπει να οδηγεί στον έλεγχο της από τον εξειδικευμένο μαστολόγο. Άλλα πιθανά συμπτώματα του καρκίνου στο μαστό είναι οίδημα ολόκληρου ή τμήματος του στήθους, πόνος, δερματικές αλλαγές, διαφοροποιήσεις στη θηλή, έκκριση αίματος από τη θηλή και πρησμένοι λεμφαδένες. Παρά το γεγονός ότι αυτά τα συμπτώματα μπορεί να προκληθούν και από άλλες αιτίες, αν εντοπιστούν πρέπει άμεσα να αναφερθούν στον μαστολόγο.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, κάθε χρόνο περισσότερες από 1.6 εκατομμύρια γυναίκες διαγιγνώσκονται με καρκίνο στο μαστό. Έχει υπολογιστεί ότι 1 στις 8 γυναίκες θα τον εμφανίσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους. Στην Ελλάδα κάθε χρόνο 6.000 νέα περιστατικά διαγιγνώσκονται, με την αναλογία να είναι 43,9 γυναίκες στις 100.000 όταν η αντίστοιχη συχνότητα στο σύνολο της Ευρώπης είναι 71,1 στις 100.000 γυναίκες. 

Από τη σύντομη αναφορά στα γενικά στοιχεία, εύκολα μπορεί να εξάγει κάποιος το συμπέρασμα για τη μεγάλη σημασία τόσο της πρόληψης όσο και της έγκαιρης και πρόωρης διάγνωσης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό κάθε γυναίκα να γνωρίζει τι έχει να αντιμετωπίσει, έτσι ώστε να μπορεί ευκολότερα και αποτελεσματικότερα να συμμετέχει ενεργητικά τόσο στην πρόληψη όσο και στην πορεία της αντιμετώπισης.

Πριν το τέλος, σας παραθέτουμε παρακάτω δύο ηλεκτρονικές διευθύνσεις οι οποίες υπολογίζουν μέσω αξιόπιστων ιατρικών ευρημάτων και υπολογισμούς από διάφορα προσωπικά δεδομένα, τις πιθανότητες που έχει μια γυναίκα να νοσήσει από καρκίνο στο μαστό στην επόμενη πενταετία. 

Το πρώτο εργαλείο είναι το Breast Cancer Risk Assessment Tool και το συμπληρώνετε στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.cancer.gov/bcrisktool. Το συγκεκριμένο τεστ δε μπορεί να υπολογίζει με ακρίβεια την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε γυναίκες που διαθέτουν τα γονίδια BRCA1 ή BRCA2, σε γυναίκες που έχουν ιστορικό καρκίνου του μαστού και σε γυναίκες που ανήκουν σε άλλες υποκατηγορίες τις οποίες μπορείτε να βρείτε μέσα στην ιστοσελίδα.

Το δεύτερο τεστ που χρησιμοποιείται από την Bright Pink, η οποία είναι οργάνωση υγείας του στήθους και των ωοθηκών μπορείτε να το βρείτε στη διεύθυνση  https://www.assessyourrisk.org.

Θα πρέπει πάντα να θυμάστε ότι τα τεστ είναι ένας ανεπίσημος υπολογισμός πιθανοτήτων και όσο αξιόπιστος και αν είναι, ποτέ δε μπορεί να υπολογίσει την πραγματικότητα.
Επομένως δεν αντικαθιστά τους απαραίτητους ελέγχους ούτε αποκλείει το ενδεχόμενο να εμφανιστεί καρκίνος στο μαστό σε γυναίκα που από το τεστ έβγαλε ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό πιθανής εμφάνισης.