Γιατί η μέλισσα δίνει χαρά και η αράχνη λύπη

Γιατί η μέλισσα δίνει χαρά και η αράχνη λύπη

Είμαι πολύ τυχερή γιατί η μητέρα μου, μου μετέδωσε την αγάπη για τα βιβλία από την πρώτη στιγμή που έμαθα να διαβάζω. Ανάμεσα στα δώρα πάντα κρυβόταν ένα βιβλίο.

Ως παιδί τα παραμύθια ήταν ο κόσμος μου και ένα από τα αγαπημένα μου ήταν τα «Παραμύθια από όλο τον κόσμο» του Gianni Rodari.

Παραμύθια με απλούς ανθρώπους, διδακτικά, που έκαναν το μυαλό μου να αξιολογεί, να κρίνει και να φαντάζεται.

Όταν το 1970 τιμήθηκε με το Βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, τη μέγιστη διεθνή τιμητική διάκριση για συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας, ο Rodari  υποστήριξε την πίστη του στα παραμύθια και τους μύθους με τα ακόλουθα λόγια :

Πιστεύω πως όλοι οι μύθοι μπορούν να συμβάλλουν στη διαπαιδαγώγηση του πνεύματος. Ο μύθος χωράει όλα τα προβλήματα. Μπορεί να μας δώσει τα κλειδιά για να μπούμε στην πραγματικότητα από καινούριους δρόμους. Μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να γνωρίσουν τον κόσμο. Μπορεί επίσης, να τους δώσει εικόνες για να ασκήσουν κριτική στον κόσμο..
 

«Γιατί η μέλισσα δίνει χαρά και η αράχνη λύπη», ένα παραμύθι από τη Ρουμανία.

Πριν πολλά πολλά χρόνια, πριν υπάρξουν στον κόσμο μέλισσες και αράχνες, ζούσε μια φτωχή χήρα που είχε ένα γιο και μία κόρη.

Η χήρα ανάθρεψε τα παιδιά της με κόπους και βάσανα. Δούλευε σκληρά από το πρωί έως το βράδυ, για να συντηρήσει την οικογένεια.

Κάποτε τα παιδιά μεγάλωσαν και κατάλαβαν πως είχε φτάσει η στιγμή να βοηθήσουν τη μητέρα τους. Γι’ αυτό η κόρη και ο γιος της χήρας βγήκαν να ψάξουν για δουλειά.

Η κόρη βρήκε δουλειά μαζί με μερικούς χτίστες σε μια μεγάλη κατασκευή και για πολλές μέρες και νύχτες μετέφερε τούβλα και ασβέστη. Και ο γιος βρήκε και αυτός δουλειά κοντά σε έναν υφαντουργό και για πολλές μέρες και νύχτες, μάθαινε τη δουλειά του υφαντουργού.

Έτσι πέρασε ο καιρός. Μιαν άσχημη μέρα η χήρα μάνα έπεσε στο κρεβάτια βαριά άρρωστη. Όταν η κακόμοιρη γυναίκα κατάλαβε πως είχε έρθει το τέλος της, έστειλε και φώναξαν τα παιδιά της.

Μόλις η κόρη άκουσε πως η μητέρα της ήταν βαριά άρρωστη, άφησε να της πέσουν από τα χέρια ότι κρατούσε και φώναξε : «Δε μπορώ να αφήσω τη μάνα μου αφού είναι τόσο άρρωστη»  και έτρεξε στο σπίτι χωρίς δεύτερη σκέψη.

Ο γιος, αντίθετα, όταν άκουσε πως η μητέρα τους ήταν πολύ άρρωστη, δε σηκώθηκε από το τελάρο του. Συνέχισε να υφαίνει και είπε : «Αν είναι στο κρεβάτι, ας μείνει στο κρεβάτι, εγώ δε μπορώ να τη βοηθήσω. Πρέπει να τελειώσω τη δουλειά που μου έδωσε το αφεντικό. Θα μείνω εδώ!» . Και έμεινε καθισμένος στο τελάρο και συνέχισε να υφαίνει.

Όταν η μητέρα είδε την κόρη και άκουσε πως τα είχε παρατήσει όλα για να τρέξει κοντά της, τη φίλησε στο μέτωπο και της έδωσε την ευχή της : «Καλή μου κορούλα, ήσουνα πάντα τόσο καλή μαζί μου, και τώρα, στις τελευταίες μου στιγμές μου έδωσες μεγάλη χαρά. Να δίνεις πάντα, σ’ όλη σου τη ζωή, χαρά στους ανθρώπους».

Όταν αντίθετα, άκουσε τι είχε πει ο γιος της και γιατί δεν ήρθε κοντά της, η καημένη η χήρα έκλαψε για την αχαριστία του και είπε : «Και συ γιε μου, αν θες τόσο πολύ να γνέθεις και να υφαίνεις, να υφαίνεις σε όλη σου τη ζωή. Αλλά δε θα πάρεις απ’ αυτό ποτέ καμία χαρά. Ό,τι υφαίνεις, άλλοι θα το κομματιάζουν και θα μένεις μόνος και θλιμμένος σε μια γωνιά, μισητός σε όλους!»

Με αυτά τα λόγια η φτωχή χήρα άφησε την τελευταία της πνοή. Ότι είπε επαληθεύτηκε. Η κόρη μεταμορφώθηκε σε μια εργατική μικρή μέλισσα, που δίνει γλύκα σε όλους, γιατί φτιάχνει μέλι για τα γλυκά και κερί για τα καντήλια.

Και ο αδερφός της μεταμορφώθηκε σε αράχνη, που κάθεται θλιμμένη σε μια γωνιά, μισητή σε όλους και υφαίνει δίχτυα που δεν τελειώνουν ποτέ, γιατί μόλις κανείς τα ανακαλύψει τα χαλάει με μια σκούπα ή διώχνει την αράχνη.

Και από τότε υπάρχουν μέλισσες και αράχνες στον κόσμο!