Είναι κι εκείνο το φάντασμα της ασπατάλητης αγάπης.
Εκείνος ο έρωτας που τρύπωσε στο μυαλό σου κι αρνείται για χρόνια να μετακομίσει από το κεφάλι σου.
Είναι εκείνος. Τα μάτια του, το γέλιο, η μορφή του.
Είναι το άλλο σου μισό, μόνο που ποτέ ως τώρα δεν υπήρξε στη ζωή σου.
Μόνο κομήτης που πάει κι έρχεται. Σε ακουμπά με την ουρά του, σου κατακαίει τα σωθικά κι ύστερα σε αφήνει να σβήνεις μονάχη της φωτιές σου. Κι όλο πάει κι όλο έρχεται. Και δε μένει ποτέ.
Έγινε ο μύθος σου. Ο απόλυτος, ο μοναδικός, ο αξεπέραστος.
Μα ταυτόχρονα κι ο αφανής.
Γιατί δεν είναι πουθενά κοντά σου, μάτια μου. Κι εσύ μαραζώνεις μέρα τη μέρα περιμένοντας. Ακούγοντας μεγάλες υποσχέσεις, κάνοντας όνειρα για ένα κοινό μέλλον που ποτέ δεν έρχεται. Κι όλο σπρώχνεις τον καιρό περιμένοντας κι όλο εκείνος σου γλιστράει.
Και κλαις κι απογοητεύεσαι. Κι άλλοτε θυμώνεις και λες τέλος. Και πάλι ξαναγυρνάς γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς.
Ή έτσι νομίζεις.
Πόση ζωή ακόμη θα χαραμίσεις για ένα φάντασμα; Πόσα χρόνια περιμένοντας κάποιον που δειλιάζει ή που μπορεί να μη θέλει καν να έρθει;
Αρνείσαι την αγάπη που θέλεις, που αξίζεις, που ονειρεύεσαι, περιμένοντας μια σκιά. Που άλλοτε μακραίνει κι άλλοτε κονταίνει μα που εσύ δεν μπορείς να την πιάσεις ποτέ. Γιατί δεν πιάνονται οι σκιές. Δε γίνεται…
Τούτος ο έρωτας, ο ανεκπλήρωτος, είναι φυλαγμένος μέσα στο κεφάλι σου. Έχει καταλάβει ευάερο και διαμπερές διαμέρισμα και ζει εκεί δίχως νοίκια. Ζει με έξοδα δικά σου… Εσύ τον συντηρείς…
Αλλά δεν πρέπει.
Όλο αυτό που έφτιαξες μέσα στο κεφάλι σου, δεν υπάρχει. Κι εσύ πρέπει να το καταλάβεις. Διεκδίκησε το να γίνει αληθινό ή παράτα το. Μόνο μη χάνεις άλλο χρόνο.
Αυτός ο άνθρωπος που βάφτισες αγάπη σου, δίχως να έχεις αγγίξει ούτε μια φορά, είναι ένας ξένος.
Κι ας τον νιώθεις οικείο.
Απομυθοποίησέ τον. Βάλτου δύσκολα.
Χρόνια πάει κι έρχεται κι εσύ απομένεις να περιμένεις. Να τον περιμένεις.
Μα κουράστηκες. Κι είναι λογικό.
Τούτη η αγάπη που έχεις μέσα σου είναι για ξόδεμα. Σαν την κρατάς πολύ σαπίζει. Γίνεται σαράκι που σου τρώει τα σωθικά.
Από ευλογία γίνεται κατάρα.
Άφησε τον να τραβήξει το δρόμο του κι εσύ κοίταξε το δικό σου μονοπάτι. Προχώρα και μην κοιτάς πίσω σου. Μόνο δίπλα σου κοίτα που και που.
Αν όντως αυτός ο άνθρωπος αξίζει κι ας τον κακόμαθες να γίνεται το δικό του τόσα χρόνια, έστω και στο τέλος θα τρέξει να σε προλάβει. Θα σου πιάσει το χέρι και θα περπατήσει δίπλα σου.
Πρόσεχε, όμως.
Αν θελήσει να σε τραβήξει πίσω, να φρενάρει την πορεία σου, άνοιξε τα δάχτυλα σου και παράτα τον.
Η ζωή είναι μπροστά και σου ανήκει. Κι αυτό που χρειάζεσαι είναι ένας άνθρωπος που θα σου πιάσει το χέρι και θα σου πει “Εδώ είμαι, προχωράμε μπροστά, μαζί… Πάντα μαζί”.
Της Ε.