Παιδοφιλία / Παιδεραστία: Ο βιασμός της παιδικής αθωότητας

Παιδοφιλία / Παιδεραστία: Ο βιασμός της παιδικής αθωότητας

«…κι η παιδικότητα; ένα ουράνιο σχόλιο στο αίνιγμα να υπάρχουμε. Κι όταν κάποτε φύγω δεν θα πάρω μαζί μου παρά λίγο βιολετί απ’ το δειλινό κι ένα άστρο από κάποιο παραμύθι…» Τάσος Λειβαδίτης

Δημοσιεύματα στον τύπο σχετικά με μια ακόμη υπόθεση παιδεραστίας έφεραν στο νου μου μια λεζάντα: « Rape the wall – Not kinds, Βιάστε τον τοίχο – Όχι τα παιδιά». Γιατί, ο βιασμός της παιδικής αθωότητας τραυματίζει βάναυσα, βαθιά και μακροχρόνια. Τα παιδιά/θύματα συνεχίζουν να ζουν κουβαλώντας μια ντροπή στην ψυχή τους για χρόνια, μπορεί και δια βίου. Συνεχίζουν να ζουν σ’ έναν κόσμο γεμάτο σκιές με θρυμματισμένη αυτοεκτίμηση κι έχοντας χάσει το αίσθημα ασφάλειας και την εμπιστοσύνη στους ενήλικες. 

Η παιδοφιλία/ παιδεραστία είναι μια κοινωνική μάστιγα που προκαλεί οργή και αποστροφή. Ταλανίζει τις σύγχρονες κοινωνίες και καθώς τα κρούσματα διαρκώς αυξάνονται, η ανάγκη αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης είναι πλέον απαραίτητη και επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε. Τελευταία έχουμε πολλά κρούσματα παιδοφιλίας στην χώρα μας κυρίως μεταξύ δασκάλων-μαθητών αλλά και κρούσματα μέσα στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης.

Ως παιδοφιλία ορίζεται μία μορφή παραφιλίας που περιγράφει επαναλαμβανόμενες και επίμονες σεξουαλικές τάσεις και φαντασιώσεις που αφορούν σεξουαλική δραστηριότητα με παιδιά. Αν και η παιδοφιλία αφορά και στα δύο φύλα, εν τούτοις η μεγάλη πλειονότητα των παιδόφιλων είναι άνδρες. Οι θύτες, προερχόμενοι από όλα τα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα, ανήκουν κατά πλειοψηφία στο ευρύτερο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού. 

Οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν ότι η παιδοφιλία οφείλεται σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες και όχι σε βιολογικά χαρακτηριστικά. Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι το αποτέλεσμα σεξουαλικής κακοποίησης του ατόμου κατά την παιδική ηλικία. Άλλοι θεωρούν ότι απορρέει από το είδος της αλληλεπίδρασης που είχε το άτομο με τους γονείς του κατά τα πρώιμα χρόνια της ζωής του. Κάποιοι ερευνητές αποδίδουν την παιδοφιλία σε καθυστερημένη συναισθηματική ανάπτυξη. Μερικοί θεωρούν ότι η παιδοφιλία είναι αποτέλεσμα μιας διαστρεβλωμένης ανάγκης για κυριαρχία πάνω στο σεξουαλικό σύντροφο. Επειδή τα παιδιά είναι μικρότερα και συνήθως πιο αδύναμα από τους ενήλικες, μπορούν να θεωρηθούν ως μη απειλητικοί υποψήφιοι παρτενέρ. Αυτή η παρόρμηση για κυριαρχία θεωρείται κάποιες φορές ότι εξηγεί το γεγονός πως οι περισσότεροι παιδόφιλοι είναι άντρες. 

Πολύ συχνά συγχέονται οι έννοιες παιδοφιλίας/παιδεραστίας. Όπως αναφέρθηκε, ως παιδόφιλος χαρακτηρίζεται εκείνος που διεγείρεται σεξουαλικά από ανήλικα παιδιά και έχει ερωτικές φαντασιώσεις που αφορούν παιδιά. Όταν όμως το άτομο αυτό αρχίσει να ασελγεί πάνω σε ανήλικο, τότε η πράξη του θεωρείται παιδεραστία και ο ίδιος χαρακτηρίζεται παιδεραστής.

Τα άτομα αυτά συνήθως είναι ιδιαίτερα ελκυστικά στα υποψήφια θύματά τους. Μπορεί να προσφέρουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους σε αθλητικά σωματεία, ομάδες προσκόπων, θρησκευτικές οργανώσεις που αφορούν παιδιά και εφήβους. Μπορεί να προέρχονται από τον χώρο της εκπαίδευσης και να κερδίζουν την εμπιστοσύνη των παιδιών έχοντας άριστες διαπροσωπικές σχέσεις και βοηθώντας τα στα μαθήματα που υστερούν. Σε αρκετές περιπτώσεις έλκονται από παιδιά που ανήκουν στο ευρύτερο οικογενειακό/κοινωνικό περιβάλλον και σε πλειοψηφία τα υποψήφια θύματα είναι κορίτσια. 

Στις περισσότερες κοινωνίες του κόσμου η σεξουαλική κακοποίηση παιδιού αποτελεί ποινικά κολάσιμη πράξη και διώκεται αυστηρά, όπως και η κατοχή και διακίνηση παιδοφιλικού-πορνογραφικού υλικού. Στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια η παιδοφιλία/ παιδεραστία βρίσκεται σε έξαρση. Οι παιδόφιλοι αυξάνονται και τα μέτρα, αλλά και οι ποινές που ορίζει το κράτος για περιπτώσεις παιδεραστίας δεν ανταποκρίνονται στο πραγματικό βάρος του συγκεκριμένου προβλήματος. 

«Το έγκλημα φωνάζει. Ο βιασμός του σώματος και της ψυχής του παιδιού ουρλιάζει» Οι παιδόφιλοι/ παιδεραστές είναι άτομα διεστραμμένα. Όμως, συνήθως είναι σεβαστοί οικογενειάρχες, υπεράνω πάσης υποψίας για την κοινωνία και τα θύματά τους ανήκουν στο ευρύτερο συγγενικό/φιλικό περιβάλλον. 

Γι αυτό, οι γονείς πρέπει να βρίσκονται ουσιαστικά κοντά στα παιδιά, με τις αισθήσεις σε εγρήγορση: τα μάτια και τα αυτιά τους ανοιχτά. Έτσι ώστε αν αντιληφθούν οτιδήποτε ύποπτο να παρέμβουν άμεσα. Να υπάρχει ανοιχτό κανάλι επικοινωνίας μεταξύ γονιών και παιδιών ώστε το παιδί να μην διστάζει, φοβηθεί ή ντραπεί να εκμυστηρευτεί οτιδήποτε. Επιπλέον, καθώς οι κίνδυνοι του διαδικτύου είναι μεγάλοι, οι γονείς οφείλουν να προστατεύσουν τα παιδιά, όχι απαγορεύοντας τη χρήση του διαδικτύου. Συζητώντας μαζί τους με υπομονή, και τονίζοντας τα οφέλη αλλά και τους κινδύνους που ελλοχεύει η χρήση του. Οι γονείς πρέπει να είναι δίπλα στα παιδιά και παρακολουθώντας τα, ώστε να προλάβουν τους κινδύνους και να τους αντιμετωπίσουν. Γιατί ο βάναυσος τραυματισμός της ψυχής του παιδιού μπορεί να το «συντροφεύει» σε όλη τη ζωή του.

16 Ιουλίου 2020, Βάσω Σίδη για το e Woman