Θύμησες με μυρωδιά σχολείου

Θύμησες με μυρωδιά σχολείου

Εκείνη η μυρωδιά του σχολείου, ο αγιασμός και η πρώτη μέρα.

Το σμίξιμο με τους φίλους μετά από ένα ολόκληρο καλοκαίρι, τα παγωτά και τα μπάνια, ο συναγωνισμός, η σκούρα μπλε ποδιά με το γαλάζιο γιακαδάκι του ιδιωτικού σχολείου και τα άσπρα δετά μου παπούτσια. Η νέα δασκάλα και η σάκα με τα καινούργια βιβλία και τα τετράδια. Χρόνια ανέμελα, αγνά με άρωμα ξεγνοιασιάς, με αγωνίες για το διαγώνισμα της επόμενης και με προβλήματα μηδαμινά έως ανύπαρκτα που για μας τότε φάνταζαν τεράστια.

Τον πρώτο αγιασμό της πρώτης δημοτικού δεν τον παρακολούθησα γιατί πήγα στο σχολείο την επόμενη μέρα. Ντροπαλό παιδί από τη φύση μου μπήκα σε μια τάξη με παιδιά που είχαν ήδη γνωριστεί κι εγώ δεν γνώριζα μα με μια δασκάλα φωτεινή, την κυρία Αγγελική, με ένα λαμπερό χαμόγελο που τραγουδούσε από μακριά ασφάλεια και αγκαλιά, αγάπη και αποδοχή. Με έβαλε να κάτσω στο τελευταίο θρανίο, αν και όλες τις υπόλοιπες χρονιές επεδίωκα το πρώτο θρανίο – γνωστό σπασικλάκι γαρ.

Ο διπλανός μου, ένα εξίσου ντροπαλό αγοράκι με γυαλάκια, ο Νίκος. Οι ντροπές μας σεβάστηκαν η μία την άλλη και περάσαμε μία σχολική χρονιά με λίγες κουβέντες και χαχανητά όταν μας πήραν τα πρώτα θάρρετα. Οι κασετίνες μας όριζαν τα σταθερά και απαράβατα όρια του καθενός στο θρανίο μας. Στο διάλειμμα, όμως, έπαιζα πάντα με την Ελίζα,
την Πόπη και την Ελίνα. Δεν τις ξεχώρισα ποτέ, μα με την Ελίζα μοιραστήκαμε παιχνίδια στο σπίτι της μιας ή της άλλης.

Όμορφα παιχνίδια στο προαύλιο μέχρι το επόμενο κουδούνισμα και τα άσπρα μου παπούτσια γεμάτα  πατημασιές που μαρτυρούσαν ευχαρίστηση από ξέφρενο τρεχαλητό γύρω από το σχολείο. Α, ήταν κι ο Χρήστος ο συμμαθητής μου, ένα μελαχρινό γελαστό αγόρι, τρελά ερωτευμένος μαζί μου σε όλο το δημοτικό, και με προίκα σουβλατζίδικο – θα κάναμε χρυσές δουλειές με την σουβλασερί – και με θάρρος να αντιμετωπίσει την κυρά-Όλγα, τη μαμά μου και να κάνει επίσημη πρόταση γάμου… αλλά όταν τον κάρφωσε το αυστηρό βλέμμα του κέρβερου πάει κι ο έρωτας πάει κι η πρόταση γάμου, σκόρπισαν όλα στον άνεμο.

Εγώ, από την άλλη, ερωτευμένη με τον Γιώργο, όπως και όλα τα κορίτσια της τάξης βέβαια, αλλά εκείνος ήθελε τη Ράνια, που έκανε κι ενόργανη γυμναστική και ήταν πιο θαρραλέα από τα υπόλοιπα κορίτσια. Τι να κάνεις; Άλλους θέλαμε άλλοι μας ήθελαν… χα! Και περνούσαν τα χρόνια, η μια δασκάλα διαδεχόταν την άλλη, τα ενδεικτικά μας άλλαζαν ονόματα κι υπογραφές κι εμείς σε κάθε αίθουσα αφήναμε το ηχηρό και πολύχρωμο αποτύπωμά μας παίρνοντας τη σκυτάλη από τους μεγαλύτερους. Η κυρία Ελένη, ο κύριος Γιάννης με το μουστάκι του, η αυστηρή κυρία Πόττα – πάντα είχα την απορία από πού έβγαινε αυτό το όνομα – και ο κύριος Νίκος, ο δάσκαλος της πέμπτης και της έκτης, εκείνος που με βάφτισε «Χαρά» αφήνοντας πίσω το «Χαρούλα», εκείνος που πίστεψε στις δυνατότητές μου, αναγνώρισε τις ευαισθησίες μου και μου έδωσε φτερά για τον επόμενο μεγάλο σταθμό: το Γυμνάσιο.

Γυμνάσιο:
Ένα ατέλειωτο προαύλιο γεμάτο εφήβους, μηχανάκια, κορίτσια με κοντές φούστες και μακιγιάζ, αγόρια με καρφάκια κι αλυσίδες στα παντελόνια και κάγκελα στα παράθυρα. Μα γιατί να μοιάζει το σχολείο με φυλακή;

Γυμνάσιο:
Επανεκκίνηση. Πάλι άγνωστη μεταξύ αγνώστων. Αφήνοντας πίσω το ιδιωτικό δημοτικό σχολείο και το αποστειρωμένο περιβάλλον, σε ένα άλλο περιβάλλον πιο πραγματικό, λιγότερο σμιλεμένο και ωραιοποιημένο. Η συστολή εξακολουθεί και είναι φίλη μου, σιγά μην χωρίζαμε στην εφηβεία και μπαίνω σε μια αίθουσα με άλλα τόσα παιδιά που πάλι γνωρίζονται κι εγώ στέκομαι αμήχανη περιμένοντας κάποιος άλλος να κάνει την αρχή.

Ο φιλόλογος της τάξης μου ζητά να κάτσω στο πρώτο θρανίο – γνώριμα τα λημέρια, ασφαλή – και δίπλα μου φέρνει ένα πανέμορφο κορίτσι με μπούκλες ξανθές, την Παρασκευή. Γίναμε αμέσως φίλες κι αυτό το κορίτσι μού προξενούσε χαρά κάθε που καθόμουν δίπλα της. Ξεθάρρεψα, συστήθηκα και ως «Χαρά» μιας και αυτό ήταν το νέο μου όνομα κι άρχισαν να παρελαύνουν από μπροστά μας νέα πρόσωπα. Κάθε μάθημα κι ένας καθηγητής κι άντε πάλι από την αρχή, να γνωριστείς, να σηκώσεις το χέρι να πεις μάθημα.

Ουφ, πολλά νέα πράγματα μαζεμένα. Άσε δε που μαζί με το νέο σχολείο, μαζί με τους νέους καθηγητές, τα νέα βιβλία, τη νέα τσάντα που μου είχε κάνει δώρο ο θείος μου και την πρόσεχα σαν κόρη οφθαλμού – μέχρι την Δευτέρα λυκείου που δεν άντεξε πια το βάρος όλης της γνώσης που κουβάλαγε τα προηγούμενα χρόνια – είχα να διαχειριστώ και τις γυναικείες ορμόνες μου κι αυτή την εντελώς καινούργια φίλη που λεγόταν περίοδος… Όλα σε μένα δηλαδή; Τέτοιο δράμα; Είχα, όμως, την Παρασκευή μου εγώ, που συζητούσαμε και γελάγαμε. Κι η παρέα μεγάλωνε μέρα με τη μέρα, με την Μαριλένα, την Άννα, την Αγγελική, την Μαρίζα, τη Νάνσυ. Μεγάλη κοριτσοπαρέα: τα πρώτα διαγωνίσματα, η ανταλλαγή των διαγωνισμάτων κάτω από τη μύτη των καθηγητών, οι πρώτοι βαθμοί, οι έλεγχοι, το απουσιολόγιο, οι εκδρομές και τα τραγούδια που έγραφε σε κασέτες η Αγγελική για να τραγουδάμε και να χορεύουμε, οι πρώτες προαγωγικές εξετάσεις που μας πέτυχαν στην Τρίτη γυμνασίου και το απολυτήριο. Η έξοδός μας στην Πλάκα με τα απολυτήρια του Γυμνασίου και με τα φουστάνια που φορούσαμε όλες.

Κι ύστερα το λύκειο. Εδώ τα πράγματα πια ήταν σίγουρα. Είχα τις φίλες μου, δεν χρειαζόταν να περάσω πάλι αυτό το άγχος των γνωριμιών. Εντάξει με τους καθηγητές ήταν πιο εύκολο. Τα αστεία, οι πλάκες που σκαρφιζόμασταν, οι απουσίες της τελευταίας ώρας σε ένα απουσιολόγιο που έκρυβε ό,τι μπορούσε να κρύψει, η κοπάνα που δεν έκανα ποτέ, οι ώρες που χάναμε γιατί τραγουδούσαμε στη χορωδία, το άγχος των πανελληνίων και ο χωρισμός μας στην Τρίτη λυκείου με κάποια από τα κορίτσια. Τα όνειρα, τα σχέδια, η πενθήμερη εκδρομή στη Ρόδο, η παπαγαλία της ιστορίας και η πορεία του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία από μια καθηγήτρια που άδικα προσπαθούσε να μας διδάξει ιστορία όταν το σύστημα απαιτούσε μια διαολεμένη αποστήθιση και τίποτα παραπάνω. Οι εξετάσεις, η επιτυχία, η κατάκτηση του πρώτου μεγάλου στόχου και μετά άλλες παρέες, άλλοι στόχοι, άλλα όνειρα…

Θύμησες με αφορμή τη νέα σχολική χρονιά που μας βρίσκει όλους διαφορετικούς σε μια πρωτόγνωρη πραγματικότητα. Με μια νοσταλγία δική μου για εκείνα τα χρόνια που μύριζαν φρεσκοξυμμένα μολύβια και βιβλίο, που μύριζαν όνειρα κι ανεμελιά. Κι αν κάτι κάνει την τωρινή πραγματικότητα να φαντάζει διαφορετική, είναι ότι λίγο από το άρωμα σχολείου το’ χω ξεκλέψει μέσα στην καρδιά μου και στην ζωή μου, γιατί εκείνα τα κορίτσια, η Μαριλένα, η Αγγελική, η Άννα, η Παρασκευή είναι ακόμα δίπλα μου κι εγώ δίπλα σ’ εκείνες, μένοντας για πάντα διπλανές στο σχολείο της ζωής…

Καλή σχολική χρονιά σε όλους και με τη δική μου ευχή να βρείτε στο σχολείο φίλους ζωής…